Βρυξέλλες, Μάιος 1985: Ο «μαύρος» μήνας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, τότε που η έκφραση «θάνατος μέσα σε γήπεδο» έπαψε, δυστυχώς, να αποτελεί ταμπού. Στο στάδιο Χέιζελ αναδείχθηκαν με τον πιο μελανό τρόπο η μισαλλοδοξία και ο τυφλός οπαδισμός.
Η πολύνεκρη τραγωδία στον ματωμένο τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ανάμεσα στη Γιουβέντους και τη Λίβερπουλ, που είχε απολογισμό 39 νεκρούς και πάνω από 600 τραυματίες, ήταν το αποκορύφωμα των «πολεμικών ιαχών» που ακούγονταν ολοένα και πιο δυνατά στα ευρωπαϊκά γήπεδα, αλλά η UEFA έκανε πως δεν τις ακούει. Ενα χρόνο νωρίτερα, στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1984, Λίβερπουλ και Ρόμα είχαν συναντηθεί στο Ολύμπικο της Ρώμης. Ο αγώνας συνοδεύθηκε από αρκετά επεισόδια μετά το τέλος του. Οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν στους Αγγλους και ως αποτέλεσμα, τα δημοσιεύματα της εποχής καταγράφουν αρκετούς τραυματισμούς και φυσικά υποσχέσεις για εκδίκηση…

Το προηγούμενο του Βάλεϊ Παρέιντ
Μόλις 18 ημέρες νωρίτερα, στις 11 Μαΐου του 1985, η παγκόσμια κοινότητα είχε δεχθεί το πρώτο μεγάλο σοκ. Στο γήπεδο Βάλεϊ Παρέιντ της Μπράντφορντ στην Αγγλία, όπου η τοπική ομάδα πανηγύριζε την κατάκτηση του πρωταθλήματος της Γ΄ κατηγορίας, με αντίπαλο τη Λίνφιλντ, ξέσπασε φωτιά στην κεντρική ξύλινη εξέδρα. Η πυρκαγιά προκάλεσε την ανάφλεξη απορριμμάτων τα οποία είχαν συγκεντρωθεί χωρίς να καθαριστούν για πάνω από 20 χρόνια στο κάτω μέρος της εξέδρας. Μέσα σε δέκα λεπτά τα πάντα έγιναν παρανάλωμα του πυρός και το αποτέλεσμα ήταν 56 νεκροί και τουλάχιστον 265 τραυματίες. Πολλοί έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να διαφύγουν από τις φλεγόμενες εξόδους. Ανάμεσά τους παιδιά, ηλικιωμένοι, οπαδοί κάθε ηλικίας.
Η μεγάλη διαφορά ήταν πως στην τραγωδία του Μπράντφορντ υπήρχε η λεγόμενη «άτυχη στιγμή» και όχι το οποιοδήποτε κρούσμα βίας.
Αντιθέτως, στο επίσης απαρχαιωμένο στάδιο Χέιζελ (χτισμένο το 1930) στην πλειονότητά τους οι Αγγλοι οπαδοί είχαν μεταβεί με σκοπό να συγκρουστούν με τους Ιταλούς και την τοπική αστυνομία. Οι μεγάλες ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωσαν και η παντελής έλλειψη οργάνωσης από τις Αρχές συνετέλεσαν στο να εξελιχθεί η γιορτή του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος σε ανθρώπινη θυσία στον βωμό του χουλιγκανισμού, ο οποίος στα βρετανικά γήπεδα εξελισσόταν σε μάστιγα.

Οι Αγγλοι χούλιγκαν επιτίθενται
Τη νύχτα του τελικού, το Χέιζελ ήταν κατάμεστο από 60.000 θεατές. Περίπου 25.000 φίλαθλοι προέρχονταν από κάθε ομάδα, ενώ οι υπόλοιπες θέσεις ανήκαν στην «ουδέτερη» ζώνη.
Μία ώρα πριν από την προγραμματισμένη έναρξη του αγώνα, οι οπαδοί της Λίβερπουλ παραβίασαν ένα διαχωριστικό κιγκλίδωμα στις εξέδρες Υ και Ζ, πίσω από τη μία εστία. Το συγκεκριμένο διαχωριστικό τους χώριζε από τους φιλάθλους της Γιουβέντους. Για αρκετά λεπτά, καθίσματα και άλλα αντικείμενα εκτοξεύονταν εκατέρωθεν.
Η επίθεση στην κερκίδα των Ιταλών έγινε με ρόπαλα και μαχαίρια την ώρα που εντός σταδίου βρίσκονταν μόνο 12 αστυνομικοί. Οι υπόλοιποι επιτηρούσαν τόσο το κέντρο των Βρυξελλών –καθώς στο κτίριο της UNESCO γινόταν διαδήλωση– όσο και γύρω από το Χέιζελ, όπου η αστυνομία είχε φέρει εις πέρας την αποστολή της και τα πράγματα κυλούσαν ομαλά. Οι δύο πρώτες «έφοδοι» αποκρούσθηκαν από τους λιγοστούς αστυνομικούς, στην τρίτη όμως επίθεση ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να αντέξουν.
Οι Ιταλοί, τρομοκρατημένοι, άρχισαν να οπισθοχωρούν προς τις κάτω σειρές της εξέδρας προσπαθώντας να σωθούν και κάποιοι άλλοι κατέβαιναν τις κερκίδες για να βρουν διέξοδο. Κατά τη διάρκεια της οπισθοχώρησής τους αποκλείστηκαν από έναν τοίχο. Τα σπασμένα καθίσματα και τα σκαλιά δεν βοηθούσαν την κατάσταση και ορισμένοι εξ αυτών σκόνταψαν. Oσοι βρίσκονταν κοντά στον τοίχο συνθλίφτηκαν μέσα στον πανικό από την πίεση χιλιάδων κόσμου. Οι περισσότεροι βρήκαν τραγικό θάνατο από ασφυξία, ενώ όσοι κατάφεραν να αναρριχηθούν σώθηκαν.

Μακελειό στον αγωνιστικό χώρο
Οι ποδοσφαιριστές των δύο ομάδων, μαζεμένοι στα αποδυτήρια, είχαν ενημερωθεί για τα επεισόδια και στις μετέπειτα μαρτυρίες τους είπαν πως είχαν μάθει για την ύπαρξη 5-6 νεκρών. Οι αρχηγοί της Λίβερπουλ και της Γιουβέντους κάλεσαν τα πλήθη να ηρεμήσουν, ενώ τόσο οι εντολές των ηγετών των δύο κρατών όσο και αυτές της UEFA απαιτούσαν το παιχνίδι να διεξαχθεί κανονικά.
Λίγο αργότερα βγήκαν από την καταπακτή του σταδίου παίκτες της Γιουβέντους (Πλατινί, Μπονίνι, Μπρίο) προσπαθώντας να κατευνάσουν τα πνεύματα, μια κίνηση ωστόσο που έφερε αντίθετα αποτελέσματα. Οι χούλιγκαν της Λίβερπουλ εξαγριώθηκαν περισσότερο, μπήκαν χιλιάδες από αυτούς στον αγωνιστικό χώρο και με ροπαλιές στα κεφάλια των Ιταλών εξαπέλυσαν δεύτερο «κύμα θανάτου».
Στο χορτάρι του Χέιζελ βρέθηκαν περίπου 7.000 άτομα. Οι 1.700 αστυνομικοί που εισήλθαν στο γήπεδο δεν κατάφεραν να αποσοβήσουν και τις άλλες «εν ψυχρώ» αυτή τη φορά δολοφονίες που ακολούθησαν μέσα στο τερέν. Στον αγωνιστικό χώρο εκτυλίχθηκε ένας πραγματικός πόλεμος, με ρόπαλα, μαχαίρια, σπασμένα μπουκάλια και πέτρες, μεταξύ των φανατικών οπαδών των δύο φιναλίστ.
Δύο ελικόπτερα έφθασαν γρήγορα και προσγειώθηκαν στον αγωνιστικό χώρο, παίρνοντας τραυματίες που μετέφεραν σε όλα τα νοσοκομεία της βελγικής πρωτεύουσας. Ταυτόχρονα κατέφθαναν και έφιπποι αστυνομικοί για ενίσχυση.
Οι εθνικότητες των 39 οπαδών που έχασαν τη ζωή τους ήταν: 32 Ιταλοί οπαδοί της Γιουβέντους, τέσσερις Βέλγοι, δύο Γάλλοι και ένας Βορειοϊρλανδός.
Ο αγώνας διεξάγεται
Η ειδοποίηση της UEFA ήταν να διεξαχθεί ο αγώνας παρά την καταστροφή, προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω βία. Αρχικά συνάντησε την άρνηση των Ιταλών, που επικαλέσθηκαν «ψυχολογικούς λόγους», για να υποχωρήσουν αργότερα και να δεχθούν να γίνει ο αγώνας. Τελικά, με μιάμιση ώρα καθυστέρηση, το ματς ξεκίνησε με τους παίκτες να προσπαθούν να συγκεντρωθούν στα καθήκοντά τους.
Ο αιματοκυλισμένος τελικός έληξε με 1-0 υπέρ της Γιουβέντους, με ανύπαρκτο πέναλτι στο 60΄, όταν ο Νίκολ ανέτρεψε τον Μπόνιεκ και ο Μισέλ Πλατινί το εκτέλεσε εύστοχα. Λίγο μετά, το σύνθημα που ηχούσε στην ιταλική κερκίδα «εκδίκηση στους δρόμους των Βρυξελλών» κινητοποίησε τη βελγική αστυνομία, αλλά τελικά αποφεύχθηκαν άλλα επεισόδια.
Εκ των υστέρων, αποδείχθηκε πως η απόφαση να συνεχιστεί ο τελικός ήταν ορθή. Παρά το ότι οι πανηγυρισμοί των Ιταλών παικτών και φιλάθλων ήταν υποκριτικοί, μαζί με την απονομή του τροπαίου, βοήθησαν στο να μπορέσει η αστυνομία να έχει τον χρόνο να αδειάσει το γήπεδο από τους Αγγλους οπαδούς και να αποσοβήσει νέα έκτροπα. «Οταν τελείωσε το παιχνίδι και νικήσαμε, πανηγυρίζαμε στον αγωνιστικό χώρο και σηκώσαμε το Κύπελλο, κάτι που έπρεπε να είχε αποφευχθεί. Το Κύπελλο έπρεπε να το είχαμε δώσει πίσω σε ένδειξη σεβασμού στη μνήμη των νεκρών. Ηταν ντροπή…», είχε πει η παλιά δόξα της Γιουβέντους Πάολο Ρόσι.

Βαριές οι ευθύνες των διοργανωτών
Οι ευθύνες για την τραγική κατάληξη ήταν αμέτρητες και βαρύνουν κυρίως την UEFA, που όρισε τον τελικό σε ένα στάδιο χωρίς καμία ασφάλεια, σχεδιασμένο τη δεκαετία του 1920. Με επιστολή του στη βελγική ομοσπονδία και στην UEFA, ο γενικός γραμματέας της Λίβερπουλ Πίτερ Ρόμπινσον προειδοποιούσε για τους κινδύνους που διέτρεχαν οι φίλαθλοι. Ο Ρόμπινσον ζητούσε να δημιουργηθούν ουδέτερες ζώνες στις δύο πλευρές της εξέδρας που θα φιλοξενούσε τους οπαδούς της Λίβερπουλ. «Μου είπαν ότι τα εισιτήρια της θύρας Ζ θα πουληθούν μόνο σε Βέλγους», είχε γράψει σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά την τραγωδία. Ομως, μέσω ταξιδιωτικών γραφείων τα εισιτήρια της θύρας Ζ πουλήθηκαν στις ιταλικές κοινότητες της Λιέγης και του Σαρλερουά μέσω της μαύρης αγοράς.
Ετσι, οι φανατικοί της Λίβερπουλ, που έψαχναν την ανταπόδοση από τις επιθέσεις που είχαν δεχθεί από τους οπαδούς της Ρόμα στον τελικό της προηγούμενης χρονιάς στην Αιώνια Πόλη, βρέθηκαν δίπλα σε ανυποψίαστους Ιταλούς. Ο Σιμόνε Στέντι, ο οποίος βρισκόταν στη θύρα Ζ μαζί με τον πατέρα του, θυμάται ότι υπήρχε μόνο ένας αστυνομικός ανάμεσα στους Ιταλούς και στους Αγγλους, οι οποίοι είχαν μπει στο στάδιο κρατώντας κιβώτια μπίρας Duvel και Chimay. Γύρω στις 7 το απόγευμα, μια χούφτα οπαδοί της Λίβερπουλ εξαπέλυσαν την πρώτη της επίθεση. «Ο Βέλγος αστυνομικός προσπάθησε να αντιδράσει, αλλά ένας Αγγλος του άρπαξε το κλομπ και άρχισε να τον χτυπάει. Στη δεύτερη επίθεση, το λεπτό διαχωριστικό σύρμα που χώριζε τους οπαδούς των δύο ομάδων έπεσε και αρχίσαμε να τρέχουμε προς την πλευρά που υπήρχε ο τοίχος».
Στο κατάμεστο στάδιο υπήρχαν μόνο ένας γιατρός και 150 εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού. Οι συχνότητες της αστυνομίας δεν ήταν σωστά συντονισμένες και γι’ αυτόν τον λόγο πέρασε αρκετή ώρα για να έρθουν ενισχύσεις. Την ώρα που ξέσπασαν τα επεισόδια, ο υπεύθυνος αξιωματικός ήταν απασχολημένος με μια μικροκομπίνα έξω από το στάδιο. Είχε αναλάβει αυτή τη θέση μόλις την προηγούμενη ημέρα και δεν είχε καμία εμπειρία από ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Στη δίκη, που άρχισε στις Βρυξέλλες τον Οκτώβριο του 1988, καταδικάστηκε σε εννέα μήνες διαθεσιμότητα και στο εδώλιο των κατηγορουμένων κάθισαν 26 από τους αρχικά 34 συλληφθέντες Αγγλους οπαδούς. Εντέλει κρίθηκαν ένοχοι μόνο οι 14, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε τριετή φυλάκιση. Στους επτά χορηγήθηκε πενταετής αναστολή και επέστρεψαν στην Αγγλία. Στον γενικό γραμματέα της βελγικής ομοσπονδίας Αλμπερ Ρούζενς επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι μηνών με αναστολή για αμέλεια, ενώ απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες ο πρόεδρος της UEFA Ζακ Ζορζ.
Στη Βρετανία μπήκαν κάμερες στα γήπεδα, εκδόθηκαν κάρτες φιλάθλων και ονομαστικά εισιτήρια, ξηλώθηκαν τα «πέταλα» των ορθίων και θεσπίστηκαν αυστηρότατα πρόστιμα.
Διεθνής αποκλεισμός των αγγλικών ομάδων
Στις 31 Μαΐου, η πρωθυπουργός της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ πίεσε την αγγλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία να αποσύρει τους αγγλικούς συλλόγους από τις διεθνείς διοργανώσεις. Δύο ημέρες αργότερα, η UEFA τους απέβαλε από τις διοργανώσεις της για «αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα». Στις 6 Ιουνίου, η FIFA επεκτείνει την ποινή σε κάθε ματς παγκοσμίως, αλλά τελικώς μία εβδομάδα αργότερα επιτρέπεται στους Αγγλους να δίνουν διεθνή φιλικά. Η ποινή δεν αφορούσε την Εθνική Αγγλίας.
Πέντε χρόνια κράτησε η εξορία των αγγλικών συλλόγων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και έξι της Λίβερπουλ. Επειτα από αυτό το συμβάν (όπως και την τραγωδία του Χίλσμπορο το 1989), το αγγλικό ποδόσφαιρο άλλαξε ολοκληρωτικά. Εγιναν ριζοσπαστικές αλλαγές στους κανονισμούς ασφαλείας και ουσιαστικά ήταν η αφορμή ώστε να συσταθεί από την αρχή με νέους αυστηρότατους κανόνες και να δημιουργηθεί η σημερινή Premier League. Το νομοθετικό πλαίσιο με τις προτάσεις Θάτσερ δεν άφηνε περιθώρια σε παρεκτροπές. Τα κατασταλτικά μέτρα ασφαλείας πολλαπλασιάστηκαν, μπήκαν κάμερες στα γήπεδα, εκδόθηκαν κάρτες φιλάθλων και ονομαστικά εισιτήρια, ξηλώθηκαν τα «πέταλα» των ορθίων, θεσπίστηκαν αυστηρότατα πρόστιμα, ενώ θεσμοθετήθηκαν τα κινητά δικαστήρια που επέτρεπαν την άμεση παραπομπή των συλληφθέντων έξω από το γήπεδο.
Ο κύριος στόχος της βρετανικής κυβέρνησης ήταν το τέλος της ανωνυμίας των χούλιγκαν και μέσω της πολιτικής βούλησης το πέτυχε. Οι αγγλικές ομάδες επέστρεψαν στην Ευρώπη το 1990, με την Αγγλία όμως να έχει χάσει πλέον την κορυφή της κατάταξης της UEFA, στην οποία κατάφερε να επιστρέψει μόλις το 2008.
Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

