Κυπριακό, αποτίμηση μιας τραγωδίας

Η υπόθεση της Κύπρου, μαζί με τη Μικρασιατική Καταστροφή, είναι οι δύο μεγαλύτερες αποτυχίες της ελληνικής πολιτικής

6' 58" χρόνος ανάγνωσης

Ανεξάρτητα από τις σημερινές τεράστιες αντιξοότητες και τα πολιτικά αδιέξοδα του κυπριακού προβλήματος, η τουρκική εισβολή του 1974, ως βίαιη τομή, αποτέλεσε το οριστικό τέλος των αγώνων και των πόθων του κυπριακού ελληνισμού για ένωση με τον μητροπολιτικό κορμό. Τερματίζοντας ένα πολυετές μαζικό ενωτικό κίνημα με πολλές ιδιαιτερότητες στη νεοελληνική ιστορία, που συνήθως αγνοούνται από όσους συγκρίνουν το Κυπριακό με το Κρητικό ζήτημα ή τον Μακεδονικό Αγώνα. Βεβαίως και το κυπριακό ενωτικό κίνημα έχει την αφετηρία του στο Ανατολικό ζήτημα, του προπερασμένου αιώνα, ωστόσο η έντασή του μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το συνδέει με τον Ψυχρό Πόλεμο και τις μετεμφυλιακές συνθήκες στην Ελλάδα, ενώ η διεθνοποίησή του, οι νέες δυνατότητες προβολής/προπαγάνδας και «αντιπροπαγάνδας», και πάνω από όλα, για τους κατοίκους της Κύπρου, η αντιαποικιακή του διάσταση, την ίδια ώρα που η Βρετανία ήταν για την Ελλάδα η παραδοσιακή σύμμαχος από το 1830, το διαφοροποιούν ριζικά από τις προηγούμενες εθνικές διεκδικήσεις.

Το ενωτικό όραμα δεν έσβησε

Τυπικά, βεβαίως, με βάση τα συμφωνηθέντα στις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, η Ενωση με την Ελλάδα ως πιθανή λύση είχε απομακρυνθεί από τότε (Φεβρουάριος 1959), όπως και η διχοτόμηση. Ωστόσο το ενωτικό όραμα συνέχισε να συναρπάζει τους Ελληνες της Κύπρου και την πολιτική τους ηγεσία και στα επόμενα χρόνια, ιδίως μετά τις αιματηρές διακοινοτικές ταραχές του 1963-1964, την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων πολιτειακών και πολιτικών παραγόντων από τα αξιώματά τους στην Κυπριακή Δημοκρατία και τον «εθελούσιο» εγκλεισμό μεγάλου τμήματος του «σύνοικου στοιχείου» σε θυλάκους αφήνοντας, ουσιαστικά, το νέο κράτος στα χέρια της κυβέρνησης Μακαρίου, στην οποία από τα τέλη του 1963 μετείχαν πια μόνον Ελληνες Κύπριοι υπουργοί. Τη συνέχεια του αγώνα για την ένωση υπογράμμιζαν ενέργειες όπως η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου τον Νοέμβριο του 1966 για την καθιέρωση του ελληνικού Εθνικού Υμνου ως εθνικού ύμνου της Κυπριακής Δημοκρατίας (η απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αλλά εφαρμόστηκε με την καθημερινή ραδιοφωνική μετάδοσή του) και το ομόφωνο ψήφισμα της Βουλής των Αντιπροσώπων (Ιούνιος 1967), δύο μήνες μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα, υπέρ «της άνευ ενδιαμέσου τινός σταθμού Ενώσεως ενιαίας και ολοκλήρου της Κύπρου μετά της Μητρός Πατρίδος». Οπως τόνισε στη σχετική συζήτηση ο Εζεκίας Παπαϊωάννου, ο ιστορικός ηγέτης του ΑΚΕΛ: «Δεν υπάρχουν ενωτικοί και ανθενωτικοί εις την Κύπρον. Υπάρχουν μόνον εκείνοι οι οποίοι υποστηρίζουν την ένωσιν ολοκλήρου της Κύπρου μετά της Ελλάδος άνευ εδαφικών ή διοικητικών ανταλλαγμάτων και εκείνοι οι οποίοι είναι έτοιμοι να παραχωρήσουν εδαφικά και διοικητικά ανταλλάγματα προκειμένου να πραγματοποιηθή η ένωσις».

Ακόμη και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970 και παρά τη δημόσια στροφή του στην «εφικτή λύση» από τον Ιανουάριο του 1968, ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος θα συνέχιζε τις σποραδικές του ομιλίες υπέρ της Ενωσης, με αποκορύφωμα τον λόγο του στη Γιαλούσα (14 Μαρτίου 1971), όπου τόνισε ότι «Ελληνική ήτο η Κύπρος από της αυγής της ιστορίας μας και ελληνική θα παραμείνη».

Κυπριακό, αποτίμηση μιας τραγωδίας-1

Τριβές στις σχέσεις Αθηνών – Λευκωσίας

Οι σχέσεις της Λευκωσίας με την Αθήνα την ίδια περίοδο δοκιμάστηκαν από διάφορες κρίσεις, διαφορετικές για κάθε κυβέρνηση. Το δόγμα του «Εθνικού Κέντρου» πρακτικά ήταν δύσκολο να εφαρμοστεί, τόσο πριν όσο και μετά το 1964, ενώ η αποστολή της ισχυρής στρατιωτικής ελληνικής δύναμης από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, της γνωστής «Μεραρχίας», αποτέλεσε μεν μια πρωτοφανή αμυντική ασπίδα για το νησί αλλά, ταυτόχρονα, δημιούργησε επιπλέον προβλήματα στη λήψη αποφάσεων και στο νευραλγικό ζήτημα του «προβαδίσματος». Μια άλλη πηγή διάστασης απόψεων προέκυψε από την υποβολή του Σχεδίου Ατσεσον, το 1964, δημιουργώντας διχογνωμίες στο ζήτημα της «ένωσης με ανταλλάγματα». Για πολλούς στην Αθήνα, τόσο πριν από την επιβολή της δικτατορίας όσο και στη διάρκειά της, μέχρι και τον Ιούλιο του 1974, εθεωρείτο ελκυστική «υπόθεση εργασίας» το να δοθεί στην Τουρκία τμήμα του κυπριακού εδάφους για μια χρονική περίοδο ως στρατιωτική βάση ή και ως οριστική παραχώρηση, με αντίτιμο την ένωση του υπόλοιπου νησιού με την Ελλάδα. Η ευρηματική ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου για την πολυκατοικία και το ρετιρέ συγκεφαλαιώνει την παραπάνω εκτίμηση και δεν είναι τυχαίο ότι η ίδια σολομώντεια «λύση», που προϋπέθετε και τις αναγκαίες υποχρεωτικές μετακινήσεις πληθυσμών, ήταν η πρώτη επιλογή των Αμερικανών όταν κλήθηκαν να ασχοληθούν με το Κυπριακό το 1964. Για την ελληνική κυπριακή πολιτική ηγεσία, αντίθετα, οποιαδήποτε ανάλογη παραχώρηση, στις πραγματικότητες της εποχής, ήταν εντελώς εκτός συζήτησης.

Το ζήτημα δημιουργούσε τριβές και καχυποψία στις σχέσεις της Λευκωσίας με την Αθήνα και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται στην ευρύτερη ιστορική και γεωγραφική του διάσταση. Από την εποχή της πρώτης βενιζελικής περιόδου ο ελλαδικός μεγαλοϊδεατισμός θεωρούσε αυτονόητο το δικαίωμα του «Εθνικού Κέντρου» να καθορίζει τις προτεραιότητες, τις κατευθύνσεις και τα όρια της εδαφικής του επέκτασης, αδιαφορώντας, εξαιτίας πραγματισμού ή κυνικότητας, για όσους θα έμεναν εκτός νυμφώνος. Μια πρακτική που ήταν αδύνατο να γίνει αποδεκτή στην προ του 1974 Κύπρο.

Κυπριακό, αποτίμηση μιας τραγωδίας-2
Η τουρκική εισβολή (βομβαρδισμός της Λευκωσίας) ήταν το αποτέλεσμα της με κάθε τρόπο υπονόμευσης του Μακαρίου από τη χούντα.
Κυπριακό, αποτίμηση μιας τραγωδίας-3
Ο Μακάριος ανάμεσα στον Ζωιτάκη και στον Παπαδόπουλο, στην Αθήνα το 1968 Φωτ. Μ.Ν. ΚΑΤΣΙΓΕΡΑΣ «ΕΛΛΑΔΑ, 20ός ΑΙΩΝΑΣ, ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ»

Αμοιβαία καχυποψία μεταξύ Μακαρίου και χούντας

Στη μακαριακή πολιτική και ρητορεία της περιόδου 1964-1974 ανιχνεύονται ανακολουθίες και αντιφάσεις, όμως πρέπει να μην παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ο Κύπριος πρόεδρος έπρεπε να «αποδεικνύει» διαρκώς στους επικριτές του, στο εσωτερικό αλλά και στην Αθήνα, ότι δεν ήταν ούτε «επίορκος» ούτε «ανθενωτικός». Με την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας την εκατέρωθεν καχυποψία επιβάρυναν περιστατικά όπως η ανάμειξη του πανίσχυρου Κύπριου υπουργού Εσωτερικών Πολύκαρπου Γιωρκάτζη στην απόπειρα δολοφονίας του Γ. Παπαδόπουλου από τον Αλέξανδρο Παναγούλη (Αύγουστος 1968), ή η εισαγωγή τσεχοσλοβακικών όπλων στο νησί από την κυπριακή κυβέρνηση. Πάντως, στο Κυπριακό η ελληνική χούντα, μέχρι τον Νοέμβριο του 1973, ακολουθεί ουσιαστικά τη γραμμή σχεδόν όλων των δημοκρατικών κυβερνήσεων, αυτήν που χάρασσαν οι διπλωμάτες, κυρίως οι Παναγιώτης Πιπινέλης και Χρ. Ξανθόπουλος-Παλαμάς, και προέβλεπε τη λύση του ζητήματος με υποχωρήσεις, μέσω των συνομιλιών που είχαν αρχίσει από το 1968. Η Αθήνα και σε αυτήν την περίοδο προσέβλεπε επίμονα και σταθερά σε μια ελληνοτουρκική διευθέτηση, ενώ ο Μακάριος, αντίθετα, προτιμούσε τη διατήρηση του status quo, όπως αυτό διαμορφώθηκε στο νησί από το 1963-1964 αντί μιας συμβιβαστικής υποχώρησης.

Το εντελώς παράλογο ήταν ότι την ίδια ώρα, η ελληνική δικτατορία ενίσχυε ποικιλοτρόπως τα ακραία αντιμακαριακά στοιχεία στην Κύπρο, υπονομεύοντας τον Μακάριο ως «ανθενωτικό», «ανθέλληνα», «αρχομανή» και «φιλοσοβιετικό», με μόνιμους υποβολείς στην αντικυβερνητική προπαγάνδα δεκάδες Ελληνες αξιωματικούς που υπηρετούσαν στην Εθνική Φρουρά. Αυτή η διπλοπρόσωπη τακτική της δικτατορίας, σε συνδυασμό με την εγκληματική επιπολαιότητα των συνταγματαρχών στο κορυφαίο εθνικό ζήτημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, είχε καθοριστικό ρόλο στην κυπριακή τραγωδία του 1974.

Τελικώς, η εν πολλοίς εκπορευόμενη από το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών υπονόμευση και αμφισβήτηση της κυβέρνησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, διά των όπλων, της τρομοκρατικής δράσης, των δολοφονιών και των βομβιστικών επιθέσεων των παράνομων οργανώσεων, με κυριότερες το «Εθνικό Μέτωπο» και κατόπιν την ΕΟΚΑ Β΄ και η εσωτερική αναταραχή κορυφώθηκαν με την οργάνωση από τον κύκλο του αόρατου δικτάτορα Δημητρίου Ιωαννίδη και την εκτέλεση του πραξικοπήματος από έμπιστούς του, Ελληνες αξιωματικούς, στις 15 Ιουλίου 1974. Πέντε ημέρες αργότερα, στις 20 Ιουλίου, εκδηλώθηκε η πρώτη φάση της τουρκικής στρατιωτικής επίθεσης και εισβολής στο νησί, που ολοκληρώθηκε με τη δεύτερη φάση της, στα μέσα Αυγούστου 1974.

Νέες προκλήσεις μετά το 1974

Την επαύριον της τουρκικής εισβολής η Κυπριακή Δημοκρατία κλήθηκε με δραματικό τρόπο, 14 μόλις χρόνια ύστερα από την ίδρυσή της, να διαχειριστεί τα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που προέκυψαν από την προσφυγοποίηση δεκάδων χιλιάδων Κυπρίων, παράλληλα με τις χαίνουσες πληγές του εθνικού θέματος και τα ανθρωπιστικά ζητήματα. Εξίσου επιτακτική ανάγκη ήταν η ομαλοποίηση της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών, η ίδρυση νέων κομμάτων, η κατά το δυνατόν σταδιακή αποκατάσταση της ψυχικής ενότητας που τόσο είχε δοκιμαστεί στα χρόνια 1970-1974, τόσο στο εσωτερικό μέτωπο, όσο και στις σχέσεις με την Ελλάδα, όπου είχε επανέλθει η δημοκρατία εξαιτίας ακριβώς της κυπριακής τραγωδίας. Παράλληλα, τέθηκαν επί τάπητος, είτε ενσυνείδητα είτε εκ των πραγμάτων, ζητήματα ταυτότητας, στρατηγικής στο εθνικό πρόβλημα, στόχων και προτεραιοτήτων, πολιτικής λήθης και εθνικής μνήμης. Η συζήτηση για το «ευκταίο» και το «εφικτό» της περιόδου 1968-1974 επανήλθε, σταδιακά, με διαφορετικούς υποστηρικτές και πλήρη αναδιαμόρφωση των σχετικών στρατοπέδων, αλλά –δυστυχώς– και τον επανακαθορισμό του διακυβεύματος: Από την αυτοδιάθεση και την ένωση στην αγωνία για την επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας και του κυπριακού ελληνισμού. Στον μακρύ ιστορικό χρόνο η υπόθεση της Κύπρου, μαζί με την τελική έκβαση του Μικρασιατικού πολέμου, το 1922, αποτελούν τις δύο τραγικότερες αποτυχίες της ελληνικής πολιτικής στα 200 χρόνια 
ζωής του ελληνικού κράτους.
 
Ο κ. Πέτρος Παπαπολυβίου είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT