Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία

Η προσήλωση του σοσιαλδημοκράτη Ραούλ Αλφονσίν στην αποκατάσταση του κράτους δικαίου συνέβαλε στην εκλογική νίκη του επί του Περονικού Κόμματος

7' 35" χρόνος ανάγνωσης

Η ήττα της Αργεντινής στον πόλεμο των Φόκλαντ, τον Ιούνιο του 1982, απαξίωσε πλήρως το δικτατορικό καθεστώς που κυβερνούσε τη χώρα από το 1976 και άνοιξε αμετάκλητα τον δρόμο για την επιστροφή στη δημοκρατική νομιμότητα. Οι πρώτες ελεύθερες εκλογές διενεργήθηκαν στις 30 Οκτωβρίου 1983 και έγιναν το ιδρυτικό γεγονός μιας νέας φάσης στην πολιτική ιστορία της Αργεντινής, η οποία από το 1930 είχε σημαδευτεί από αλλεπάλληλα πραξικοπήματα και δικτατορίες. Η προεδρία του μεγάλου νικητή των εκλογών, Ραούλ Αλφονσίν, ταυτίστηκε με τη διαδικασία αποκατάστασης του κράτους δικαίου, η οποία κινητοποίησε την αργεντινή κοινωνία ξυπνώντας ενθουσιασμό και προσδοκίες. Η κυβέρνηση Αλφονσίν ωστόσο ήρθε εξαρχής αντιμέτωπη με σειρά από προβλήματα, που απείλησαν την πρόσφατα αποκατεστημένη Δημοκρατία: τις πιέσεις από την πλευρά των ενόπλων δυνάμεων, τις θεσμικές αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και μια βαθιά οικονομική κρίση που θα υπονόμευε την ουσία της πολιτικής.

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία-1
30.10.1983. Εκλογικό τμήμα. Η ηγεσία του στρατού είχε ανακοινώσει τη δέσμευση των ενόπλων δυνάμεων για επιστροφή στη Δημοκρατία το αργότερο κατά το πρώτο τρίμηνο του 1984. Οι μαζικές διαδηλώσεις, ωστόσο, οδήγησαν στην επίσπευση των εκλογών. [ASSOCIATED PRESS]

Οι κάλπες επισπεύδονται

Μετά την ήττα στα Φόκλαντ, ο τελευταίος πρόεδρος της χούντας, στρατηγός Ρεϊνάλντο Μπινιόνε, ανακοίνωσε τη δέσμευση των ενόπλων δυνάμεων για επιστροφή στη Δημοκρατία το αργότερο κατά το πρώτο τρίμηνο του 1984. Οι μαζικές διαδηλώσεις που σημειώθηκαν τον Δεκέμβριο του 1982 οδήγησαν στην επίσπευση των εκλογών, που τελικά ορίστηκαν στις 30 Οκτωβρίου 1983. Σε ένα κλίμα έντονης κοινωνικής διαμαρτυρίας και πολιτικών πιέσεων, η πανικόβλητη χούντα ψήφισε, ένα μήνα πριν από τις εκλογές, ένα νόμο αυτο-αμνηστίας που αφαιρούσε από τη μελλοντική κυβέρνηση τη δυνατότητα να δικάσει τα μέλη του στρατιωτικού καθεστώτος για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αντίδραση που προκάλεσαν αυτές οι κινήσεις της χούντας και η γενικότερη αδιαλλαξία που επέδειξαν οι στρατιωτικοί στο θέμα των αγνοουμένων, ατσάλωσαν τη βούληση της κοινωνίας για απονομή δικαιοσύνης, γεγονός που συνέβαλε στην αναπάντεχα άνετη εκλογική νίκη του υποψηφίου της Ενωσης Ριζοσπαστών, Ραούλ Αλφονσίν, που ήταν ο πολιτικός αρχηγός ο οποίος είχε δεσμευθεί περισσότερο από όλους στο θέμα της απόδοσης δικαιοσύνης. Το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι στο πολιτισμικό τοπίο εκείνης της εποχής, η δικαιοσύνη είχε γίνει, στη συνείδηση των πολιτών, αυταπόδεικτη αξία και φάνταζε ως ανάχωμα για την εύθραυστη δημοκρατία, που ξεκινούσε υπό πολλές πιέσεις.

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία-2
28.10.1983. Ο υποψήφιος του Περονικού Κόμματος, Ιταλο Λούδερ, στην τελευταία προεκλογική ομιλία πριν από τις κάλπες, που έβγαλαν νικήτρια την Ενωση Ριζοσπαστών με 52%. [ASSOCIATED PRESS]

Ο Ραούλ Αλφονσίν, με υποψήφιο αντιπρόεδρο τον Βίκτορ Μαρτίνες, έλαβε σχεδόν το 52% των ψήφων και επικράτησε άνετα του υποψηφίου του Περονικού Κόμματος, Ιταλο Λούδερ. Ως νομικός με μακρά διαδρομή στον αγώνα για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Αλφονσίν είχε επικρατήσει στις εσωκομματικές εκλογές της Ενωσης Ριζοσπαστών, της πολιτικής δύναμης που από τις αρχές του 20ού αιώνα είχε διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην πολιτική ζωή της Αργεντινής. Το αποτέλεσμα των εκλογών από τη μία πλευρά επιβεβαίωσε την κυριαρχία του δικομματικού συστήματος που είχε επικρατήσει στη χώρα από τη δεκαετία του 1940 –η Ενωση Ριζοσπαστών και το Περονικό Κόμμα απέσπασαν το 92% των ψήφων– και από την άλλη, διέκοψε την επί τέσσερις δεκαετίες πολιτική ηγεμονία του περονισμού. Παρόλο που διατηρούσε τα ερείσματά του, το 1983 το Περονικό Κόμμα εμφανιζόταν αποδυναμωμένο λόγω της ανάμνησης της αντιδημοφιλούς κυβέρνησης της Ισαβέλ Περόν (1974-1976), του μακροχρόνιου αποκλεισμού του από τις εκλογικές διαδικασίες και του γεγονότος ότι είχε πληρώσει βαρύ φόρο αίματος στο δικτατορικό καθεστώς, αφού πολλά στελέχη του είχαν φυλακιστεί, εξοριστεί ή συμπεριλαμβάνονταν στους χιλιάδες αγνοουμένους.

Το σοσιαλδημοκρατικό προφίλ του Αλφονσίν και η προσήλωσή του στην αποκατάσταση του κράτους δικαίου βρήκαν απήχηση στους νέους και στα μεσαία αστικά στρώματα, ενώ κέρδισε και την υποστήριξη του πνευματικού κόσμου. Συγκέντρωσε επίσης τις ψήφους όσων τον θεωρούσαν τον μόνο ικανό υποψήφιο να νικήσει τον περονισμό, που μέχρι και τις παραμονές των εκλογών φαινόταν ως πιθανότερος νικητής. Στην επιτυχία του Αλφονσίν συνέβαλε η ξεκάθαρη δέσμευσή του ότι δεν θα δεχόταν την αμνηστία της χούντας, καθώς και το ενωτικό πνεύμα της προεκλογικής εκστρατείας του, που ερχόταν σε αντίθεση με τον διχαστικό λόγο των στελεχών του περονισμού.

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία-3
14.12.1983. Ο Ραούλ Αλφονσίν σε διάγγελμά του δηλώνει ότι οι υπεύθυνοι των απαγωγών, βασανιστηρίων και δολοφονιών χιλιάδων Αργεντινών δεν μπορεί να μείνουν ατιμώρητοι. [ASSOCIATED PRESS]

Η δίκη της χούντας

Η κυβέρνηση Αλφονσίν απέδειξε, από τα πρώτα της βήματα, τη δέσμευσή της στο θέμα της κάθαρσης για τα εγκλήματα της χούντας. Λίγες ημέρες μετά την ανάληψη της εξουσίας, στις 10 Δεκεμβρίου 1983, ο νέος πρόεδρος εξέδωσε δύο σημαντικότατα διατάγματα: Το ένα παρέπεμπε σε δίκη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας εννέα στρατιωτικούς, επικεφαλής των σωμάτων των ενόπλων δυνάμεων και της χούντας που κυβέρνησε τη χώρα από τον Μάρτιο του 1976 έως τον πόλεμο των Φόκλαντ. Το δεύτερο διάταγμα παρέπεμπε στη Δικαιοσύνη τους επικεφαλής των αντάρτικων οργανώσεων που είχαν προβεί σε τρομοκρατικές πράξεις.

Επιπλέον, με άλλο προεδρικό διάταγμα στις 15 Δεκεμβρίου 1983 συγκροτήθηκε η Επιτροπή για την Εξαφάνιση των Προσώπων, με σκοπό τη συγκέντρωση καταγγελιών και τη συλλογή πειστηρίων για τα εγκλήματα της χούντας, τα οποία θα κρίνονταν από τη Δικαιοσύνη. Η δεκαεξαμελής επιτροπή αποτελούνταν από επιφανείς επιστήμονες, ακαδημαϊκούς, συγγραφείς, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκπροσώπους της Εκκλησίας. Το επόμενο διάστημα, τα μέλη της περιέτρεξαν την Αργεντινή αλλά και άλλες χώρες όπως η Ισπανία, η Γαλλία και το Μεξικό, όπου αναζητούσαν μάρτυρες για να πάρουν καταθέσεις. Οι μαρτυρίες που συγκεντρώθηκαν άνοιξαν τον δρόμο για τη δίκη της χούντας, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1985, και παρείχαν τις αποδείξεις για τα εγκλήματα του καθεστώτος.

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία-4
Συγκέντρωση των «Μητέρων της Πλατείας Μαΐου» με φωτογραφίες των εξαφανισμένων παιδιών τους. [ASSOCIATED PRESS]

Η έκθεση της επιτροπής, με τον δηλωτικό τίτλο «Ποτέ ξανά», παραδόθηκε, μέσω επίσημης τελετής στις 20 Σεπτεμβρίου 1984, στον Ραούλ Αλφονσίν από τον πρόεδρό της, τον συγγραφέα Ερνέστο Σάμπατο, ο οποίος χαρακτήρισε το έργο της επιτροπής «ως κάθοδο στην Κόλαση». Η αποκάλυψη του εξοντωτικού μηχανισμού που είχε οργανώσει η χούντα, τάραξε τη συνείδηση της κοινής γνώμης και προκάλεσε συγκίνηση στην παγκόσμια κοινότητα. Από την άλλη πλευρά, η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας προκάλεσε δυσφορία στους στρατιωτικούς κύκλους. Την παραμονή της έναρξης της δίκης, ο πρόεδρος Αλφονσίν, σε μια δραματική ομιλία, κατήγγειλε την ύπαρξη συνωμοτικών σχεδίων για πραξικόπημα και κάλεσε τους συμπολίτες του να υπερασπιστούν τη Δημοκρατία.

Ο συγγραφέας Ερνέστο Σάμπατο, πρόεδρος της επιτροπής που συγκέντρωσε καταγγελίες και συνέλεξε πειστήρια για τα εγκλήματα της χούντας, κατά την παράδοση του πορίσματος χαρακτήρισε το έργο της «ως κάθοδο στην Κόλαση».

Το αρχικό σχέδιο του Αλφονσίν ήταν τα μέλη της χούντας να δικαστούν από στρατιωτικό δικαστήριο, ωστόσο, λόγω της κωλυσιεργίας της στρατιωτικής δικαιοσύνης, αποφασίστηκε, τον Οκτώβριο του 1984, την υπόθεση να αναλάβει η τακτική δικαιοσύνη. Με την ετυμηγορία της 9ης Δεκεμβρίου 1985 καταδικάστηκαν οι πέντε από τους επικεφαλής της χούντας. Το πιο γνωστό πρόσωπο του καθεστώτος, ο Χόρχε Ραφαέλ Βιδέλα, και ο αρχηγός του πολεμικού ναυτικού, Εμίλιο Μασέρα, καταδικάστηκαν σε ισόβια.

Πολυμέτωπος αγώνας: στρατός, συνδικαλιστές, χρέος

Η κυβέρνηση του Αλφονσίν ανέλαβε την εξουσία με ένα εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα που την έφερε αντιμέτωπη με τα κορπορατιστικά συμφέροντα, όχι μόνο του στρατού αλλά και άλλων ισχυρών θεσμών, όπως τα συνδικάτα και η Εκκλησία. Βασικός στόχος του Αλφονσίν ήταν η ανανέωση του πολιτικού συστήματος και η αναδιάρθρωση της οικονομίας. Οι δημοκρατικές αλλαγές που επεδίωξε να φέρει στον τρόπο διοίκησης των παραδοσιακά πανίσχυρων στην Αργεντινή συνδικάτων, τον έφερε αντιμέτωπο με τη συνδικαλιστική ηγεσία, που ανήκε στον πολιτικό χώρο του περονισμού: από την αρχή του 1984, η Γενική Εργατική Συνομοσπονδία κήρυξε αλλεπάλληλες γενικές απεργίες που παρέλυαν τη χώρα και δυσκόλευαν το κυβερνητικό έργο. Παράλληλα, η προώθηση μιας ουσιαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης τον έφερε αντιμέτωπο με την Καθολική Εκκλησία, που παραδοσιακά έλεγχε την ιδιωτική εκπαίδευση στην Αργεντινή.

Η δύσκολη πορεία της Αργεντινής προς τη Δημοκρατία-5
1.11.1983. Στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας που θα σχηματίσει ο «κεντρώος» Ραούλ Αλφονσίν στην Αργεντινή, μετά επτά χρόνια δικτατορίας, αναφέρεται ο τίτλος του πρωτοσέλιδου θέματος στην «Κ».

Η άλλη μεγάλη πρόκληση ήρθε από την οικονομία: η δημοκρατική μετάβαση έλαβε χώρα εν μέσω της λατινοαμερικανικής κρίσης χρέους, που εκδηλώθηκε με ένταση στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Οι ρίζες της κρίσης βρίσκονταν στη δεκαετία του 1970, κατά την οποία χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Αργεντινή δανείστηκαν με χαμηλά επιτόκια υπέρογκα ποσά από διεθνείς πιστωτές. Το πρόβλημα εκδηλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, στο πλαίσιο της νέας αντιπληθωριστικής πολιτικής, αύξησε δραματικά το χρέος της Αργεντινής και άλλων χωρών της περιοχής. Η κρίση έγινε αισθητή στη χώρα με πολλούς τρόπους: διακοπή της ανάπτυξης, μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, υποχώρηση της εκβιομηχάνισης, φυγή κεφαλαίων, συνεχείς υποτιμήσεις του εθνικού νομίσματος και, κυρίως, πληθωρισμό. Το 1985, η κυβέρνηση Αλφονσίν ξεκίνησε την εφαρμογή του «σχεδίου του Νότου», ενός οικονομικού προγράμματος που μεταξύ άλλων εισήγαγε νέο εθνικό νόμισμα, το οποίο αντικατέστησε το πέσο. Στην αρχή το σχέδιο έγινε θετικά δεκτό από την κοινωνία, κυρίως επειδή πέτυχε τον έλεγχο του πληθωρισμού, γεγονός που αποτυπώθηκε στην κυβερνητική νίκη στις βουλευτικές εκλογές του 1985. Ωστόσο, στο εξής, τα επίμονα προβλήματα και η αναγκαστική στροφή προς μια «οικονομία πολέμου», με μέτρα λιτότητας και κρατικές μεταρρυθμίσεις, έφεραν την κυβέρνηση αντιμέτωπη με την περονική αντιπολίτευση και με τα συνδικάτα. Τα επόμενα χρόνια, η αποτυχία του οικονομικού προγράμματος θα προκαλούσε μια μοναδική κρίση υπερπληθωρισμού και κυβερνησιμότητας, που θα οδηγούσε τον Ραούλ Αλφονσίν σε πρόωρη παραίτηση.

*Η κ. Μαρία Δαμηλάκου είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT