Εκλογές – σταθμός για τη Βρετανία

Οι κάλπες του ’83 ανέδειξαν θριαμβευτές τους Συντηρητικούς, σηματοδοτώντας την απαρχή μιας νέας εποχής για τους Εργατικούς

εκλογές-σταθμός-για-τη-βρετανία-563327005 9.6.1983: Η Θάτσερ πανηγυρίζει το βράδυ του εκλογικού θριάμβου της. Αν και ήταν από τους πιο αντιδημοφιλείς πρωθυπουργούς κατά τα πρώτα χρόνια της θητείας της, η νίκη της Βρετανίας στα Φόκλαντ ένα χρόνο νωρίτερα βελτίωσε πολύ την προσωπική της δημοφιλία. [ASSOCIATED PRESS]
9.6.1983: Η Θάτσερ πανηγυρίζει το βράδυ του εκλογικού θριάμβου της. Αν και ήταν από τους πιο αντιδημοφιλείς πρωθυπουργούς κατά τα πρώτα χρόνια της θητείας της, η νίκη της Βρετανίας στα Φόκλαντ ένα χρόνο νωρίτερα βελτίωσε πολύ την προσωπική της δημοφιλία. [ASSOCIATED PRESS]

Η δεύτερη εκλογική νίκη της Μάργκαρετ Θάτσερ το 1983 ήταν μια από τις πιο καθοριστικές στη μεταπολεμική Βρετανία. Οι Συντηρητικοί επωφελήθηκαν από έναν αγώνα τριών κύριων διεκδικητών, στον οποίο οι ψήφοι υπέρ της αντιπολίτευσης μοιράστηκαν μεταξύ του Εργατικού Κόμματος και της νεοσυσταθείσας Συμμαχίας Φιλελευθέρων/SDP. Η Θάτσερ είδε την πλειοψηφία της να αυξάνεται στις 144 έδρες. Οσον αφορά το μερίδιο των ψήφων, οι Εργατικοί μόλις κατάφεραν να προηγηθούν της Συμμαχίας, στη χειρότερη εκλογική τους επίδοση από το 1918. Η νίκη που προέκυψε χάρισε στους Συντηρητικούς τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική τους πλειοψηφία στη μεταπολεμική εποχή και τη δεύτερη μεγαλύτερη πλειοψηφία ως αυτοδύναμη κυβέρνηση, μετά τις γενικές εκλογές του 1924. Αν και η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν από τους πιο αντιδημοφιλείς πρωθυπουργούς κατά τα πρώτα χρόνια της θητείας της, η νίκη της Βρετανίας στα Φόκλαντ το 1982 βελτίωσε πολύ την προσωπική της δημοφιλία και τη δημοτικότητα της συντηρητικής κυβέρνησης. Το Εργατικό Κόμμα, από την άλλη πλευρά, είχε αποδυναμωθεί από εσωτερικές διαιρέσεις – μετά την παραίτηση από την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού Τζέιμς Κάλαχαν το 1980, είχε επικεφαλής τον Μάικλ Φουτ, οι νέες πολιτικές του οποίου θεωρήθηκαν αρκετά πιο αριστερές. Αρκετοί μετριοπαθείς βουλευτές των Εργατικών είχαν αποχωρήσει από το κόμμα για να σχηματίσουν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SDP), το οποίο στη συνέχεια συγκρότησε το SDP-Φιλελεύθερη Συμμαχία, συνεργαζόμενο με το Φιλελεύθερο Κόμμα. Το Εργατικό Κόμμα επλήγη περαιτέρω από την υπόσχεσή του να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η οποία αποξένωσε τους φιλοευρωπαίους υποστηρικτές του.

Ενθουσιασμένη από τη νίκη επί της Αργεντινής στα Φόκλαντ, καθώς και από τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης για ορισμένα τμήματα του εκλογικού σώματος, η Θάτσερ, παρότι αρχικά διστακτική, αποφάσισε να προσφύγει στις κάλπες. Ηταν κυρίως τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών του Μαΐου και οι ευνοϊκές δημοσκοπήσεις που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Επιπλέον, τα όρια των εκλογικών περιφερειών είχαν αναθεωρηθεί και η αλλαγή φαινόταν να ευνοεί το Συντηρητικό Κόμμα. Οταν ανακοίνωσε τις εκλογές για τις 9 Ιουνίου, κάποιες δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι προηγείτο με διαφορά έως και 18 μονάδων.

Αμυνα, ευημερία και απασχόληση

Το εκλογικό μανιφέστο των Συντηρητικών επικεντρώθηκε σε τρεις βασικούς πυλώνες: την άμυνα, την απασχόληση και την οικονομική ευημερία. Οι Τόρις παρέμειναν προσηλωμένοι στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, την ανεξάρτητη πυρηνική αποτροπή, τη μεταρρύθμιση των συνδικάτων, την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση, τη μακροπρόθεσμη μείωση της φορολογίας και τη μάχη κατά του πληθωρισμού.

Το μανιφέστο των Εργατικών, αντιθέτως, «το μεγαλύτερο σημείωμα αυτοκτονίας στην Ιστορία», όπως ονομάστηκε αργότερα, είχε στον πυρήνα του ένα σχέδιο 12 σημείων με άκαμπτες δεσμεύσεις, όπως η απόσυρση από την Κοινή Αγορά, η κατάργηση της Βουλής των Λόρδων, η ακύρωση του πυρηνικού προγράμματος Trident και η απομάκρυνση των πυραύλων Κρουζ από τη Βρετανία. Το μανιφέστο βρέθηκε επίσης να στερείται ακριβών εκτιμήσεων κόστους, δίνοντας στους Συντηρητικούς ακόμη ένα σημαντικό επιχείρημα. Το γεγονός ότι αρκετοί από τους ίδιους τους συναδέλφους του Φουτ είχαν αμφιβολίες για το περιεχόμενο του εγγράφου δεν ήταν καλή ένδειξη, καθώς η οικονομική αξιοπιστία των Εργατικών τέθηκε υπό ακόμη μεγαλύτερη αμφισβήτηση.

Το Εργατικό Κόμμα, ειδικότερα, επικέντρωσε στις θέσεις εργασίας και την οικονομική ανάκαμψη, ζητήματα για τα οποία οι Συντηρητικοί είχαν δεχθεί κριτική πριν από το ξέσπασμα του πολέμου των Φόκλαντ, σε μια προσπάθεια να εξουδετερώσει τη θετική επίδραση του «πνεύματος των Φόκλαντ».

Τον Ιανουάριο του 1981, ωστόσο, οι πρώην υπουργοί Ρόι Τζένκινς, Σίρλεϊ Ουίλιαμς, Μπιλ Ρότζερς και Ντέιβιντ Οουεν αποχώρησαν από το Εργατικό Κόμμα για να σχηματίσουν το SDP. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, σύμφωνα με την εταιρεία Gallup, περισσότερο από το 50% του δείγματός της δήλωνε ότι θα ψήφιζε τη Συμμαχία SDP/Φιλελευθέρων στις εκλογές, με το Συντηρητικό και το Εργατικό Κόμμα να ακολουθούν με ποσοστά 23% και 23,5% αντίστοιχα. Ηδη υπήρχε συζήτηση για το ενδεχόμενο η Συμμαχία να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση και ο Τζένκινς να γίνει ο πρώτος πρωθυπουργός της Συμμαχίας. Και τα δύο μεγάλα κόμματα φαίνονταν εξίσου αντιδημοφιλή – το Εργατικό Κόμμα λόγω της στροφής του προς τα αριστερά και το Συντηρητικό Κόμμα λόγω της αύξησης της ανεργίας και της μείωσης των δημοσίων δαπανών.

Σε γενικές γραμμές, η εκστρατεία των Συντηρητικών διεξήχθη με πιο ομαλό και επαγγελματικό τρόπο σε σύγκριση με αυτή των Εργατικών. Η Θάτσερ ήξερε πώς να απευθυνθεί στους τηλεθεατές, ενώ ο Φουτ ήταν ένας παλαιού τύπου πολιτικός, που συνήθιζε να μιλάει χωρίς σημειώσεις και δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στις νέες προσδοκίες της προεκλογικής εκστρατείας.

Εκλογές – σταθμός για τη Βρετανία-1
21 Μαΐου 1983: Η Μάργκαρετ Θάτσερ μιλάει σε προεκλογική συγκέντρωση στο Γουέιντμπριτζ της Κορνουάλης. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Η πολιτική της Θάτσερ διαμόρφωσε τη μελλοντική πορεία της χώρας

Η νίκη του Συντηρητικού Κόμματος στις εκλογές του 1983 αποδόθηκε σε μεγάλο βαθμό στην επιτυχή διαχείριση του πολέμου των Φόκλαντ και στις οικονομικές πολιτικές της Θάτσερ. Η πολιτική του «θατσερισμού», που επικεντρωνόταν στην ελεύθερη αγορά και στις ιδιωτικοποιήσεις, βρήκε απήχηση σε πολλούς ψηφοφόρους, ιδίως στη μεσαία τάξη. Από την άλλη πλευρά, οι προτάσεις του Εργατικού Κόμματος για εθνικοποίηση και αποπυρηνικοποίηση δεν βρήκαν ευρεία αποδοχή και οι ψηφοφόροι στράφηκαν είτε προς τους Συντηρητικούς είτε προς τη Συμμαχία SDP-Φιλελευθέρων, η οποία κατάφερε να κερδίσει σημαντικό ποσοστό των ψήφων, αναδεικνύοντας τη δυσαρέσκεια πολλών ψηφοφόρων προς τα δύο βασικά κόμματα. Ωστόσο, το εκλογικό σύστημα δεν επέτρεψε την αναλογική εκπροσώπηση της εκλογικής τους δύναμης στη Βουλή των Κοινοτήτων.

Ακόμη και ο Guardian αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι δεν μπορούσε να υπάρξει αμφισβήτηση για το αποτέλεσμα: «Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη νίκη. Πράγματι, με περισσότερους από τρία εκατομμύρια ανέργους και αυξανόμενη ανεργία, πρόκειται για ένα παράξενο είδος θαύματος. Η κυρία Θάτσερ, η οποία πριν από δύο χρόνια ήταν η πιο αντιδημοφιλής Βρετανίδα πρωθυπουργός των σύγχρονων χρόνων, έχει σπάσει το καλούπι της πολιτικής στη Δύση που πλήττεται από την ύφεση».

Εκλογές – σταθμός για τη Βρετανία-2
Ο Ρόι Τζένκινς (αριστερά) και ο Ντέιβιντ Οουεν. Αν και η Φιλελεύθερη Συμμαχία/SDP έλαβε το 25,4% των ψήφων, εξασφάλισε μόλις 23 έδρες. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Η Θάτσερ δήλωσε ότι η πρώτη της προτεραιότητα για τη νέα θητεία θα ήταν ο ανασχηματισμός του υπουργικού συμβουλίου της. Επέμεινε ότι αυτό θα αντικατόπτριζε μια σειρά πολιτικών απόψεων, λέγοντας: «Δεν ήμουν ακραία τα τελευταία τέσσερα χρόνια και δεν είμαι ακραία τώρα». Ο ηττημένος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Μάικλ Φουτ περιέγραψε το αποτέλεσμα ως τραγωδία για τη χώρα. Είπε: «Συμφωνώ με όσους είπαν ότι ο αγώνας για τη νίκη στις επόμενες εκλογές ξεκινάει αμέσως και φυσικά αποδέχομαι στο έπακρο τις ευθύνες μου σε αυτές τις εκλογές».

Ο Φουτ, ωστόσο, επιτέθηκε σθεναρά και στο SDP για τη στέρηση της υποστήριξης στους Εργατικούς – δίνοντας έτσι περισσότερες έδρες στους Συντηρητικούς. Η Φιλελεύθερη Συμμαχία του SDP κατηγόρησε το εκλογικό σύστημα της Βρετανίας για την αποτυχία του να μετατρέψει τη σημαντική εκλογική του υποστήριξη σε έδρες στο κοινοβούλιο – η Συμμαχία είχε κερδίσει το 25,4% των ψήφων, το μεγαλύτερο ποσοστό για οποιοδήποτε τρίτο κόμμα στη Βρετανία από το 1923, αλλά εξασφάλισε μόλις 23 έδρες, έναντι 209 για τους Εργατικούς που είχαν συγκεντρώσει μόνο 675.000 περισσότερες ψήφους. Ο ηγέτης της Συμμαχίας Ντέιβιντ Στιλ δήλωσε: «Αισθάνομαι πραγματική αγανάκτηση για τον τεράστιο αριθμό ψήφων που συγκεντρώσαμε και τις τόσο λίγες έδρες που αντιστοιχούν σε αυτές».

Εκλογές – σταθμός για τη Βρετανία-3
Αριστερά, ο αρχηγός των Εργατικών Μάικλ Φουτ. Φωτ. ASSOCIATED PRESS
Εκλογές – σταθμός για τη Βρετανία-4
11.6.1983: Η συντριπτική νίκη της Θάτσερ στην πρώτη σελίδα της «Κ»

Μακροπρόθεσμες επιπτώσεις

Οι εκλογές ήταν ιστορικές και για τον πρόσθετο λόγο ότι σηματοδότησαν την απαρχή μιας νέας εποχής για τους Εργατικούς: τρεις μελλοντικοί ηγέτες του κόμματος (Τόνι Μπλερ, 1994-2007· Γκόρντον Μπράουν, 2007-2010· και Τζέρεμι Κόρμπιν, 2015-2020) εξελέγησαν για πρώτη φορά σε αυτές τις εκλογές, ενώ ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του κόμματος μέχρι τότε, Χάρολντ Ουίλσον, αποχώρησε από το κοινοβούλιο έχοντας συμπληρώσει θητεία 38 ετών.

Η εκλογική επιτυχία της Θάτσερ το 1983 και η ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που εξασφάλισε, της έδωσαν τη δυνατότητα να προχωρήσει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στην εφαρμογή των πολιτικών της. Η οικονομική πολιτική της επικεντρώθηκε στη μείωση του πληθωρισμού, στη μείωση της φορολογίας και στην ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων. Οι πολιτικές αυτές επικρίθηκαν από πολλούς ως κοινωνικά άδικες, αλλά υποστηρίχθηκαν από άλλους ως απαραίτητες για την οικονομική αναγέννηση της χώρας.

Από την πλευρά της αντιπολίτευσης, οι εκλογές του 1983 αποτέλεσαν ένα σημαντικό σημείο καμπής. Το Εργατικό Κόμμα, υπό την ηγεσία του Νιλ Κίνοκ, μετά την παραίτηση του Φουτ, ξεκίνησε διαδικασία ανανέωσης και εκσυγχρονισμού. Η Συμμαχία SDP-Φιλελευθέρων, παρά την αποτυχία της να μετατρέψει την εκλογική της στήριξη σε έδρες, συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Βρετανίας, οδηγώντας τελικά στη δημιουργία του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος το 1988.

Οι εκλογές του 1983 στη Βρετανία παραμένουν ένα από τα πιο σημαντικά πολιτικά γεγονότα της σύγχρονης βρετανικής Ιστορίας. Η νίκη της Θάτσερ και η επακόλουθη πολιτική της ατζέντα διαμόρφωσαν τη μελλοντική πορεία της χώρας, ενώ οι επιπτώσεις των αποτελεσμάτων αυτών συνεχίζουν να επηρεάζουν την πολιτική σκηνή μέχρι σήμερα.
 
Ο κ. Αλέξανδρος Ναυπλιώτης είναι διδάκτωρ Διεθνούς Ιστορίας του London School of Economics and Political Science και διδάσκει Διπλωματική Ιστορία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

________________________________________________________________________________

Κεντρική φωτό: 9.6.1983: Η Θάτσερ πανηγυρίζει το βράδυ του εκλογικού θριάμβου της. Αν και ήταν από τους πιο αντιδημοφιλείς πρωθυπουργούς κατά τα πρώτα χρόνια της θητείας της, η νίκη της Βρετανίας στα Φόκλαντ ένα χρόνο νωρίτερα βελτίωσε πολύ την προσωπική της δημοφιλία. [ASSOCIATED PRESS]

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT