Μποπάλ, το χρονικό ενός τοξικού εφιάλτη

Η ινδική πόλη βίωσε το χειρότερο βιομηχανικό ατύχημα που έχει συμβεί ποτέ στην Ιστορία

7' 16" χρόνος ανάγνωσης

Τη νύχτα της 2ας Δεκεμβρίου 1984 το Μποπάλ, πρωτεύουσα της ινδικής πολιτείας Μάντια Πραντές, βίωσε το χειρότερο βιομηχανικό ατύχημα που έχει συμβεί ποτέ στην Ιστορία. Τεράστιες ποσότητες –πάνω από 40 τόνοι– του τοξικού αερίου MIC (ισοκυανικό μεθύλιο) διέρρευσαν στην ατμόσφαιρα από ένα εργοστάσιο παρασκευής εντομοκτόνων αμερικανικών συμφερόντων. Μέσα σε μόνο λίγες ώρες, κατά τη διάρκεια της ψυχρής ησυχίας της νύχτας, η πυκνοκατοικημένη πόλη μετατράπηκε σε έναν γιγαντιαίο θάλαμο τοξικού αερίου.

Η διαρροή προκάλεσε 2.259 ακαριαίους θανάτους, ενώ τριπλάσιος είναι ο αριθμός των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους τις αμέσως επόμενες ημέρες. Τα πρώτα συμπτώματα της έκθεσης ήταν βήχας, σοβαρός ερεθισμός των ματιών, αίσθημα ασφυξίας, κάψιμο στην αναπνευστική οδό, δύσπνοια, πόνοι στο στομάχι. Αρκετά χρόνια μετά την τραγωδία, κάτοικοι που είχαν εκτεθεί στο τοξικό αέριο εξακολουθούσαν να έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας. Καθυστερημένη ανάπτυξη, παραμορφώσεις και γενετικές ανωμαλίες σε παιδιά με γονείς που εκτέθηκαν στο αέριο και άλλα χρόνια προβλήματα επηρέασαν και στιγμάτισαν ολόκληρες γενιές. Το 2006, κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι η διαρροή προκάλεσε 22.000 θανάτους και πάνω από 550.000 σοβαρούς τραυματισμούς.

Μποπάλ, το χρονικό ενός τοξικού εφιάλτη-1
11.12.1984. Η Μητέρα Τερέζα παρηγορεί ένα νεαρό θύμα της διαρροής σε νοσοκομείο του Μποπάλ. Οι τραυματίες από το ισοκυανικό μεθύλιο ανήλθαν σε εκατοντάδες χιλιάδες. [ASSOCIATED PRESS]

Το περιβάλλον στην πόλη και στις γύρω περιοχές μολύνθηκε από το τοξικό αέριο, προκαλώντας ανεπανόρθωτες βλάβες στη βλάστηση και στις καλλιέργειες, στα ύδατα και στη γη. Χιλιάδες τόνοι τοξικών αποβλήτων εξακολουθούν να βρίσκονται εντός του εγκαταλελειμμένου σήμερα εργοστασιακού χώρου. Το δυστύχημα επηρέασε αναπόφευκτα και τον οικονομικό τομέα, εφόσον η κατάρρευση των τοπικών επιχειρήσεων, η απώλεια εργαζομένων και τα υψηλά κόστη για τις θεραπείες οδήγησαν σε εκτεταμένη φτώχεια. Ακόμη και σήμερα η οικονομία του Μποπάλ δεν έχει ανακάμψει.

Μποπάλ, το χρονικό ενός τοξικού εφιάλτη-2
6.12.1984. Οπως φαίνεται από τους τίτλους της «Κ», τρεις ημέρες μετά την τοξική διαρροή οι νεκροί στο Μποπάλ έχουν ήδη ξεπεράσει τους 2.000 και οι τραυματίες τους 25.000. Ο τελικός απολογισμός και αριθμητικά και χρονικά ήταν τεράστιος.

Aνύπαρκτες δικλίδες ασφαλείας

Η διαρροή του τοξικού αερίου συνδεόταν με χρόνιες παθογένειες στη σύσταση, στη λειτουργία και στην ασφάλεια του εργοστασίου. Με κίνητρα που έδωσε η ινδική κυβέρνηση για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις τη δεκαετία του 1970, η αμερικανική εταιρεία Union Carbide Corporation ανέλαβε την ίδρυση εργοστασίου για την παραγωγή του Sevin, ενός εντομοκτόνου που χρησιμοποιείται ευρέως στην Ασία. Ο τόπος όπου εγκαταστάθηκε το εργοστάσιο προοριζόταν για ελαφριά βιομηχανική και εμπορική χρήση, και όχι για επικίνδυ-νη βιομηχανία.

Οι παραβιάσεις ως προς τον ενδεδειγμένο τρόπο λειτουργίας ενός τέτοιου εργοστασίου αλλά και η κακή διαχείριση των εμπλεκομένων τη στιγμή της διαρροής ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες που οδήγησαν στο μοιραίο δυστύχημα. Το εργοστάσιο είχε άδεια μόνο για τη σύνθεση φυτοφαρμάκων.

Αργότερα, όμως, άρχισε να παράγει τις πρώτες ύλες, καθώς και ενδιάμεσα συστατικά για τη σύνθεση του τελικού προϊόντος, μια διαδικασία περισσότερο επικίνδυνη. Η περιορισμένη ζήτηση των φυτοφαρμάκων και η συνακόλουθη απώλεια κέρδους οδήγησαν τη διοίκηση σε αποφάσεις για την πώληση του εργοστασίου και τη μεταφορά της παραγωγής σε άλλη αναπτυσσόμενη χώρα· ελλείψει όμως υποψήφιου αγοραστή, η διοίκηση προχώρησε σε περικοπές στον εξοπλισμό και στο προσωπικό.

Η διαρροή άνω των 40 τόνων αερίου ισοκυανικού μεθυλίου προκάλεσε 22.000 θανάτους και 550.000 τραυματισμούς.

Οι δικλίδες ασφαλείας που αφορούσαν τη λειτουργία του εργοστασίου αποδείχθηκαν εξίσου ελλιπείς, καθώς είτε δεν λειτουργούσαν είτε δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες ενός ατυχήματος τέτοιου βεληνεκούς. Τη στιγμή του δυστυχήματος το εργοστάσιο δούλευε με μειωμένο και ελλιπώς εκπαιδευμένο προσωπικό. Επιπλέον, η τοπική κοινωνία που ζούσε γύρω από το εργοστάσιο ουδέποτε είχε ενημερωθεί για τους κινδύνους από ενδεχόμενη διαρροή, αλλά ούτε και για τους τρόπους αντιμετώπισης αυτών των κινδύνων σε περίπτωση ατυχήματος.

Μποπάλ, το χρονικό ενός τοξικού εφιάλτη-3
Χιλιάδες ζώα πέθαναν από το τοξικό αέριο. Η κτηνοτροφική και η γεωργική παραγωγή υπέστησαν καταστροφικό πλήγμα και η οικονομία της περιοχής δεν έχει ανακάμψει ακόμη. [ASSOCIATED PRESS]

Οι δικαστικές διαμάχες, που διήρκεσαν συνολικά σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, κατέληξαν σε ευτελείς αποζημιώσεις και εξευτελιστικά χαμηλές ποινές και πρόστιμα για τους υπευθύνους της τραγωδίας. Από το δυστύχημα και μετά, το εργοστάσιο παραμένει κλειστό και εγκαταλελειμμένο. Στο μεταξύ, η εταιρεία πουλήθηκε σε πασίγνωστη αμερικανική πολυεθνική εταιρεία χημικών, η οποία ωστόσο δεν προχώρησε στην απολύμανση του χώρου και στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος.

Θέσπιση αυστηρής νομοθεσίας πρόληψης

Αυτό το τραγικό δυστύχημα αφύπνισε την κοινή γνώμη ως προς τους κινδύνους για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία όχι μόνο των επικίνδυνων χημικών ουσιών αλλά και των διαδικασιών παραγωγής τους. Οι εκκλήσεις της κοινής γνώμης είχαν όμως μεγαλύτερη απήχηση στην Ευρώπη, όπου υποκίνησαν νέες διορθωτικές ρυθμιστικές παρεμβάσεις με στόχο την πρόληψη και τον περιορισμό του κινδύνου ατυχημάτων.

Οταν συνέβη η καταστροφή, στην τότε ΕΟΚ ίσχυαν ήδη ρυθμίσεις για τα βιομηχανικά ατυχήματα μεγάλης έκτασης. Η «οδηγία Σεβέζο», που πήρε την ονομασία της από την ομώνυμη ιταλική πόλη που έζησε ένα μεγάλης κλίμακας βιομηχανικό ατύχημα το 1976, είναι το πρώτο και πιο επιδραστικό νομοθέτημα σε αυτό το πεδίο. Υιοθετήθηκε το 1982 και έκτοτε έχει τροποποιηθεί τρεις φορές, μία μετά το Μποπάλ και, στη συνέχεια, το 1996 και το 2012. Ρυθμίζει όχι μόνο τις επικίνδυνες ουσίες που βρίσκονται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης τοξικών χημικών, αλλά και τις ίδιες τις επικίνδυνες διαδικασίες.

Καθυστερημένη ανάπτυξη, παραμορφώσεις και γενετικές
ανωμαλίες σε παιδιά με γονείς που εκτέθηκαν στο αέριο και άλλα χρόνια προβλήματα στιγμάτισαν τις μετέπειτα γενιές. 

Η οδηγία υποχρεώνει τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να προσδιορίζουν τους κινδύνους που συνδέονται με ορισμένες βιομηχανικές δραστηριότητες και τα μέσα αντιμετώπισής τους. Εφαρμόζεται στις εγκαταστάσεις όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες (είτε ως πρώτη ύλη είτε ως ενδιάμεσο προϊόν ή κατάλοιπο) και επιβάλλει στα κράτη-μέλη την υποχρέωση να μεριμνούν ούτως ώστε οι φορείς εκμετάλλευσης –δηλαδή οι υπεύθυνοι κατά τον νόμο για τις εγκαταστάσεις που έχουν επικίνδυνες ουσίες– να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη μεγάλων ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους, εφόσον αυτά συμβούν.

Τα μέτρα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κατάρτιση πολιτικής πρόληψης ατυχημάτων, την υποβολή μελέτης ασφαλείας, καθώς και την κατάρτιση εσωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης. Σε αντίθεση με την Ε.Ε., στις ΗΠΑ δεν υπάρχει ένα ενιαίο νομοθέτημα που να διέπει την ετοιμότητα ανάγκης και τα βιομηχανικά ατυχήματα. Η ομοσπονδιακή νομοθεσία απαιτεί από τις δημόσιες αρχές να διαθέτουν σχέδιο αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης, να το αναθεωρούν κάθε χρόνο και να ενημερώνουν το κοινό για τα χημικά που βρίσκονται στην κοινότητά τους. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις οφείλουν να υιοθετούν ειδικό σχέδιο διαχείρισης κινδύνου και να ενημερώνουν τις δημόσιες αρχές για κάθε περίπτωση έκτακτης ανάγκης από έκλυση ορισμένων εξαιρετικά επικίνδυνων ουσιών (Emergency Planning and Community Right-to-Know Act, 1986).

Παρά τις προσπάθειες για την επίτευξη ορισμένου συντονισμού και εναρμόνισης σε διεθνές επίπεδο, η διεθνής νομοθεσία για τα χημικά και τα βιομηχανικά ατυχήματα είναι κατακερματισμένη. Αφορά είτε συγκεκριμένες ουσίες (χημικά, βαρέα μέταλλα ή ορισμένους τύπους αποβλήτων) και διαδικασίες μεταφοράς (π.χ. σύμβαση για τη διασυνοριακή μεταφορά επικίνδυνων αποβλήτων) είτε συγκεκριμένες περιφέρειες (π.χ. σύμβαση για τις διασυνοριακές επιπτώσεις των βιομηχανικών ατυχημάτων που αφορά την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική). Ο κατακερματισμός της νομοθεσίας σε συνδυασμό με την ολοένα αυξανόμενη μεταφορά της παραγωγής και της κατανάλωσης επικίνδυνων ουσιών και δραστηριοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες αμβλύνουν τις προκλήσεις που συνεπάγονται η πρόληψη και η καταστολή βιομηχανικών ατυχημάτων.

Μποπάλ, το χρονικό ενός τοξικού εφιάλτη-4
Η μονάδα της Union Carbide Corporation λίγες ημέρες μετά το δυστύχημα. Ο τόπος όπου εγκαταστάθηκε το εργοστάσιο προοριζόταν για ελαφριά βιομηχανική και εμπορική χρήση, και όχι για επικίνδυνη βιομηχανία. [ASSOCIATED PRESS]

Αυστηρότεροι έλεγχοι ασφαλείας για τις ξένες επενδύσεις 

Η καταστροφή στο Μποπάλ θέτει ένα επιπλέον ζήτημα που αφορά τον έλεγχο των ξένων επενδύσεων και την ανάγκη τήρησης αυστηρών προδιαγραφών ασφαλείας και ετοιμότητας για την αντιμετώπιση βιομηχανικών ατυχημάτων. 
Το ατύχημα του Μποπάλ αλλά και άλλα ατυχήματα μεγάλης έκτασης στα οποία εμπλέκονταν πολυεθνικές επιχειρήσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο που συνέβη στην εξέδρα γεώτρησης πετρελαίου Deepwater Horizon στον Κόλπο του Μεξικού το 2010, δείχνουν ότι η γνωστή ονομασία μιας πολυεθνικής επιχείρησης ή η ιθαγένεια της μητρικής εταιρείας δεν αποτελούν εγγύηση για την πρόληψη και την αντιμετώπιση ατυχημάτων, ούτε για την επανόρθωση, σε περίπτωση που αυτά συμβούν.

Ευκαιρία για ενθάρρυνση της στροφής προς πιο βιώσιμες πρακτικές παραγωγής. 

Η πρόληψη της ζημιάς και η μείωση του κινδύνου ατυχημάτων αποτελούν υποχρέωση της κυβέρνησης της χώρας υποδοχής των επενδύσεων, η οποία χορηγεί άδειες σε ξένες επιχειρήσεις και οφείλει να μεριμνά για τις επικίνδυνες δραστηριότητες που διεξάγονται στο έδαφος της χώρας ή σε περιοχές υπό τη δικαιοδοσία της. Πρόκειται για μια υποχρέωση που δεν έχει μόνο ισχυρό νομικό έρεισμα αλλά και ηθική διάσταση, απέναντι στον πληθυσμό της χώρας που υπηρετεί η εκάστοτε κυβέρνηση αλλά και στις επόμενες γενιές. 

Η μέριμνα για την ασφάλεια έναντι βιομηχανικών ατυχημάτων παρέχει επίσης μια άλλη, ίσως λιγότερο εμφανή ευκαιρία για ενθάρρυνση της στροφής προς λιγότερο ρυπογόνες, πιο βιώσιμες πρακτικές παραγωγής, οι οποίες θα συνάδουν με τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης που δεσμεύουν όλες τις χώρες, καθώς και με τους στόχους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η οποία μας ταλαιπωρεί και θα εξακολουθεί να μας ταλαιπωρεί όσο δεν λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. 
 
*Η κ. Εμμανουέλα Δούση είναι καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών 
στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ 
και κάτοχος της έδρας UNESCO για την κλιματική διπλωματία. 

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT