Σαν σήμερα: 11 Νοεμβρίου 1974 – Η τελευταία εμφάνιση της Μαρίας Κάλλας επί σκηνής

Σαν σήμερα: 11 Νοεμβρίου 1974 – Η τελευταία εμφάνιση της Μαρίας Κάλλας επί σκηνής

Εζησε τα επόμενα τρία χρόνια απομονωμένη στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, διαβάζοντας, ακούγοντας μουσική, και διδάσκοντας περιστασιακά στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Πέθανε ξαφνικά στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, σε ηλικία μόλις 53 ετών

3' 23" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Στις 11 Νοεμβρίου 1974, στο Σαπόρο της Ιαπωνίας, η Μαρία Κάλλας εμφανίστηκε για τελευταία φορά μπροστά σε κοινό. Hταν η τελευταία στάση μιας παγκόσμιας περιοδείας, η οποία είχε ξεκινήσει σχεδόν δύο χρόνια νωρίτερα, μαζί με τον παλιό της συμπρωταγωνιστή, τον Ιταλό τενόρο Τζουζέπε ντι Στέφανο.

Η περιοδεία αυτή, που είχε διαφημιστεί ως «μεγάλη επανένωση δύο θρύλων της όπερας», αποδείχθηκε τελικά ο επίλογος μιας εποχής, όχι μόνο για την Κάλλας, αλλά και για ολόκληρη τη χρυσή περίοδο του λυρικού θεάτρου. Η ίδια γνώριζε, ίσως περισσότερο από όλους, ότι η φωνή της δεν ήταν πια εκείνη που είχε μαγέψει τις αίθουσες της Σκάλας του Μιλάνου και της Μητροπολιτικής Oπερας της Νέας Υόρκης. Παρ’ όλα αυτά, ανέβαινε στη σκηνή με την ίδια πειθαρχία και την ίδια ένταση που χαρακτήριζε κάθε της εμφάνιση.

Το κοινό στο Σαπόρο την υποδέχθηκε με συγκίνηση. Είχε ήδη προηγηθεί σειρά εμφανίσεων στο Τόκιο και στην Οσάκα, όπου οι Ιάπωνες θεατές, γνώστες και λάτρεις της δυτικής μουσικής, την αποθέωναν. Εκείνη ανταπέδιδε με συγκρατημένη ευγένεια, με βλέμμα μελαγχολικό, σχεδόν αποστασιοποιημένο. Οι εφημερίδες της εποχής σημείωναν πως η φωνή της δεν είχε την παλιά λάμψη, αλλά εξακολουθούσε να διαθέτει εκείνη τη μοναδική ικανότητα να μεταδίδει συναίσθημα, να «διηγείται» με τη μουσική.

Η Κάλλας, ήδη 51 ετών, είχε αποσυρθεί από τη σκηνή σχεδόν μια δεκαετία νωρίτερα. Οι τελευταίες της μεγάλες παραγωγές, όπως η Τόσκα του Πουτσίνι και η Νόρμα του Μπελίνι, είχαν ήδη καταγραφεί ως ιστορικές. Στη δεκαετία του ’50 η φήμη της είχε φτάσει σε μυθικές διαστάσεις: η «Θεϊκή» (La Divina) που επανέφερε το bel canto στο προσκήνιο, που αναβίωσε έργα ξεχασμένα και τους έδωσε νέα ζωή με τη φωνή και το βλέμμα της. Στη Σκάλα του Μιλάνου, υπό τη διεύθυνση του Τούλιο Σεραφίν και με συνεργάτες όπως ο Λουκίνο Βισκόντι και ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, η Κάλλας διαμόρφωσε έναν νέο τύπο ερμηνείας. Δεν ήταν απλώς μια σοπράνο, ήταν η ίδια η ηρωίδα.

Η πορεία της δεν υπήρξε εύκολη. Γεννημένη στη Νέα Υόρκη το 1923 από Eλληνες μετανάστες, η Μαρία Καλογεροπούλου μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον γεμάτο εντάσεις και οικονομικές δυσκολίες. Επέστρεψε στην Ελλάδα με τη μητέρα και την αδελφή της λίγο πριν από τον πόλεμο, σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών με δασκάλα την Ελβίρα ντε Ιδάλγο, και έκανε τα πρώτα της βήματα στην Εθνική Λυρική Σκηνή κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Από τότε, ο μύθος της συνδέθηκε με την επιμονή και τη φιλοδοξία μιας γυναίκας που διεκδικούσε την τελειότητα σε έναν χώρο ανδροκρατούμενο και ανελέητο. Oταν το 1947 πρωτοεμφανίστηκε στη Βερόνα και λίγο αργότερα στη Σκάλα, το ιταλικό κοινό αναγνώριζε τη θεϊκή φωνή της «La Divina».

Καθώς η καριέρα της κορυφωνόταν, οι εντάσεις με τους συνεργάτες και τις διευθύνσεις των θεάτρων έγιναν συχνές. Η τελειομανία της και η απόλυτη αφοσίωση στην τέχνη της την έκαναν δύσκολη συνεργάτιδα, αλλά και ανεπανάληπτη καλλιτέχνιδα. Η σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση, που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’50, την απομάκρυνε σταδιακά από τη σκηνή. Oταν ο Ωνάσης παντρεύτηκε την Τζάκι Κένεντι το 1968, η Κάλλας βυθίστηκε σε βαθιά απομόνωση. Η ψυχική της κατάσταση και η φυσική φθορά της φωνής της έκαναν οποιαδήποτε επιστροφή αδύνατη.

Η περιοδεία του 1973-74 ήταν μια προσπάθεια επιστροφής· περισσότερο, ίσως, μια πράξη ανάγκης και αξιοπρέπειας. Ο Τζουζέπε ντι Στέφανο, φίλος και συνοδοιπόρος της επί σκηνής, στάθηκε δίπλα της, αν και ο ίδιος δεν βρισκόταν στην καλύτερη φωνητική του κατάσταση. Τα ρεσιτάλ τους, παρά τις τεχνικές αδυναμίες, συγκινούσαν με τη νοσταλγία που προκαλούσαν αυτοί οι δύο καλλιτέχνες που είχαν ζήσει το μεγαλείο της όπερας και προσπαθούσαν να ξανασυναντηθούν με το κοινό τους.

Η τελευταία συναυλία στο Σαπόρο είχε κάτι από τελετουργία αποχαιρετισμού. Οι μαρτυρίες λένε πως μετά το τέλος, όταν το κοινό ζητούσε επίμονα «encore», εκείνη χαμογέλασε κουρασμένα και ψιθύρισε: «Pas encore» («όχι πια» ή «όχι encore»). Αυτή ήταν η τελευταία φορά που η Μαρία Κάλλας τραγούδησε δημοσίως. Από τότε δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά επί σκηνής. Εζησε τα επόμενα τρία χρόνια απομονωμένη στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, διαβάζοντας, ακούγοντας μουσική, και διδάσκοντας περιστασιακά στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Πέθανε ξαφνικά στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, σε ηλικία μόλις 53 ετών.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT