SPECIAL REPORT
Ξανακοιτώντας τα θεμέλια της δημοκρατίας
  1. Ανθεκτικό και επαυξημένο
  2. Πώς ο Καραμανλής ενσάρκωσε τους θεσμούς
  3. Η Αριστερά και το Σύνταγμα του 1975
  4. Το χρονικό μιας αποχώρησης
  5. Πρόεδρος ή Βοναπάρτης; Εθνος ή λαός;

Η Αριστερά και το Σύνταγμα του 1975

7' 13" χρόνος ανάγνωσης

Το 1975, για πρώτη φορά στην Ιστορία τους, οι Ελληνες αριστεροί είχαν την ευκαιρία να συμβάλουν στην κατάρτιση του Συντάγματος της χώρας. Το ΚΚΕ είχε μόλις νομιμοποιηθεί και ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Αριστεράς στον αντιδικτατορικό αγώνα τής είχε δώσει σημαντικό γόητρο. Το εκμεταλλεύτηκε;

Παλαιότερα, η συμβολή της Αριστεράς στα συνταγματικά μας ήταν περιθωριακή. Αυτό οφειλόταν βέβαια στις διώξεις που υφίσταντο επί δεκαετίες τα στελέχη και οι οπαδοί της. Οφειλόταν όμως και στην αντίληψή τους για τους θεσμούς: ως «κατασκευές του εποικοδομήματος», πίστευαν, δεν είχε νόημα να βελτιωθούν· έπρεπε να καταστραφούν. Ετσι, στον Μεσοπόλεμο, οι κομμουνιστές βουλευτές παρενέβησαν μόνο σποραδικά στην κατάρτιση του Συντάγματος της αβασίλευτης. Ούτε όμως και οι σοσιαλιστές κατάφεραν να αφήσουν βαθύτερο αποτύπωμα. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, για παράδειγμα, αν και συνέταξε το «δικό του» Σύνταγμα το 1925, μετά την ανακήρυξη της αβασίλευτης, απέτυχε να το επιβάλει γιατί δεν έπεισε τους συντηρητικότερους βενιζελικούς. Διότι πρωτοποριακές ρυθμίσεις, όπως η κατοχύρωση της αναλογικής ως πάγιου εκλογικού συστήματος και η υποχρεωτική εναλλαγή του πρωθυπουργού κάθε χρόνο (σύμφωνα με το ελβετικό πρότυπο), προσέκρουαν στη νοοτροπία της πανίσχυρης από τότε σχολής του «συνταγματικού ρεαλισμού».

Αλλά και το 1951, η πολύ μετριοπαθής πρόταση αναθεώρησης του Συντάγματος του 1911, που υπέβαλαν στη Βουλή ο Αλέξανδρος Σβώλος, ο Ηλίας Τσιριμώκος, ο Ασημάκης Πανσέληνος και οι υπόλοιποι βουλευτές του Σοσιαλιστικού Κόμματος – ΕΛΔ, δεν συζητήθηκε καν. Γιατί αμέσως μετά τη λήξη του Εμφυλίου το κλίμα δεν ευνοούσε παρόμοιες καινοτομίες.

Το 1975, εν τούτοις, οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Το ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Χαρίλαο Φλωράκη, συμμετείχε στην Αναθεωρητική Βουλή με πέντε βουλευτές. Είχαν επίσης εκλεγεί ο Ηλίας Ηλιού, ο Λεωνίδας Κύρκος και ο Μπάμπης Δρακόπουλος, ως εκπρόσωποι της ΕΔΑ και του ΚΚΕ (εσωτερικού). Τι στάση θα τηρούσαν; Θα μετείχαν ενεργά στο συντακτικό έργο με καινοτόμες ιδέες ή θα περιορίζονταν σε καταγγελίες, όπως είχαν πράξει το 1963, όταν η τότε ΕΡΕ είχε υποβάλει στη Βουλή την αναθεωρητική πρότασή της, που έμεινε γνωστή ως «βαθεία τομή»;

Από την πρώτη στιγμή ο Ηλίας Ηλιού, πρόεδρος της μεταδικτατορικής ΕΔΑ, κατάλαβε ότι υπήρχαν πλέον δυνατότητες για ενεργότερη παρουσία. Εχοντας δικηγορήσει μαχητικά από τη δεκαετία του 1930, αρθρογραφήσει από το 1946 «Για ένα λαϊκοδημοκρατικό Σύνταγμα» και πρωτοστατήσει στην προσπάθεια της ΕΔΑ να σταματήσουν οι διώξεις κατά των ηττημένων του Εμφυλίου, ανέλαβε από την πρώτη στιγμή δράση. Τον Δεκέμβριο του 1974, με τέσσερα άρθρα του στην «Αυγή» που συζητήθηκαν ευρύτατα, έδωσε τον τόνο. Δεν περιορίστηκε στην κριτική του σχεδίου Συντάγματος που η κυβέρνηση Καραμανλή είχε δώσει στη δημοσιότητα την παραμονή των Χριστουγέννων, αλλά υπέβαλε και προτάσεις. Πήρε μάλιστα την πρωτοβουλία να συγκαλέσει υπό την προεδρία του και μια ομάδα εργασίας για τη διατύπωση συγκεκριμένων διατάξεων. Στην ομάδα αυτή μετείχαν από το ΚΚΕ (εσωτερικού) ο Λεωνίδας Κύρκος και ο Γρηγόρης Γιάνναρος. Μετείχαν ακόμη οι δικηγόροι Χριστόφορος Αργυρόπουλος και Παναγιώτης Σκούφης και, από τους νεότερους, ο Ξενοφών Γιαταγάνας και ο υπογράφων, μεταπτυχιακοί τότε φοιτητές στη Γαλλία. Καταρτίσαμε λοιπόν ένα πλήρες «αντισχέδιο» Συντάγματος, το οποίο ο Ηλιού κατέθεσε στη Βουλή στις 21 Ιανουαρίου 1975. Τον μιμήθηκαν λίγο αργότερα το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ, που κατέθεσαν δικά τους αντισχέδια, λιγότερο φιλόδοξα πάντως, αφού δεν αφορούσαν το σύνολο του Συντάγματος, αλλά ορισμένα μόνο κεφάλαιά του.

Δύο ήταν οι αιχμές του δόρατος του κυβερνητικού σχεδίου Συντάγματος: πρώτα πρώτα η ενισχυμένη εκτελεστική εξουσία. Και δεύτερον, η δυνατότητα απαγόρευσης «ανατρεπτικών» πολιτικών κομμάτων.

Ως προς την ενισχυμένη εκτελεστική εξουσία, η αντίθεση της Αριστεράς αφορούσε, εν πρώτοις, τις λεγόμενες «υπερεξουσίες» του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε αυτό πρωτοστάτησαν τότε και ο Γεώργιος Μαύρος, πρόεδρος της εφήμερης Ενωσης Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, καθώς και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Γι’ αυτόν, όπως τόνισε με οξύτητα, «το πολίτευμα που εγκαθιδρύεται επαναλαμβάνει το πείραμα της καισαρικής δημοκρατίας του παπαδοπουλικού συντάγματος του 1973. Πρόκειται για πολίτευμα τραγελαφικό […]».

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θεωρήθηκε ως εγγυητής της συνέχειας του πολιτεύματος και όχι ως εμπόδιο της «Αλλαγής» που επαγγελλόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. 

Το λάθος της Αριστεράς τότε ήταν ότι, αντί να περιορίσει την κριτική της στις «υπερεξουσίες» του Προέδρου, περιέλαβε σε αυτήν και τις αρμοδιότητες της κοινοβουλευτικά υπεύθυνης κυβέρνησης, οι οποίες, υπό τις νέες συνθήκες, δεν μπορούσαν παρά να είναι ενισχυμένες. Είτε επρόκειτο για τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου είτε για το «επείγον» και το «κατεπείγον» στην ψήφιση των νόμων από τη Βουλή, η Αριστερά δεν αντιλήφθηκε ότι η εκτελεστική εξουσία, υπό τις νέες συνθήκες, όφειλε να διαθέτει τα μέσα για ταχεία και αποτελεσματική δράση. Το αντιλήφθηκε μόνον όταν η ίδια ανέλαβε κυβερνητικές ευθύνες, πολύ αργότερα, το 2015. Ως προς το πρώτο πάντως σκέλος της κριτικής της, δηλαδή τις αρμοδιότητες του Προέδρου, η τότε αντιπολίτευση δικαιώθηκε με την αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία, χάρη και στη συμβολή του ΚΚΕ, περιέκοψε τις «υπερεξουσίες» του Προέδρου.

Οι τόνοι πάντως που χρησιμοποίησε ο Ηλίας Ηλιού το 1975 ήταν χαμηλότεροι. Αγορεύοντας στην εναρκτήρια συνεδρίαση της αναθεωρητικής διαδικασίας υποστήριξε βέβαια ότι το Σύνταγμα που πρότεινε η Ν.Δ. ήταν ένα Σύνταγμα που καταλύει το μοναδικό χαρακτηριστικό γνώρισμα των αστικών συνταγμάτων, από τότε που ο Μοντεσκιέ, έχοντας και την «παλαιοτέραν πείραν του αγγλικού κοινοβουλίου […], προσδιόρισε ότι δεν μπορεί να κυβερνάται δημοκρατικά μια πολιτεία εάν μια εξουσία δεν αναχαιτίζει, δεν περιορίζει την άλλην. Il faut que le pouvoir arrête le pouvoir, κατέληγε». (Με την κεκτημένη έκτοτε πείρα, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει τη σκέψη αυτή ως «προ της ώρας» επισήμανση από τον έμπειρο πολιτικό του κυριότερου ελλείμματος του Συντάγματός μας έκτοτε: της απουσίας αξιόπιστων θεσμικών αντιβάρων.)

Οσον αφορά την απαγόρευση κομμάτων, το κυβερνητικό σχέδιο την ανέθετε σε ένα δικαστήριο που το χαρακτήριζε «Συνταγματικό», αν και δεν ήταν, αφού όλα τα μέλη του ήταν δικαστές καριέρας. Επρόκειτο για μια παλιά ιδέα του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο οποίος το 1963 είχε προτείνει να μπορούν να τίθενται εκτός νόμου κόμματα τα οποία, όχι απαραιτήτως με βίαια, αλλά με «δόλια» μέσα στρέφονταν κατά του πολιτεύματος. Αυτή τη φορά ο Ηλίας Ηλιού θύμισε στη Βουλή την οδυνηρή εμπειρία του πρόσφατου τότε παρελθόντος: «Μην ξεχνάτε, κύριοι συνάδελφοι, […] ότι όταν κάποια διάταξις ανελευθέρα ετέθη εις βάρος του κομμουνισμού […], δεν άργησε πολύ διά να επεκταθή και εις βάρος των αριστερών, αλλά και μακράν του κομμουνισμού ευρισκομένων εις βάρος του Κέντρου και της Δεξιάς, όπως ξέρουν πολλοί συνάδελφοι εξ ιδίας αντιλήψεως εις την αίθουσαν αυτήν». Αυτή τη φορά οι ενστάσεις της Αριστεράς έπιασαν τόπο και, τελικά, η σχετική ρύθμιση αποσύρθηκε σιωπηρά από την κυβέρνηση, κατά το τελευταίο στάδιο της αναθεωρητικής διαδικασίας.

Στις συζητήσεις που διεξήχθησαν στην Αναθεωρητική Βουλή, ο Ηλιού, ο Κύρκος και –από πλευράς ΚΚΕ– ο Κώστας Κάππος πήραν επανειλημμένα τον λόγο για δύο προπάντων διατάξεις του κυβερνητικού σχεδίου που θα μπορούσαν, κατά την κρίση τους, να αποβούν επικίνδυνες: τη διατήρηση, έστω και με δικαστικές εγγυήσεις, του θεσμού της εκτόπισης των αντιφρονούντων από τη μια και τη δυνατότητα απαγόρευσης υπαίθριων συναθροίσεων από την αστυνομία, από την άλλη.

Οπως γρήγορα φάνηκε, η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης διέφερε ουσιωδώς από την προ του 1967 «καχεκτική δημοκρατία». Εως ότου καταργήθηκε επίσημα με την αναθεώρηση του 2001, καμιά εκτόπιση δεν επιβλήθηκε. Οσο για τις υπαίθριες συναθροίσεις, οι όποιες απαγορεύσεις επιβλήθηκαν (όπως π.χ. επί πανδημίας COVID-19), δεν είχαν τίποτα το κοινό με εκείνες που επιβάλλονταν κάθε τόσο πριν από την άνοδο της στρατιωτικής δικτατορίας. Το ίδιο θα τολμούσα να πω και για τις αρμοδιότητες του αρχηγού του κράτους: διαψεύδοντας όσους περίμεναν ότι θα εκκολαφθεί ένας νέος Γλυξβούργος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διευκόλυνε στην πράξη την αλλαγή του 1981 αφού, στα μάτια των περισσοτέρων, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θεωρήθηκε ως εγγυητής της συνέχειας του πολιτεύματος και όχι ως εμπόδιο της «Αλλαγής» που επαγγελλόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι όταν ο ιστορικός ηγέτης της Δεξιάς κλήθηκε για δεύτερη φορά στην Προεδρία της Δημοκρατίας το 1990, αποδέχθηκε την εκλογή του, αν και είχε πλέον περικομμένες αρμοδιότητες.

Το νέο Σύνταγμα αποτέλεσε τη βάση και ταυτόχρονα το πλαίσιο για τη
λειτουργία ενός πολιτεύματος χωρίς αποκλεισμούς και με απρόσκοπτη εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία. 

Συνοψίζοντας, η παρουσία της Αριστεράς στη Βουλή του 1975, αν και περιορισμένη, ήταν θετική. Παρότι ενέδωσε στον πειρασμό να προτείνει για το Σύνταγμα μερικές ουτοπικές διατάξεις, όπως ήταν π.χ. η απαγόρευση της «απ’ ευθείας εξάρτησης υπηρεσιών των ενόπλων δυνάμεων» από αντίστοιχες ξένες (λες και ο στόχος αυτός μπορούσε να επιτευχθεί διά του Συντάγματος!), συνέβαλε στην εγκατάλειψη αρκετών ανελεύθερων ρυθμίσεων, που κάποιοι νοσταλγοί του παρελθόντος επιδίωκαν να υιοθετηθούν το 1975. Ετσι, το νέο Σύνταγμα αποτέλεσε τη βάση και ταυτόχρονα το πλαίσιο για τη λειτουργία ενός πολιτεύματος χωρίς αποκλεισμούς και με απρόσκοπτη εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία. Και τούτο, παρά τις ουσιώδεις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές τους. Μήπως, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ήρθε ο καιρός για την Αριστερά να το αγαπήσει;

Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Αν ενδιαφέρεται να εμβαθύνει στην προβληματική του παρόντος άρθρου, ο αναγνώστης μπορεί πλέον να συμβουλευτεί το βιβλίο ενός νεότερου συναδέλφου, του Χαράλαμπου Κουρουνδή, «Το Σύνταγμα και η Αριστερά. Από τη “βαθεία τομή” του 1963 στο Σύνταγμα του 1975», Αθήνα, εκδ. Νήσος, 2018.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT