Το τέλος του αίματος

3' 47" χρόνος ανάγνωσης

Επειτα από έναν βαρύτατο προπολεμικό διχασμό μεταξύ των δύο διαστάσεων του αστικού κόσμου (βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί), έπειτα από έναν βαρύτατο εμφύλιο πόλεμο με εφαρμογή κτηνώδους βίας και έπειτα από μια καχεκτική δημοκρατία (κατά τον Ηλία Νικολακόπουλο) ήρθε η χούντα, η πλέον πρόστυχη πολιτική και ηθική εκδοχή του όποιου αρνητικού είχε περάσει ο τόπος μας. Η εκκωφαντική κατάρρευση της χούντας λόγω της εθνικής τραγωδίας της Κύπρου φέρνει την πολιτική σκηνή της δημοκρατικής Ελλάδας προ πολιτικών ευθυνών που, για λίγο χρόνο, δείχνουν να είναι σιωπηρά συλλογικές.

Τα παραπάνω θα μπορούσαν να ήταν η εισαγωγή σε μια ιστορική συζήτηση που αφορούσε την ανάγκη θεσμικής λειτουργίας στην Ελλάδα, έτσι ώστε να μην επιστρέψει το διχαστικό αίμα στους δρόμους ή για να μην επιστρέψει η χυδαία και ισοπεδωτική αυθαιρεσία της χούντας ή η αυθαιρεσία του θρόνου.

Αρκεί όμως αυτό που λέμε αισθανόμενοι την πολιτική ασφάλεια «θεσμική θωράκιση»; Αρκεί οι πολιτικές δυνάμεις να συνομολογήσουν τυπικά, άμεσα ή έμμεσα, επί ενός καταστατικού χάρτη, επί ενός συνταγματικού πλαισίου, ότι θα σεβαστούν την απρόσκοπτη λειτουργία του;

Oσο περνάει ο καιρός και στα τωρινά μας χρόνια η Δύση αυτοακυρώνεται, όχι από τον κομμουνισμό αλλά από την απαξίωση της ιστορίας της, αντιλαμβανόμαστε ότι η θεσμική θωράκιση δεν λύνει από μόνη της την επίθεση στη δημοκρατία. Τα θεσμικά αντίμετρα των ΗΠΑ, για παράδειγμα, δεν τα βγάζουν εύκολα πέρα με τον πόλεμο σε βάρος των δημοκρατικών παραδόσεων από τον ολετήρα, νέο πρόεδρο.

Κοντά στη θεσμική πρόβλεψη και δόμηση, προϋποτίθεται η πολιτική συναίνεση για τον σεβασμό του θεσμικού πλαισίου. Κανένας θεσμός δεν αντέχει εάν κάποιος δεν νοιαστεί για την ασφαλή λειτουργία του. Είναι σαν τις οικογένειες. Κανένας θεσμός δεν λέει γραπτώς ότι επιτρέπεται η πολιτική και ηθική ακύρωση του αντιπάλου. Τρόποι δυστυχώς φαίνεται ότι βρίσκονται.

Ακόμη και τα δύο « συντάγματα» (1968 και 1973) της δικής μας χούντας δεν έθεταν θεσμικά την έννοια της λογοκρισίας και τη βίαιη καταστολή ή τα βασανιστήρια. Το Σύνταγμα του 1952, που ίσχυσε έως τη χούντα του 1967, έθετε τα πολιτικά ζητήματα υπό την έννοια της εθνικής ασφαλείας και όλοι καταλάβαιναν ότι επρόκειτο για ένα πολιτικό εργαλείο, μια ερμηνεία τελικά, την οποία θα έδινε ακόμη και αυθαίρετα ο θρόνος και ο στρατός (του) σε όφελός τους. Επρόκειτο για ένα νόμισμα το οποίο από τη μια όψη είχε την εθνική απειλή (του Ψυχρού Πολέμου) και από την άλλη όψη την εσωτερική πολιτική απειλή (του υποτιθέμενου πολεμικού κομμουνιστικού κινδύνου). Κρυβόταν πίσω από όλη την υποτιθέμενη εξασφάλιση της εθνικής ασφάλειας η ιδιοκτησία του κράτους. Κορώνα ή γράμματα, κέρδισε ο θρόνος και το πολιτικό του περιβάλλον.

Εάν δίναμε έναν τίτλο εργασίας στο Σύνταγμα του 1975, θα ήταν κάτι σαν το «ας προσπαθήσουμε να είμαστε μια φορά ειλικρινείς». Μεγάλος και δύσχρηστος τίτλος για έναν θεσμό. Εκφράζει όμως μια αυστηρή και ευγενική θεσμική προσπάθεια ασφαλούς πολιτικής λειτουργίας.

Ο εμφύλιος πόλεμος, κατά τη διάρκεια του οποίου εμπράκτως η ένοπλη κομμουνιστική Αριστερά είχε απειλήσει το κράτος, είχε τελειώσει. Τα όπλα της είχαν συντριβεί. Η καλλιέργεια της (πολιτικής) απειλής μετέτρεπε σε ράκη τα ανθρώπινα δικαιώματα των (ακόμη και μακρινών) συγγενών των αριστερών και κομμουνιστών στελεχών ή οπαδών. Εάν λοιπόν δίναμε έναν τίτλο εργασίας στο Συνταγμα του 1975, θα ήταν κάτι σαν το «ας προσπαθήσουμε να είμαστε μια φορά ειλικρινείς». Μεγάλος και δύσχρηστος τίτλος για έναν θεσμό. Εκφράζει όμως ο τίτλος αυτός μια αυστηρή και ευγενική θεσμική προσπάθεια ασφαλούς πολιτικής λειτουργίας, έπειτα από πολλές δεκαετίες άμεσων και έμμεσων πολιτικών σφαγών.

Πρόεδρος και όχι βασιλιάς, η πρωτόγνωρη έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η έννοια των πολιτικών δικαιωμάτων, όπως και η στάση των πολιτικών κομμάτων κατά τη συζήτηση και κατά την ψηφοφορία, είναι μια πλειάδα θεμάτων που μπήκαν για πρώτη φορά στον τόπο μας ελεύθερα σε έναν αυστηρότατο ζυγό ακριβείας. Η ρητορική που καταγράφηκε στις πολιτικές συγκρούσεις που σημειώθηκαν αφορούσε την τοποθέτηση πολιτικών (ευτυχώς) ορίων στην κυριαρχία που διέθετε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η νεοπαγής Νέα Δημοκρατία, την αποδοχή της θέσης του αστικού δευτεραγωνιστή για την Ενωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, τη δυναμική παρουσία της συγκρουσιακής νέας μορφής ρητορικής, που εγκαινίαζε το ΠΑΣΟΚ και τη διαμαρτυρία που «παραδοσιακά» όφειλε στην ψυχή της η Αριστερά. Ολες όμως ήταν πολιτικές αντιδράσεις. Δεδομένο για την Ευρώπη, αλλά καινοφανές για εμάς, παρά τα τότε εκατόν σαράντα χρόνια του κράτους μας. Ωραία αφετηρία, αλλά το μυαλό μας πάει στο «και έκτοτε;».

Εκτοτε σταδιακά, χωρίς αίμα ευτυχώς, διαιρούμαστε υποτίθεται ριζικά, ενώ οι ομοιότητες νοοτροπιών ιδιοκτησίας του κράτους συχνά ταυτίζονται.

Οφείλουμε όμως έπαινο στο Σύνταγμα του 1975 και στην εποχή του.

Εξάλλου είμαστε λαός – κοινωνία που γιορτάζουμε τις επιτυχημένες αφετηρίες. Οπως της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου. Για τα «έκτοτε», έχει ο Θεός…

*O κ. Τάσος Σακελλαρόπουλος είναι ιστορικός, υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT