Οι άγνωστοι Χαλικούτες των Χανίων

Στα μέσα του 19ου αιώνα οι Αφρικανοί που είχαν μεταφερθεί στο νησί ως σκλάβοι συγκροτούσαν τη δική τους κοινότητα

7' 47" χρόνος ανάγνωσης

Κοινότητες Αφρικανών έζησαν και εργάστηκαν για δεκαετίες στην Κρήτη. Συνυπήρχαν με άλλες κοινότητες και δημιούργησαν ένα μωσαϊκό πολιτισμού και Ιστορίας. Το εμπόριο δούλων που ανθούσε στα οθωμανικά εδάφη έπαιξε σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την παρουσία και η Κρήτη, με τις ακτές της και τα ζωηρά της λιμάνια, έγινε σταθμός σ’ αυτό το εμπόριο.

Παρά την ύπαρξη ενός βιβλίου του Χαρίδημου Παπαδάκη, που είναι αφιερωμένο στο θέμα, οι κοινότητες αυτές παραμένουν σχετικά άγνωστες για το ευρύ κοινό.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Εχούντ Τολεντανό, το δουλεμπόριο ακολουθούσε δύο δρομολόγια, ένα στη στεριά και ένα στη θάλασσα. Οι δούλοι μεταφέρονταν από την κεντρική, τη δυτική και ανατολική Αφρική σε προορισμούς όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη, μέσω της Κρήτης και άλλων νησιών του Αιγαίου. Κατά τη δεκαετία του 1840, όταν τα ατμόπλοια είχαν αρχίσει να εισχωρούν στην ανατολική Μεσόγειο, το δουλεμπόριο διεξαγόταν με ιστιοφόρα. Λόγω του ότι τα ιστιοφόρα έπρεπε να σταματούν συχνά για ανεφοδιασμό, χρησιμοποιούνταν ενδιάμεσοι σταθμοί –μεταξύ αυτών και η Κρήτη– για την προμήθεια νερού και τροφίμων. Ενίοτε οι δούλοι αποβιβάζονταν σε αυτούς τους ενδιάμεσους σταθμούς προκειμένου να μεταφερθούν σε άλλα καράβια με νέο τελικό προορισμό. Τις περισσότερες φορές οι συνθήκες μεταφοράς ήταν απάνθρωπες: το 1855 ένα πλοίο 80 τόνων έφτασε στα Χανιά και ξεφόρτωσε 368 δούλους σε άθλια κατάσταση, γεγονός που υποχρέωσε τον διοικητή της Κρήτης να ορίσει ότι κάθε πλοίο θα μπορούσε να μεταφέρει 10 επιβάτες ανά 25 τόνους. Παρόμοια περιστατικά παρατηρούνται και τα επόμενα χρόνια. Το 1860 μία Αφρικανή σκλάβα στα Χανιά κατέφυγε στο βρετανικό προξενείο ζητώντας βοήθεια για την απελευθέρωσή της από τον καπετάνιο Χουσεΐν, Κρητικό κάτοικο Χανίων. Σύμφωνα με τον πρόξενο, το γεγονός ότι η Βόρεια Αφρική είναι τόσο κοντά στα Χανιά είχε οδηγήσει στην αύξηση του δουλεμπορίου.

Στο β΄ μισό του αιώνα, μετά και την επίσημη κατάργηση του αφρικανικού δουλεμπορίου, οι Χαλικούτες –όπως συχνά τους χαρακτήριζαν οι υπόλοιποι ντόπιοι– παρέμειναν στο νησί και ασχολήθηκαν με χειρωνακτικές εργασίες, είτε στις πόλεις (ως υπηρέτες, παλλακίδες, αλλά και εργάτες) είτε στα χωριά σε αγροτικές εργασίες και ανέρχονταν μάλλον σε κάποιες λίγες χιλιάδες. Ταυτόχρονα πραγματοποιήθηκαν και εποικισμοί από τη Λιβύη. Βέβαια, σημαντική ήταν η σχέση των Αφρικανών ανδρών με τον χώρο του λιμανιού των Χανίων, όπου εργάζονταν ως αχθοφόροι ή πιο σπάνια ως λεμβούχοι. Ο όρος «αχθοφόρος» βέβαια περιλάμβανε μια σειρά από δραστηριότητες που αφορούσαν συνολικά την πόλη και όχι απαραίτητα το λιμάνι. Οι περιγραφές που έχουν διασωθεί από διάφορους ξένους περιηγητές στα Χανιά αναδεικνύουν την ύπαρξη Αφρικανών ως αχθοφόρων στα τέλη του αιώνα, σε μια εποχή που αυξάνονται και τα μεγάλα ατμόπλοια τα οποία προσεγγίζουν το νησί. Το 1897 ο Μπεράρ στο βιβλίο του γράφει ότι «οι Αφρικανοί στην πόλη και στο λιμάνι έχουν μονοπωλήσει επαγγέλματα όπως του αμαξά, του χασάπη, αλλά και του πορθμέα και του αχθοφόρου». Την ίδια χρονιά, ο Γάλλος αξιωματικός Περετί αναφέρει ότι «το μόνο επάγγελμα που κάνουν οι Αφρικανοί στα Χανιά είναι εκείνο του αχθοφόρου». Ετσι, οι Αφρικανοί αχθοφόροι των Χανίων αποτελούσαν σημαντικό κομμάτι της πόλης, αφήνοντας το στίγμα τους σε αυτήν, ως αναπόσπαστο κομμάτι της κουλτούρας και της καθημερινότητάς της.

Οι άγνωστοι Χαλικούτες των Χανίων-1
Ο τάφος του Σαλή Χελιδωνάκη στα Χανιά. Ο βαρκάρης ήταν από τους ελάχιστους Αφρικανούς που έμειναν στο νησί μέχρι και το 1967, όταν και πέθανε. Μάλιστα, λόγω της αγάπης που είχαν οι ντόπιοι προς το πρόσωπό του, θάφτηκε σε χριστιανικό νεκροταφείο της πόλης.

Η συνοικία των «χαμάληδων»

Σε οθωμανικά κατάστιχα ακίνητης περιουσίας του 1889 από την πόλη των Χανίων καταγράφονται πολλοί Χαλικούτες ως «χαμάληδες» (hamal), να νοικιάζουν σπίτια στην περιοχή του Κουμ Καπί, ανατολικά της πόλης. Τέτοιες είναι για παράδειγμα οι περιπτώσεις του Αλή χαμάλη (Ali hamal), του Μεχμέτ χαμάλη (Mehmet hamal), του Αμίρ χαμάλη (Amir hamal) και άλλων που νοικιάζουν σπίτι (hane) στην εν λόγω συνοικία. Βρίσκονταν εκεί όλοι μαζί αποκομμένοι από το κέντρο της πόλης, αλλά και κοντά στον χώρο εργασίας τους, το λιμάνι και τα μαγαζιά γύρω από αυτό. Σταδιακά φαίνεται ότι η διοίκηση προσπάθησε να εξωραΐσει την περιοχή, η οποία συνέδεε το κέντρο της πόλης με τη Χαλέπα, την περιοχή όπου βρίσκονταν τα προξενεία και αρκετά σπίτια εύπορων Χανιωτών. Ετσι, λοιπόν, σε συμβολαιογραφικά έγγραφα του 1900 καταγράφονται πωλήσεις σπιτιών και οικοπέδων από Χαλικούτες. Βέβαια, από τους εκλογικούς καταλόγους των αρχών του 20ού αιώνα φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος των Αφρικανών έμεναν ακόμη στην περιοχή του Κουμ Καπί, πολλοί από αυτούς σε σκηνές. Για να το καταλάβει αυτό κάποιος φτάνει να δει τα ονόματα στους εκλογικούς καταλόγους, όπως «Τραμπλούς Μεχμέτ Ρεγιάνης», «Αμπντουλσελάμ Μουσγής» κ.ά, ονόματα που παραπέμπουν σε περιοχές της Αφρικής. Ωστόσο, μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάποιοι από αυτούς έφεραν παράλληλα και κρητικά επίθετα.

Επιπλέον, οι Αφρικανοί αχθοφόροι εμφανίζονται συχνά στις πηγές ως ταραχοποιοί, κλέφτες, καθώς και με άλλες αρνητικές συνδηλώσεις, που πιθανώς οφείλονται στη φύση του συγκεκριμένου επαγγέλματος, στις φυλετικές προκαταλήψεις απέναντι στους Αφρικανούς, αλλά και σε διάφορα συμφέροντα που συνδέονταν με τις εμπορικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες στο λιμάνι, όπως διαφαίνεται σε κάποιες περιπτώσεις από τις παραβατικές συμπεριφορές που καταγράφονται. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα περιστατικά που περιέχουν βία είχαν αφορμή ζητήματα που αφορούσαν τα εργασιακά, αλλά ο οικονομικός παράγοντας ήταν σημαντικός. Για παράδειγμα, στο οθωμανικό μεικτό δικαστήριο του 1872 καταγράφονται διάφορες διενέξεις, όπου εμπλέκονται Βεγγάζιοι αχθοφόροι (Bingazili hamal) των Χανίων και κατηγορούνται για πρόκληση τραυματισμών. Το 1892 ένα άρθρο της εφημερίδας «Μεσόγειος» –το οποίο βέβαια δεν αναφέρεται άμεσα στους αχθοφόρους του λιμανιού– συνδέει το επάγγελμα των αχθοφόρων με την κλοπή. Μάλιστα το άρθρο ξεκινάει με τη φράση «Μην εμπιστεύεστε τους αχθοφόρους, οίτινες συχνά πυκνά αναφέρεται ότι κάμνουν καταχρήσεις, όταν δεν επιτηρώνται υπό των εμπόρων παρ’ οις δουλεύουσιν». Το συγκεκριμένο κείμενο εφιστά την προσοχή στους αναγνώστες έτσι ώστε να μην εξαπατηθούν και αυτοί από τους αχθοφόρους που εργάζονται στο λιμάνι.

Στις 16 Ιανουαρίου 1901 αναφέρεται στην εφημερίδα «Πατρίς» μια βίαιη συμπλοκή στην περιοχή του τελωνείου των Χανίων στην οποία συμμετείχε ο Βεγγάζιος αχθοφόρος Σεΐτ Αμπετή. Ολα ξεκίνησαν όταν κλήθηκε να αποχωρήσει από το τελωνείο, καθώς δεν υπήρχε κάποια εργασία να αναλάβει. Στο άρθρο με τίτλο «Βεγγάζιος βιαιοπραγών κατά τελωνοφυλάκων», αναφέρεται ότι ο Βεγγάζιος δεν ακολούθησε την εντολή του τελωνοφύλακα. Αντιθέτως, άρχισε να διαπληκτίζεται με τον τελευταίο και, σύμφωνα με την αναφορά, φέρεται να τον χτύπησε. Οταν έφτασαν δύο επιπλέον φύλακες, επιτέθηκε και σε αυτούς, καταφέρνοντας να ξεφύγει αρχικά, αλλά στη συνέχεια συνελήφθη. Δύο εβδομάδες αργότερα καταγράφεται νέο περιστατικό με τους αχθοφόρους των Χανίων κατά το οποίο καταγγέλλεται κλοπή δοχείων με βούτυρο από τις αποθήκες του τελωνείου, τα οποία ανήκαν σε ντόπιο έμπορο. Ως ύποπτος για το αδίκημα συνελήφθη ο Βεγγάζιος αχθοφόρος Μπιλάλ Νταραμπουλουσλή, μολονότι ο ίδιος ισχυριζόταν ότι είναι αθώος.

«Εχουν μονοπωλήσει επαγγέλματα όπως του αμαξά, του χασάπη, αλλά και του πορθμέα και του αχθοφόρου», έγραφε για τους Αφρικανούς στα Χανιά ο Μπεράρ το 1897.

Ενταση στην πόλη

Τα παραπάνω περιστατικά αποτυπώνουν επεισόδια που ξεδιπλώνονται στο παρασκήνιο του λιμενικού περιβάλλοντος, φωτίζοντας τη στάση ορισμένων αχθοφόρων στα Χανιά. Αυτή η στάση, πιθανώς, έχει ρίζες σε ζητήματα που αφορούν την ίδια τους την εργασία. Κατά την προσπάθειά της να επιβάλει την τάξη και να αντιμετωπίσει το λαθρεμπόριο, η τοπική διοίκηση επέλεξε να μετακινήσει τους Αφρικανούς αχθοφόρους από την περιοχή του Κουμ Καπί, εκτός του αστικού ιστού, καίγοντας τις καλύβες τους στις 30 Σεπτεμβρίου 1901. Αυτό το γεγονός προκάλεσε διαμαρτυρίες από τους Χαλικούτες, αποτυπώνοντας μια περίοδο έντονης κοινωνικής αντιπαράθεσης και αντιδράσεων στην πόλη.

Εχει ενδιαφέρον, επίσης, να δούμε πώς αντιδρούσαν αυτές οι επαγγελματικές ομάδες σε μια περίοδο που έβλεπαν αλλαγές να λαμβάνουν χώρα στα λιμάνια και στο εμπόριο με την εμφάνιση των ατμόπλοιων. Το 1906 σε δημοσίευμά της η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» αναφέρει την περίπτωση ενός «εργατικού ατυχήματος» που συνέβη όταν 22χρονος Βεγγάζιος αχθοφόρος προσπαθούσε να ξεφορτώσει ένα ιταλικό ατμόπλοιο στα Χανιά. Οπως αναφέρεται, ο γερανός του ατμόπλοιου τον χτύπησε και τον εκσφενδόνισε πάνω σε κάποια βαρέλια, και έτσι «κατετραυματίσθη εις απελπιστικόν βαθμόν, ιδίως εις το πρόσωπον και το κρανίον». Η μετάβαση από τα παραδοσιακά πλοία με ιστία στα ατμοπλοϊκά πλοία σηματοδοτούσε μια τεχνολογική εξέλιξη με σημαντικές συνέπειες. Οι νέες μηχανές άλλαξαν τον τρόπο μεταφοράς εμπορευμάτων και επηρέασαν τις επαγγελματικές ομάδες που εργάζονταν στο λιμάνι. Για τους αχθοφόρους, η μετάβαση σε πλοία που κινούνται με ατμό επέφερε αλλαγές στις εργασιακές τους συνθήκες. Η αύξηση της αυτοματοποίησης με τη χρήση μηχανών επηρέαζε τη ζήτηση εργατικού δυναμικού και δημιουργούσε απαιτήσεις για νέες δεξιότητες. Επίσης, η αύξηση της ταχύτητας και η μεγαλύτερη αποδοτικότητα στη μεταφορά εμπορευμάτων είχαν επιπτώσεις στον ρυθμό εργασίας και, κατά συνέπεια, στις συνθήκες και τον τρόπο διεξαγωγής της εργασίας των αχθοφόρων.

Το τέλος τους

Οι Χαλικούτες άνδρες, γυναίκες και παιδιά, όπως και οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι που κατοικούσαν στην Κρήτη συμπεριελήφθησαν στην ανταλλαγή των πληθυσμών που όριζε η Συνθήκη της Λωζάννης. Ετσι λοιπόν, όλοι εκτός από λίγους που είχαν ξένη υπηκοότητα, έφυγαν από το νησί το 1923. Ανάμεσα σ’ αυτούς που δεν έφυγαν, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Σαλής Χελιδωνάκης, ο βαρκάρης, ο οποίος παρέμεινε στο νησί μέχρι και το 1967 όταν και πέθανε. Μάλιστα, λόγω της αγάπης που είχαν οι ντόπιοι προς το πρόσωπό του, θάφτηκε σε χριστιανικό νεκροταφείο της πόλης, παρόλο που ήταν μουσουλμάνος και ο τάφος του σώζεται μέχρι και σήμερα. Οι υπόλοιποι, ωστόσο, άφησαν ελάχιστα ίχνη πίσω τους. Πολύ συχνά στην Ιστορία επιλέγονται συγκεκριμένοι πρωταγωνιστές, οι οποίοι επιβιώνουν και παραμένουν στη μνήμη. Το λιμάνι και η πόλη των Χανίων, στο πλαίσιο του έντονου τουρισμού, προβάλλονται μόνο σε σχέση με το βενετικό παρελθόν τους, χωρίς να δίνεται η ανάλογη σημασία στην οθωμανική περίοδο. Οι Χαλικούτες είναι ένα κατεξοχήν παράδειγμα «άλλων» για την πόλη και το λιμάνι των Χανίων.

O δρ Πέτρος Καστρινάκης είναι μεταδιδάκτορας ερευνητής στο Κέντρο Ναυτιλιακής Ιστορίας – Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών – ΙΤΕ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT