Σαν σήμερα: 15 Δεκεμβρίου 1937 – Η Ελληνική Επιχείρηση της NKVD

Σαν σήμερα: 15 Δεκεμβρίου 1937 – Η Ελληνική Επιχείρηση της NKVD

Στο αποκορύφωμα της Μεγάλης Τρομοκρατίας, η NKVD εξέδωσε το διάταγμα υπ’ αριθμ. 50215, με το οποίο ξεκινούσε η οργανωμένη δίωξη της ελληνικής μειονότητας στη Σοβιετική Ενωση

3' 8" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Στις 15 Δεκεμβρίου 1937, στο αποκορύφωμα της Μεγάλης Τρομοκρατίας, η NKVD εξέδιδε το διάταγμα υπ’ αριθμ. 50215, με το οποίο ξεκινούσε η οργανωμένη δίωξη της ελληνικής μειονότητας στη Σοβιετική Ενωση. Η υπογραφή του Νικολάι Γιεζόφ, του ανθρώπου που προσωποποίησε τον μηχανισμό των μεγάλων εκκαθαρίσεων, κατέστησε επίσημη μια διαδικασία η οποία αντιμετώπιζε την εθνική καταγωγή ως τεκμήριο ενοχής. Με μια διοικητική πράξη εισήχθη μια πολιτική η οποία έθετε τους Ελληνες οπουδήποτε στη σοβιετική επικράτεια στο ίδιο πλαίσιο υποψίας με άλλες εθνοτικές ομάδες που είχαν ήδη στοχοποιηθεί. Η κατηγορία δεν χρειαζόταν εξατομικευμένα στοιχεία· η ύπαρξη δεσμών με την Ελλάδα και η μακραίωνη παρουσία ελληνικών κοινοτήτων στον Εύξεινο Πόντο αρκούσαν.

Ηδη πριν από την έκδοση του διατάγματος το κλίμα ήταν βαρύ. Τα ελληνικά σχολεία, με μακρά παράδοση στις περιοχές της Γεωργίας, της Αμπχαζίας, του Κρασνοντάρ και της Κριμαίας, είχαν αρχίσει να κλείνουν από τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Ελληνικές εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στη σοβιετική επικράτεια αποσύρονταν η μία μετά την άλλη, ενώ θεατρικοί θίασοι και πολιτιστικοί όμιλοι σταματούσαν τη δραστηριότητά τους. Η σταδιακή στέρηση της εκπαίδευσης και της δημόσιας χρήσης της ελληνικής γλώσσας προετοίμασε το έδαφος για αυτό που θα ακολουθούσε: μια εθνοτική εκστρατεία η οποία θα αποσυνέθετε θεσμούς, κοινότητες και οικογένειες με τρόπο βίαιο και συστηματικό.

Με την ενεργοποίηση του διατάγματος ξεκίνησε η κύρια φάση των συλλήψεων. Αστυνομικά αποσπάσματα κινούνταν σε ελληνικούς συνοικισμούς της Αζοφικής, της Μαριούπολης, της Τιφλίδας, συλλαμβάνοντας άνδρες όλων των ηλικιών με την κατηγορία της «κατασκοπείας υπέρ ξένου κράτους».

Οι ανακρίσεις γίνονταν συχνά νύχτα, με πρακτικές που στόχευαν στην άμεση απόσπαση ομολογιών. Η πλειονότητα των υποθέσεων εκδικάστηκε από τριμελείς «τρόικες», όργανα που είχαν τη δυνατότητα να επιβάλλουν θανατικές καταδίκες χωρίς δικηγόρο και χωρίς διαδικαστικές εγγυήσεις. Οσοι δεν εκτελούνταν αμέσως οδηγούνταν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στο Καζακστάν, στη Σιβηρία ή στη ρωσική Απω Ανατολή. Το ταξίδι μέχρι εκεί, αλλά και η καθημερινότητα στα γκουλάγκ, άφηναν ελάχιστα περιθώρια επιβίωσης.

Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των θυμάτων κυμαίνονται. Οι πιο αξιόπιστες, στηριγμένες σε αρχειακά στοιχεία, μιλούν για περίπου 15.000 συλλήψεις μέχρι τον Μάρτιο του 1938· ωστόσο, οι έμμεσες απώλειες και ο αριθμός των εκτελέσεων είναι δύσκολο να προσδιοριστούν, καθώς πολλά αρχεία έχουν χαθεί ή παραμένουν αποσπασματικά. Το βέβαιο είναι ότι οι διώξεις δεν περιορίστηκαν στους μήνες της επίσημης επιχείρησης. Πολλές ελληνικές οικογένειες βρέθηκαν υπό στενή παρακολούθηση για χρόνια, ενώ σποραδικές συλλήψεις συνεχίστηκαν ακόμη και μετά τον πόλεμο, έως τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ιδίως σε περιοχές που θεωρούνταν «ευαίσθητες» λόγω γεωπολιτικής θέσης.

Η στόχευση της ελληνικής μειονότητας είχε σαφές διοικητικό και πολιτικό υπόβαθρο. Στα μάτια των σοβιετικών αρχών οι Ελληνες αποτελούσαν μια ομάδα με ιστορική σύνδεση με το εξωτερικό, με εμπορικές επαφές, με διασπορά και με δίκτυα που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν εύκολα. Η παρουσία Ελλήνων κομμουνιστών που είχαν βρει καταφύγιο στην ΕΣΣΔ μετά τις συγκρούσεις στην Ελλάδα δεν μείωσε, αλλά αντίθετα ενίσχυσε την καχυποψία των Αρχών, οι οποίες έβλεπαν σε κάθε εξωσοβιετικό δεσμό μια πιθανή πηγή αστάθειας. Το αποτέλεσμα ήταν η εφαρμογή μιας πολιτικής όπου η προέλευση προηγείτο της πράξης και η συλλογική ευθύνη αντικαθιστούσε κάθε έννοια ατομικής αξιολόγησης.

Οι επιπτώσεις για τις ελληνικές κοινότητες υπήρξαν βαθιές. Πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες, η διάλυση των θεσμών –σχολεία, εφημερίδες, θέατρα, πολιτιστικά κέντρα– κατέστρεψε την κοινωνική συνοχή που είχε διατηρηθεί επί αιώνες. Κοινότητες με ιστορία από τον 18ο και 19ο αιώνα εξαφανίστηκαν μέσα σε λίγους μήνες. Η ελληνική γλώσσα επιβίωνε συχνά μόνο μέσα στα σπίτια και σε ψιθυριστές συνομιλίες. Η απουσία καταγραφών, ο φόβος και η σκόπιμη σιωπή που επιβλήθηκε μετά το τέλος της επιχείρησης δυσκόλεψαν την επεξεργασία αυτής της μνήμης για δεκαετίες.

Η 15η Δεκεμβρίου 1937 αποτελεί, επομένως, σημείο εκκίνησης μιας τραγικής ακολουθίας γεγονότων· υπενθυμίζει το πώς ένα κράτος, διαθέτοντας τον πλήρη έλεγχο του διοικητικού μηχανισμού και των μηχανισμών ασφαλείας, μπορούσε να αναδιαμορφώσει τη ζωή μιας ολόκληρης εθνοτικής ομάδας.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT