Μετά τον θάνατο του Λέοντα ΣΤ΄ Σοφού, η εξουσία περιήλθε στον αδερφό του Αλέξανδρο και τον ανήλικο γιο του Κωνσταντίνο Ζ΄ Πορφυρογέννητο. Κατά το σύντομο διάστημα της Αρχής του, ο Αλέξανδρος αποδείχθηκε ότι ήταν ανίκανος να διαχειριστεί τα σημαντικά πολιτικά και εκκλησιαστικά ζητήματα που απασχολούσαν τον βυζαντινό θρόνο.
Αμέσως μετά την άνοδό του στον θρόνο, απομάκρυνε τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ευθύμιο, επαναφέροντας τον Νικόλαο Μυστικό, ο οποίος είχε συγκρουστεί στο παρελθόν με τον Λέοντα για το τετραγαμικό ζήτημα (δηλ. το ζήτημα των τεσσάρων γάμων του Λέοντα ΣΤ΄). Στην εξωτερική πολιτική, αρνήθηκε να καταβάλει τον ετήσιο φόρο στους Βουλγάρους, δίνοντας στον Συμεών την ευκαιρία να ξεκινήσει έναν ακόμα γύρο πολέμων με τους Βυζαντινούς.
Οταν πέθανε ο Αλέξανδρος τον Ιούνιο του 913, μονοκράτορας στο Βυζάντιο παρέμεινε ο ανήλικος Κωνσταντίνος Ζ΄. Την επιτροπεία του νεαρού αυτοκράτορα ανέλαβε ένα επταμελές συμβούλιο με επικεφαλής τον Πατριάρχη Νικόλαο. Για τον Νικόλαο, όμως, έτρεφαν αντιπάθεια τόσο η αυτοκράτειρα Ζωή, τέταρτη σύζυγος του Λεόντα ΣΤ΄, όσο και οι οπαδοί του Πατριάρχη Ευθυμίου. Η σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα στις αντιπολιτευτικές ομάδες δημιούργησε εύφορο έδαφος για την εμφάνιση στασιαστικών κινημάτων. Σε αυτό το πλαίσιο, την πολιτική αστάθεια στην Κωνσταντινούπολη επιχείρησε να εκμεταλλευτεί ο δομέστικος των σχολών Κωνσταντίνος Δούκας· ωστόσο, το κίνημά του απέτυχε.
Παράλληλα, την αστάθεια στη βυζαντινή ηγεσία εκμεταλλεύτηκε και ο Συμεών, διενεργώντας επιδρομές στη Θράκη, φθάνοντας έως έξω από τα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας. Για την αντιμετώπιση τόσο των εξωτερικών όσο και των εσωτερικών κινδύνων της αυτοκρατορίας, διορίστηκε αυτοκρατορικός σύμβουλος ο δρουγγάριος του αυτοκρατορικού στόλου Ρωμανός Λεκαπηνός. Ο Λεκαπηνός αποδείχθηκε ικανότατος πολιτικός. Τον Μάιο του 919 πάντρεψε την κόρη του Ελένη με τον Κωνσταντίνο Ζ΄ και τον Σεπτέμβριο του 920 έλαβε τον τίτλο του καίσαρα. Αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, ο Κωνσταντίνος Ζ΄ έστεψε τον Λεκαπηνό συναυτοκράτορα στις 17 Δεκεμβρίου 920.
Ο Ρωμανός Α΄ Λεκαπηνός υιοθέτησε σκληρή στάση απέναντι στις απαιτήσεις του Βούλγαρου ηγεμόνα Συμεών, ο οποίος φιλοδοξούσε να καταστεί «Ρωμαίος Αυτοκράτορας» στην Κωνσταντινούπολη. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν το φθινόπωρο του 924, καταλήγοντας σε μια προφορική συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός. Στο εσωτερικό μέτωπο, ο Ρωμανός Α΄ κατάφερε να ρυθμίσει το τετραγαμικό ζήτημα, βγαίνοντας ο ίδιος κερδισμένος από την επίλυσή του. Σύντομα, προσπάθησε να περιθωριοποιήσει τον Κωνσταντίνο Ζ΄, ανακηρύσσοντας συναυτοκράτορα τον γιο του Χριστόφορο, ο οποίος, ωστόσο, πέθανε πρόωρα το 931.
Στο απόγειο της ισχύος του, το 944, ο Ρωμανός Α’ ανατράπηκε από τους γιους του, Στέφανο και Κωνσταντίνο, και εξορίστηκε στη νήσο Πρώτη στη Θάλασσα του Μαρμαρά, όπου άφησε την τελευταία του πνοή το 948. Λίγο καιρό αργότερα, οι γιοι του Λεκαπηνού συνελήφθησαν και εξορίστηκαν με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκαν τον πατέρα τους. Στις αρχές του 945 ο Κωνσταντίνος Ζ΄ έμεινε μονοκράτορας, υπεύθυνος να διαχειριστεί ουσιαστικά για πρώτη φορά τις τύχες της αυτοκρατορίας του.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

