Η εγκυκλοπαίδεια Britannica κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο Εδιμβούργο στις 6 Δεκεμβρίου 1768. Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις όσον αφορά τον επιμελητή και εκδότη του πρώτου της τεύχους. Στον πρόλογο της τρίτης έκδοσης, ως ο εκδότης της πρώτης και της δεύτερης έκδοσης, καθώς και του πρώτου μισού της τρίτης έκδοσης, αναφέρεται ο τυπογράφος Κόλιν ΜακΦαρκουάρ. Αντίθετα, στους προλόγους της τέταρτης, πέμπτης και έκτης έκδοσης αναφέρεται ότι επιμελητής της πρώτης έκδοσης ήταν ο Ουίλιαμ Σμέλι, τυπογράφος και αργότερα γραμματέας και επιθεωρητής Φυσικής Ιστορίας και φύλακας του μουσείου της Εταιρείας Σκωτσέζικων Αρχαιοτήτων, ο οποίος είχε αναλάβει τη σύνταξη των κειμένων για ορισμένους από τους όρους που περιλαμβάνονταν στην εγκυκλοπαίδεια.
Σε κάθε περίπτωση, το μεγάλο αυτό εγχείρημα έγινε αρχικά γνωστό από σχετικές διαφημίσεις στις εφημερίδες Caledonian Mercury και Edinburgh Evening Courant, όπου εκτός από την ανακοίνωση της κυκλοφορίας του πρώτου τεύχους της συγκεκριμένης έκδοσης, περιλαμβανόταν ακόμα η υπόσχεση πως η εγκυκλοπαίδεια θα παρείχε «ακριβείς ορισμούς και επεξηγήσεις όλων των όρων όπως εμφανίζονται με τη σειρά του Αλφάβητου». Δεν είναι τυχαίο ότι στην πρώτη σελίδα του τίτλου υπάρχει η εξής αναφορά: «Εγκυκλοπαίδεια Britannica ή ένα λεξικό τεχνών και επιστημών, συνταγμένο βάσει νέου σχεδίου». Αν και η συγκεκριμένη εγκυκλοπαίδεια δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί σε όγκο τους 68 τόμους του Παγκόσμιου Λεξικού του Γιόχαν Χάινριχ Τσέντλερ ή τη Γαλλική Εγκυκλοπαίδεια, της οποίας οι 17 τόμοι είχαν πρόσφατα ολοκληρωθεί, μπορούσε να συγκριθεί με όσα λεξικά τεχνών και επιστημών –ανεξαρτήτως μεγέθους– είχαν ήδη κυκλοφορήσει, ακριβώς λόγω του νέου αυτού σχεδίου.
Συγκεκριμένα, το νέο σχέδιο της Britannica, το οποίο την έκανε να ξεχωρίζει, συνίστατο στη συμπερίληψη «πραγματειών» για τις τέχνες και τις επιστήμες στην ίδια αλφαβητική σειρά με σύντομα άρθρα για τεχνικούς –και όχι μόνο– όρους, με άφθονες παραπομπές, στοχεύοντας στην πραγματικότητα να ικανοποιήσει τόσο τον αναγνώστη που επιθυμούσε να μελετήσει σοβαρά ένα θέμα όσο κι εκείνον που αναζητούσε μια πιο στοιχειακή και γρήγορη προσέγγιση – εξ ου και η αλφαβητική σειρά που επιλέχτηκε.
Στην πρώτη έκδοση του Δεκεμβρίου του 1768, υπήρχαν περισσότερες από 40 τέτοιες «πραγματείες», οι οποίες υποδεικνύονταν με τίτλους τυπωμένους στο πάνω μέρος της σελίδας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, όπως σε αυτήν του όρου «ανατομία», κάλυπταν ιδιαίτερα μεγάλη έκταση, ξεπερνώντας τις 100 σελίδες. Μερικοί από τους όρους, ωστόσο, παρότι δεν χρειάζονταν αυτού του είδους τις «πραγματείες», κάλυπταν εξίσου μεγάλη έκταση, καθώς περιλαμβάνονταν χρήσιμες πληροφορίες. Στην περίπτωση του όρου «καπνός», για παράδειγμα, υπήρχαν οδηγίες για την κατασκευή καμινάδας με τέτοιον τρόπο ώστε να αποφεύγεται η συγκέντρωση καπνού στα δωμάτια. Η συντριπτική πλειονότητα των όρων, πάντως, καλυπτόταν με λίγες μόνο γραμμές, ενώ υπήρχαν καταχωρίσεις για πόλεις, χώρες και ποτάμια και άλλα θέματα γεωγραφικού ενδιαφέροντος. Χαρακτηριστικό είναι δε ότι δεν συμπεριλήφθηκαν βιογραφίες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, για τα κείμενα των όρων χρησιμοποιήθηκαν προγενέστερες δημοσιεύσεις, οι οποίες είτε συμπεριλήφθηκαν αυτούσιες είτε δέχθηκαν μικρές μόνο αλλαγές. Σε άλλες, όμως, όπως στον όρο «συντόμευση», το σχετικό κείμενο γράφτηκε εξαρχής από τον Ουίλιαμ Σμέλι.
Η πρώτη έκδοση της Britannica ανατυπώθηκε στο Λονδίνο, με μικρές μόνο τροποποιήσεις, από τους Εντουαρντ και Τσαρλς Ντίλι το 1773 και, δύο χρόνια αργότερα, από τον Τζον Ντόναλντσον.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

