Ο Πάμπλο Νερούδα, γεννημένος στις 12 Ιουλίου 1904, στο Παράλ της Χιλής, ήταν γιος του Χοσέ ντελ Κάρμεν Ρέγιες, ενός σιδηροδρομικού εργάτη, και της Ρόζα Μπασοάλτο.
Ο Νερούδα άρχισε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών, παρά τις προσπάθειες του πατέρα του να σταματήσει. Ο νεαρός ποιητής υιοθέτησε το ψευδώνυμο «Πάμπλο Νερούδα», με το οποίο και ξεκίνησε τις δημοσιεύσεις των ποιημάτων του στις τοπικές εφημερίδες και αργότερα σε περιοδικά που εκδίδονταν στη χιλιανή πρωτεύουσα.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1923. Η δεύτερη έγινε αμέσως επιτυχία. Σε ηλικία 20 ετών, ο Νερούδα είχε ήδη γίνει γνωστός. Εγκατέλειψε τις σπουδές γαλλικών που είχε ξεκινήσει, και αφιερώθηκε αποκλειστικά στην ποίηση. Ωστόσο, το μέλλον του φαινόταν αβέβαιο χωρίς σταθερή δουλειά, μέχρι που διορίστηκε επίτιμος πρόξενος στη Ρανγκούν της Βιρμανίας (σημερινή Γιανγκόν, Μιανμάρ). Στη συνέχεια, πήγε στο Κολόμπο της Κεϋλάνης (σημερινή Σρι Λάνκα). Με τον καιρό, ταυτίστηκε με τους λαούς της νοτιοανατολικής Ασίας, που ήταν κληρονόμοι αρχαίων πολιτισμών, αλλά ταυτόχρονα ζούσαν στη φτώχεια και είχαν δεχτεί την αποικιακή κυριαρχία και την πολιτική καταπίεση. Το 1930, ο Νερούδα διορίστηκε πρόξενος στην Μπατάβια (Τζακάρτα), πρωτεύουσα των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών (σημερινή Ινδονησία). Δύο χρόνια αργότερα, επέστρεψε στη Χιλή, αλλά ακόμα δεν ήταν σε θέση να ζήσει μόνο από την ποίηση. Το 1933 διορίστηκε πρόξενος της Χιλής στο Μπουένος Αϊρες της Αργεντινής, όπου γνώρισε τον Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Το επόμενο έτος, ο Νερούδα ανέλαβε καθήκοντα προξένου στη Βαρκελώνη και σύντομα μετατέθηκε στη Μαδρίτη. Εκεί, ύστερα και από συστάσεις του Λόρκα, έκανε πολλούς νέους φίλους, όπως οι Ραφαέλ Αλμπέρτι και Μιγκέλ Ερνάντες, οι οποίοι υιοθετούσαν ριζοσπαστικές πολιτικές απόψεις. Ο Νερούδα άρχισε να συμμερίζεται τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και να πλησιάζει όλο και περισσότερο τον κομμουνισμό. Με το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, το 1936, ταξίδευε εντός και εκτός Ισπανίας για τη συγκέντρωση χρημάτων εναντίον των Εθνικιστών.
Το 1937, επέστρεψε στη Χιλή και δύο χρόνια αργότερα διορίστηκε ειδικός πρόξενος στο Παρίσι, όπου επέβλεψε τη μετανάστευση στη χώρα του πολλών Ισπανών που ανήκαν στην πλευρά των ηττημένων του Εμφυλίου. Το 1940 ανέλαβε καθήκοντα γενικού πρόξενου της Χιλής στο Μεξικό. Παράλληλα, ξεκίνησε να εργάζεται πάνω σε ένα μακροσκελές ποίημα, το “Canto general”, ένα από τα πιο σημαντικά έργα του.
Με την επιστροφή του στη Χιλή θα εμπλεκόταν πια πιο άμεσα στην πολιτική. Το 1945 εξελέγη γερουσιαστής κι εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Υποστήριξε τον αριστερό υποψήφιο Γκαμπριέλ Γκονζάλες Βιντέλα στις εκλογές του επόμενου έτους, για να «προδοθεί» ύστερα από την εκλογή του τελευταίου, ο οποίος στράφηκε προς τα δεξιά δύο χρόνια αργότερα. Ο Νερούδα δεν δίστασε να δημοσιεύσει μια ανοιχτή επιστολή με την οποία τον επέκρινε. Αποτέλεσμα τούτου ήταν η αποβολή του από τη Γερουσία και ο κίνδυνος σύλληψής του. Τελικά, τον Φεβρουάριο του 1948, έφυγε από τη Χιλή, διασχίζοντας τις Ανδεις με άλογο τη νύχτα, έχοντας μαζί του το χειρόγραφο του “Canto General”, το οποίο και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1950.
Ενώ βρισκόταν στην εξορία, ο Νερούδα επισκέφθηκε τη Σοβιετική Ενωση, την Πολωνία, την Ουγγαρία και το Μεξικό. Το 1952, όταν η πολιτική κατάσταση στη Χιλή το επέτρεψε, επέστρεψε στην πατρίδα του. Μέχρι τότε, τα έργα του είχαν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, με αποτέλεσμα να μην έχει πια οικονομικό πρόβλημα. Αναγνωρισμένος και με οικονομική άνεση πλέον, είχε τη δυνατότητα να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, από την Κούβα και χώρες της Ευρώπης μέχρι την Κίνα. Αυτή η φάση είναι μια περίοδος αδιάκοπης γραφής. Μεταξύ του 1958 και του 1973 δημοσιεύτηκαν είκοσι βιβλία του, ενώ άλλα οκτώ κυκλοφόρησαν μετά θάνατον.
Οντας ήδη άρρωστος με καρκίνο, ο Νερούδα πληροφορήθηκε ότι είχε τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1971. Ταξίδεψε στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το βραβείο του και επέστρεψε στη Χιλή, όπου και πέρασε τα τελευταία χρόνια του σε δύσκολη κατάσταση μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου 1973 όταν και έφυγε από τη ζωή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές μελέτες έχουν απορρίψει την επίσημη αιτία θανάτου – αδυναμία λόγω καρκίνου. Για ορισμένους, ο Νερούδα δηλητηριάστηκε επειδή αντιτάχθηκε στον Αουγκούστο Πινοσέτ, ο οποίος είχε καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία 12 μέρες πριν, ανατρέποντας τον Σαλβαδόρ Αλιέντε, φίλο του Νερούδα.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

