Σαν σήμερα: 17 Ιουνίου 1953 – Καταπνίγεται η εξέγερση των εργατών στο Ανατολικό Βερολίνο

Σαν σήμερα: 17 Ιουνίου 1953 – Καταπνίγεται η εξέγερση των εργατών στο Ανατολικό Βερολίνο

Σε πάνω από 700 πόλεις και χωριά σε όλη τη ΛΔΓ, περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες κατέβηκαν στους δρόμους

4' 25" χρόνος ανάγνωσης

Σχεδόν οκτώ χρόνια μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 17 Ιουνίου 1953, η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας συγκλονίστηκε από μια μαζική εξέγερση εργατών, η οποία γρήγορα μετατράπηκε σε πανεθνικό κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στο καθεστώς του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚΓ). 

Η εξέγερση αυτή, όμως, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Το υπόβαθρό της πρέπει να αναζητηθεί στο γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της Ανατολικής Γερμανίας. Μετά την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας το 1945, το έδαφος της χώρας διαιρέθηκε μεταξύ των Συμμάχων. Η Σοβιετική Ένωση εγκαθίδρυσε στον ανατολικό τομέα της Γερμανίας μια κομμουνιστική κυβέρνηση-δορυφόρο, υπό τον απόλυτο έλεγχό της. Το 1949 ιδρύθηκε επίσημα η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ), με επικεφαλής το ΕΣΚΓ, το οποίο προέκυψε από την αναγκαστική συγχώνευση των κομμουνιστών με τους σοσιαλδημοκράτες στη σοβιετική ζώνη.

Ο Βάλτερ Ούλμπριχτ, επικεφαλής του ΕΣΚΓ και πιστός σταλινικός, εφάρμοσε μια πολιτική ταχείας σοσιαλιστικοποίησης, ακολουθώντας το σοβιετικό πρότυπο. Οι ελευθερίες περιορίστηκαν δραστικά, η αντίθετη γνώμη ποινικοποιήθηκε, ο κρατικός μηχανισμός εκφοβισμού ενισχύθηκε μέσω της Στάζι (μυστικής αστυνομίας), ενώ η οικονομία οργανώθηκε σε κεντρικά διευθυνόμενα πενταετή πλάνα. Το αποτέλεσμα ήταν η χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου, η έλλειψη βασικών αγαθών, η γραφειοκρατική αναποτελεσματικότητα και η μαζική φυγή πολιτών προς τη Δύση, κυρίως μέσω του Βερολίνου.

Στις αρχές του 1953, η Μόσχα είχε ήδη αρχίσει να ανησυχεί για τη δυσφορία των λαών στις δορυφορικές της χώρες, ιδίως μετά τον θάνατο του Στάλιν τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς. Ο νέος σοβιετικός ηγετικός πυρήνας, με επικεφαλής τον Μπέρια και σύντομα τον Χρουστσόφ, προώθησε μια στρατηγική «αποσταλινοποίησης» και επιθυμούσε να χαλαρώσει τις πιέσεις στα σοσιαλιστικά καθεστώτα. Στην Ανατολική Γερμανία, όμως, ο Ούλμπριχτ επέμεινε να συνεχίσει την πολιτική της βίαιης κολεκτιβοποίησης και της εντατικοποίησης της εργασίας. Τον Μάιο του 1953, επιβλήθηκε αύξηση 10% στις ποσοστώσεις παραγωγής, χωρίς αντίστοιχη αύξηση αποδοχών. Το μέτρο λειτούργησε ως θρυαλλίδα.

Στις 16 Ιουνίου 1953, εργάτες οικοδομών στο Ανατολικό Βερολίνο άρχισαν απεργία και έκαναν πορεία προς το υπουργείο Εργασίας, ζητώντας την απόσυρση των αυξημένων ποσοστώσεων. Ωστόσο, η διαμαρτυρία τους γρήγορα μετατράπηκε σε πολιτική διεκδίκηση: ζητούσαν την παραίτηση της κυβέρνησης, ελεύθερες εκλογές και ελευθερία έκφρασης. Μέχρι το πρωί της 17ης Ιουνίου, η απεργία είχε εξελιχθεί σε πανεθνική εξέγερση.

Σε πάνω από 700 πόλεις και χωριά σε όλη τη ΛΔΓ, περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες κατέβηκαν στους δρόμους. Στο Βερολίνο, στη Δρέσδη, στη Λειψία, στη Χάλε, εργάτες, υπάλληλοι, μαθητές και διανοούμενοι διαδήλωναν με κοινό σύνθημα την ελευθερία. Καταλήψεις δημαρχείων, επιθέσεις σε κτίρια της Στάζι και απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων καταγράφηκαν σε διάφορες περιοχές. Οι Αρχές αιφνιδιάστηκαν, η κυβέρνηση έφτασε στα όρια της κατάρρευσης και ο Ούλμπριχτ κατέφυγε εσπευσμένα στη σοβιετική στρατιωτική διοίκηση.

Οι Σοβιετικοί ανέλαβαν αμέσως δράση. Η στρατιωτική διοίκηση επέβαλε στρατιωτικό νόμο και διέταξε την επέμβαση τεθωρακισμένων μονάδων. Σοβιετικά άρματα και στρατιώτες περικύκλωσαν το κέντρο των πόλεων και άνοιξαν πυρ κατά των διαδηλωτών. Τουλάχιστον 55 άνθρωποι σκοτώθηκαν εκείνες τις ημέρες, ενώ περισσότεροι από 1.300 συνελήφθησαν και εκατοντάδες οδηγήθηκαν σε συνοπτικές δίκες και φυλακίσεις. Ορισμένοι εκτελέστηκαν ως «προδότες της εργατικής τάξης».

«Η ανθρωποθάλασσα των εν εξεγέρσει εργατών, η οποία κατέκλυσε σήμερον διά δευτέραν ημέραν τας οδούς του Βερολίνου, εις ένα πρωτοφανές επαναστατικόν κίνημα των αόπλων ελευθέρων ανθρώπων εναντίον του σκοτεινού των δυνάστου, δεν εύρε σήμερον, όπως χθες, τας οδούς ελευθέρας», έγραφε στις 18 Ιουνίου η «Καθημερινή». «Ο σοβιετικός κατακτητής εγκατέλειψε την δήθεν διπλωματικήν αδιαφορίαν του, όταν είδε τον κίνδυνον της ανατροπής του οικοδομήματός του και είδε την λαϊκήν αγανάκτησιν υπερβαίνουσαν τα όρια, εντός των οποίων ηθέλησε να την περιορίση. Αστυνομικοί με κλομπς αντεμετώπισαν τα πλήθη, γιγαντιαία άρματα διήλσασν διά των οδών στρέψαντα τα απειλητικά στόμια των τηλεβόλων των ενατίον των εργατών, πεδινά πυροβόλα ετοποθετήθησαν εις επικαίρους θέσεις, τμήματα πεζικού επί αυτοκινήτων παρήλαυνον διά των οδών υπό την μοναδικήν απειλήν των αόπλων που διεμαρτύροντο διά την επίδειξιν της ωμής σιδηροφράκτου βίας και περί τας νυκτερινάς ώρας εκηρύχθη ο στρατιωτικός νόμος, αφού αγνώστου αριθμού τραυματίαι επλήρωσαν τους θαλάμους των νοσοκομείων και τους σταθμούς πρώτων βοηθειών και νεκροί μετεφέρθησαν εις τα νεκροταφεία όπως ενταφιασθούν εν βία. Αλλά οι διαδηλωταί δεν εξεδήλωσαν διά τούτο ολιγώτερον έντονα τα αισθήματα, τα οποία επλημμύριζαν την ψυχήν των. Έκαυσαν ερυθράς σημαίας, κατέστρεψαν τα σήματα ελέγχου εις τα μεταξύ των ζωνών όρια, επυρπόλησαν αστυνομικά φυλάκια και εκραύγαζαν συνεχώς “Θέλομεν ελευθερίαν και ελευθέρας εκλογάς. Ο Ιβάν (ο Ρώσος δηλαδή στρατιώτης) να γυρίση στο σπίτι του. Δεν είμεθα δούλοι. Κάτω η κομμουνιστική Κυβέρνησις”. Άνδρες της λαϊκής αστυνομίας προσεχώρησαν εις τους επαναστάτας. Εξεδίωξαν και αυτόν τον ηγέτην της κομμουνιστικής Κυβερνήσεως Νούσκε».

Η κυβέρνηση Ούλμπριχτ, αντί να αναπροσαρμόσει την πολιτική της, ενίσχυσε περαιτέρω την καταστολή. Η εξέγερση ερμηνεύτηκε ως απόπειρα «φασιστικής και ιμπεριαλιστικής υπονόμευσης», και το κόμμα συνέχισε να κυβερνά με σιδηρά πυγμή. Παρ’ όλα αυτά, στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ και του ανατολικού μπλοκ, οι εξελίξεις του Ιουνίου του 1953 λειτούργησαν ως σοκ: κατέδειξαν ότι η λαϊκή δυσαρέσκεια δεν είχε εξαλειφθεί, και ότι οι κοινωνίες του υπαρκτού σοσιαλισμού μπορούσαν να εκραγούν όταν οι πιέσεις ξεπερνούσαν τα όριά τους.

Στη Δυτική Γερμανία, η 17η Ιουνίου καθιερώθηκε ως «Ημέρα της Γερμανικής Ενότητας» και τιμήθηκε ως σύμβολο του πόθου για ελευθερία και επανένωση. Μετά το 1990, η εθνική εορτή μεταφέρθηκε στην 3η Οκτωβρίου, ωστόσο η μνήμη της εξέγερσης διατηρείται σε μνημεία, μουσεία και εκπαιδευτικά προγράμματα, ιδίως στα νέα κρατίδια του πρώην ανατολικού τομέα. Η Εξέγερση της 17ης Ιουνίου 1953 υπήρξε πρόδρομος για τα γεγονότα στην Ουγγαρία (1956), στην Τσεχοσλοβακία (1968) και τελικά στην Πολωνία και στη Ρουμανία τη δεκαετία του 1980.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT