Στα μέσα του 18ου αιώνα, η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών προσπαθούσε να επεκτείνει τον έλεγχό της στο εμπόριο και στα εδάφη της περιοχής. Εναν προφανή στόχο της αποτελούσε η Βεγγάλη, ενώ σύντομα αναδείχθηκε σε σημαντικό εμπορικό λιμάνι η Καλκούτα.
Στην περιοχή, όμως, ήταν επίσης παρούσα η Γαλλική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών. Μεταξύ αυτών των δύο εταιρειών –οι οποίες ουσιαστικά εκπροσωπούσαν τις φιλοδοξίες της αντίστοιχης κυβέρνησης στην Ινδία– προσπαθούσε να ισορροπήσει ο κυβερνήτης της Βεγγάλης, Siraj ud-Daulah.
Τα πράγματα περιπλάκησαν περισσότερο το 1756 όταν, εν μέσω αυξανόμενων εντάσεων με τη Γαλλική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών εξαιτίας του Επταετούς Πολέμου (1756-1763), οι Βρετανοί άρχισαν να ενισχύουν την άμυνα του οχυρού Ουίλιαμ στην περιοχή της Καλκούτας (το οποίο είχαν κατασκευάσει το 1712). Ανησυχώντας από αυτό, ο Siraj ud-Daulah διέταξε τόσο τους Βρετανούς όσο και τους Γάλλους να σταματήσουν τις όποιες οχυρωματικές εργασίες βρίσκονταν σε εξέλιξη. Κι ενώ οι Γάλλοι συμμορφώθηκαν, οι Βρετανοί συνέχισαν.
Απαντώντας σε αυτήν τη στάση τους, ο Siraj συγκέντρωσε τον στρατό του και προχώρησε στην πολιορκία του οχυρού Ουίλιαμ. Σε μια προσπάθεια διάσωσης των στρατιωτών που παρέμεναν σε αυτό, ο Βρετανός διοικητής διέταξε τους επιζώντες στρατιώτες της φρουράς του οχυρού να αποχωρήσουν, αφήνοντας πίσω περίπου 150 στρατιώτες υπό την πολιτική διοίκηση του John Zephaniah Holwell, ενός ανώτερου γραφειοκράτη της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει στρατιωτικός χειρουργός.
Σύμφωνα με τον τελευταίο, στις 20 Ιουνίου 1756 συνελήφθησαν αρκετοί αξιωματικοί και στρατιώτες που υπερασπίζονταν το οχυρό –αναφέρονται 146 άτομα, μεταξύ των οποίων και αρκετοί πολίτες–, οι οποίοι στη συνέχεια φυλακίστηκαν. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν Βρετανοί. Φαίνεται, όμως, ότι υπήρχαν και ορισμένοι Ολλανδοί και Πορτογάλοι υπήκοοι.
Οι συνθήκες κράτησής τους στο οχυρό ήταν αποπνικτικές. Ο χώρος εγκλεισμού τους χρησιμοποιούνταν συνήθως ως περιστασιακό κελί φυλάκισης για μικροκλέφτες και είχε διαστάσεις 5,5×4 μέτρα και μόνο δύο μικρά παράθυρα. Αποτέλεσμα τούτου ήταν το φως και ο αέρας που έμπαινε στον μικρό αυτό χώρο να είναι πολύ περιορισμένα. Αυτός ήταν ο λόγος που το συγκεκριμένο κελί ήταν γνωστό ως «Μαύρη Τρύπα».
Πιθανότατα υπήρχε η πρόθεση οι κρατούμενοι να παραμείνουν εκεί μόνο για μία νύχτα μέχρι να βρεθεί πιο κατάλληλος τόπος φυλάκισης. Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι ακόμα και αυτό το χρονικό διάστημα ήταν πολύ μεγάλο. Η υπερβολική ζέστη και η υγρασία που επικρατούσαν, σε συνδυασμό με τον ανεπαρκή αερισμό, είχαν ως συνέπεια να αφυδατωθούν και να μην μπορούν να αναπνεύσουν οι περισσότεροι από τους φυλακισμένους. Τελικώς από αυτούς επέζησαν μόνο 23 άνδρες. Αν και ο αριθμός των φυλακισμένων έχει αμφισβητηθεί –ορισμένοι αναφέρουν ότι οι φυλακισμένοι δεν ξεπερνούσαν τους 64 και οι επιζώντες τους 21–, το σίγουρο είναι ότι το συγκεκριμένο συμβάν επηρέασε καταλυτικά τις εξελίξεις.
Ο Holwell και άλλοι τρεις κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στην πόλη Murshidabad της δυτικής Βεγγάλης ως αιχμάλωτοι πολέμου. Οι υπόλοιποι επιζώντες αφέθηκαν ελεύθεροι με εντολή του διοικητή. Η βρετανική απάντηση, ωστόσο, ήταν άμεση. Τα βρετανικά στρατεύματα κατέλαβαν την Καλκούτα τον Ιανουάριο του 1757 και στη συνέχεια επικράτησαν του Siraj ud-Daulah στη μάχη του Πλάσεϊ (Ιούνιος 1757), με επακόλουθο την ανατροπή και την εκτέλεσή του.
Οι Βρετανοί ανήγειραν προς τιμήν των νεκρών της «Μαύρης Τρύπας» έναν οβελίσκο ύψους 15 μέτρων στην Καλκούτα, ενώ το οχυρό Ουίλιαμ έδωσε τη θέση του σε νεότερο φρούριο.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

