Τον Οκτώβριο του 2023, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, παρουσιάζοντας ένα προτεινόμενο σχέδιο ειρήνης για την Ουκρανία, θα προσκαλούσε τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και κάθε πιθανό σύμμαχο να συνυπογράψουν μια συμφωνία για να επενδύσουν από κοινού και να εκμεταλλευτούν τους φυσικούς πόρους της χώρας, που σύμφωνα με τον ίδιο αξίζουν τρισεκατομμύρια δολάρια.
Σε μια αποστροφή του λόγου του αναφέρθηκε συγκεκριμένα στα κρίσιμα ορυκτά και στις σπάνιες γαίες που βρίσκονται διάσπαρτα στο υπέδαφος της Ουκρανίας. «[Οι φυσικοί πόροι] περιλαμβάνουν, ειδικότερα, ουράνιο, τιτάνιο, λίθιο, γραφίτη και άλλους πολύτιμους πόρους που θα ενισχύσουν είτε τη Ρωσία και τους συμμάχους της είτε την Ουκρανία και τον δημοκρατικό κόσμο στον παγκόσμιο ανταγωνισμό».
Τότε βεβαίως, κανείς δεν φανταζόταν πως τέσσερις μήνες μετά ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τράμπ, θα μιλούσε ευθέως για μια συμφωνία με στόχο ανταλλάγματα για τη μέχρι τώρα αμερικανική οικονομική και στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία, που θα ανέτρεπε τη μέχρι τώρα διπλωματική παράδοση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στους συμμάχους τους.
Πώς θα λειτουργήσει το κοινό ταμείο
Σύμφωνα με προσχέδια που έχουν δημοσιευθεί, η συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών προϋποθέτει τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου στο οποίο η Ουκρανία θα συνεισφέρει το 50% των εσόδων από την εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, των ορυκτών, καθώς και των κερδών από συναφείς υποδομές, όπως τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου και λιμάνια. Στο προσχέδιο διευκρινίζεται πως το ταμείο δεν θα αντλεί έσοδα από υπάρχοντα ορυχεία, πετρελαιοπηγές και άλλες επιχειρήσεις φυσικών πόρων, ενώ θα επανεπενδύει τους πόρους του σε πρότζεκτ εντός της Ουκρανίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδιαφέρονται για τα κρίσιμα ορυκτά και τις σπάνιες γαίες, καθώς είναι απαραίτητα για την κατασκευή μπαταριών, απαραίτητων για την ηλεκτροκίνηση, και εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται στην ανανεώσιμη ενέργεια, τη βιοτεχνολογία, την τεχνητή νοημοσύνη και την αεροναυπηγική. Η πρόσβαση στον ουκρανικό ορυκτό πλούτο θα μπορούσε να τις βοηθήσει να «σπάσουν» το μονοπώλιο της Κίνας, που αποτελεί σήμερα την παγκόσμια δύναμη στον τομέα αυτόν καλύπτοντας περίπου το 90% της παγκόσμιας παραγωγής σπάνιων γαιών.
«Συμφωνία προσανατολισμένη στο μέλλον»
Σύμφωνα με την αναπληρώτρια υπουργό Προστασίας Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων της Ουκρανίας, Σβετλάνα Γκρίντσουκ, η Ουκρανία διαθέτει περίπου το 5% όλων των «κρίσιμων πρώτων υλών» στον κόσμο. Τα στοιχεία του αρμόδιου υπουργείου αναφέρουν πως η χώρα διαθέτει το 7% της παγκόσμιας παραγωγής τιτανίου, περίπου το 1/3 των αποθεμάτων λιθίου στην Ευρώπη, ενώ ανήκει στις 5 χώρες παγκοσμίως με τα μεγαλύτερα αποθέματα γραφίτη.
Είναι όμως η συμφωνία αυτή όπως τη διαφημίζει ο Ντόναλντ Τραμπ και πώς μπορεί να επηρεάσει την Ευρωπαϊκή Ενωση, που επίσης καταγράφει μεγάλες ανάγκες στην προμήθεια κρίσιμων ορυκτών και σπάνιων γαιών;
Ολα τα υπάρχοντα πρότζεκτ της Ουκρανίας στα ορυκτά και στην ενέργεια έχουν εξαιρεθεί από τη συμφωνία.
Την ερώτηση αυτή απευθύναμε στον Τζέικομπ Κίρκεγκαρντ, συνεργάτη του βελγικού think tank Bruegel, ο οποίος έχει πολυετή εμπειρία στην ευρωπαϊκή και την αμερικανική οικονομία. «Η συμφωνία αυτή δεν πρόκειται να κάνει άμεσα μεγάλη διαφορά ούτε για την Ευρώπη ούτε για κάποιον άλλον. Είναι μια συμφωνία που είναι πλήρως προσανατολισμένη στο μέλλον. Ολα τα υπάρχοντα πρότζεκτ της Ουκρανίας στα ορυκτά και στην ενέργεια έχουν εξαιρεθεί από τη συμφωνία», δήλωσε μιλώντας στην «Κ». Οπως εξήγησε, οι πόροι που θα κατευθυνθούν στο ταμείο απαιτούν να υπάρξουν πρώτα κέρδη από την εκμετάλλευση των ενεργειακών ή των ορυκτών αποθεμάτων της Ουκρανίας, κάτι το οποίο κατά τον ίδιο είναι αμφίβολο και σίγουρα θα απαιτήσει πολύ χρόνο.
Είναι οικονομικά βιώσιμη η εξόρυξη ορυκτών;
Η εξόρυξη είναι μια μακροπρόθεσμη επένδυση, καθώς σε παγκόσμιο επίπεδο χρειάζονται κατά μέσο όρο 18 χρόνια για να αναπτυχθεί ένα ορυχείο, ενώ η κατασκευή του κοστίζει 500 εκατ. δολάρια και η κατασκευή εργοστασίου περίπου 1 δισ. δολάρια.
«Η Ουκρανία έχει κάποιες σπάνιες γαίες, αλλά ποτέ πριν από την έναρξη του πολέμου δεν ήταν επικερδές να τις εξορύξεις. Τώρα, μετά τον πόλεμο, θα είναι εξωφρενικά δαπανηρό», σχολίασε ο Τζέικομπ Κίρκεγκαρντ.
Ουκρανικές φωνές συμφωνούν με τη θέση αυτή. Η Ναταλία Κάτσε-Μπουτσκόβσκα, εμπειρογνώμονας σε θέματα ενεργειακής ασφάλειας και πρώην βουλεύτρια, σε δηλώσεις της στο CNN ξεκαθάρισε πως τα περισσότερα εξορυκτικά πρότζεκτ μένουν στο επίπεδο της διερεύνησης, καθώς απαιτούνται τεράστια χρηματικά ποσά, εξέλιξη των υποδομών και εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού, για να λειτουργήσουν.
Δεν υπήρξε κάποια ευρωπαϊκή επιχείρηση που να είχε δείξει πραγματικό ενδιαφέρον για την επένδυση σε εξόρυξη ορυκτών στην Ουκρανία, γιατί δεν ήταν σίγουρο αν θα ήταν επικερδής, ενώ επιπλέον εμπόδιο ήταν πως κάποια από τα υπάρχοντα ορυχεία ανήκουν σε Ουκρανούς ολιγάρχες.
Τον Ιούλιο του 2021, η Ε.Ε. και η Ουκρανία υπέγραψαν Μνημόνιο Στρατηγικής Συνεργασίας για τις Πρώτες Υλες, αναγνωρίζοντας τον ορυκτό πλούτο της χώρας. Ο κ. Κίρκεγκαρντ διευκρίνισε ωστόσο ότι και σε αυτή την περίπτωση δεν υπήρξε κάποια ευρωπαϊκή επιχείρηση που να είχε δείξει πραγματικό ενδιαφέρον για την επένδυση σε εξόρυξη ορυκτών στην Ουκρανία, γιατί δεν ήταν σίγουρο αν θα ήταν επικερδής, ενώ επιπλέον εμπόδιο ήταν πως κάποια από τα υπάρχοντα ορυχεία ανήκουν σε Ουκρανούς ολιγάρχες, όπως o Ρινάτ Αχμέτοβ.
Οι ειδικοί στην ενέργεια και την οικονομία αναγνωρίζουν σημαντικά προβλήματα στην εξόρυξη των ουκρανικών κοιτασμάτων, που σχετίζονται με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα έπειτα από τρία χρόνια πολέμου, τη γεωπολιτική ισορροπία, την ιδιαιτερότητα των κοιτασμάτων, αλλά και την ελλιπή πληροφόρηση που υπάρχει για τα αποθέματα ορυκτών και σπάνιων γαιών που βασίζονται σε χάρτες που εκδόθηκαν δεκαετίες πριν.
Εκτιμήσεις από την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης
Στην ανάλυση τους, οι New York Times υποστηρίζουν πως, παρότι οι φυσικοί πόροι της Ουκρανίας είναι πολύτιμοι, οι ειδικοί λένε ότι οι εκτιμήσεις του κ. Ζελένσκι για την οικονομική τους απόδοση είναι υπερβολικές. «Τα έσοδα της ουκρανικής κυβέρνησης πέρυσι από δικαιώματα φυσικών πόρων ήταν 1,1 δισ. δολάρια, πολύ λιγότερα από τα εκατοντάδες δισ. δολάρια που ο κ. Τραμπ είπε ότι ζητά από τη συμφωνία», σημειώνουν οι συντάκτες στο ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας, συμπληρώνοντας πως η δυσκίνητη γραφειοκρατία και η διαφθορά έχουν περιορίσει τις επενδύσεις.
Κάποια κοιτάσματα βρίσκονται πίσω από τις γραμμές μάχης ή απαιτούν προηγμένη τεχνολογία επεξεργασίας και ένα αξιόπιστο ενεργειακό δίκτυο για την εξόρυξή τους.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσίευσε η Standard&Poors, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα των σπάνιων γαιών βασίζονται μέχρι και σήμερα στην εποχή της Σοβιετικής Ενωσης. «Η προσφορά σπάνιων γαιών του Ζελένσκι βασίζεται σε διευρενητικές δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ του ’60 και του ’80». Σύμφωνα με το άρθρο, θα ήταν δύσκολο να αξιοποιηθούν τα κοιτάσματα: «Μερικά βρίσκονται πίσω από τις γραμμές μάχης ή στην περίπτωση μίας εκ των τοποθεσιών απαιτούν προηγμένη τεχνολογία επεξεργασίας και ένα αξιόπιστο ενεργειακό δίκτυο για την εξόρυξή τους».
Στο ίδιο κλίμα κινήθηκε και το Reuters: «Τυχόν έσοδα απέχουν χρόνια. Η Ουκρανία θα πρέπει πρώτα να κατασκευάσει ή να ανοικοδομήσει ορυχεία και να επισκευάσει το κατεστραμμένο ενεργειακό δίκτυο της χώρας». Ενδεικτικό του μεγέθους καταστροφής είναι πως, μετά από τρία χρόνια πολέμου, η Ουκρανία έχει διατηρήσει μόνο το 1/3 της ηλεκτρικής ενέργειας που διέθετε πριν από το 2022.
Επενδύσεις σε ναρκοπέδιο
Εκόμα ένα εμπόδιο που προκύπτει είναι πως τα ορυκτά βρίσκονται σε ποσοστό 40% στις περιοχές που βρίσκονται τώρα υπό ρωσική κατοχή, σύμφωνα με το ουκρανικό think tank We Build Ukraine και το Εθνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών. Ακόμα όμως και να περιέλθουν στην κατοχή της Ουκρανίας, η συνθήκη αυτή δημιουργεί μια αλυσίδα προβλημάτων.
Ο κ. Κίρκεγκαρντ εξήγησε πως περιοχές όπως το Ντονέτσκ και το Ντονμπάς, όπου συγκεντρώνονται πολλά κοιτάσματα ορυκτών, είναι περιοχές που έχουν βομβαρδιστεί αλλεπάλληλα και συνεπώς οι υποδομές τους έχουν υποστεί τεράστιες καταστροφές. Οπως περιέγραψε, ακόμα και αν κάποιος εξαιρέσει το κόστος τού να αποναρκοθετηθεί η χώρα, να απομακρυνθούν δηλαδή όλες οι βόμβες και οι νάρκες που δεν εξερράγησαν, ακόμα και αν υποθέσει ότι δημιουργείται ένα υγιές επιχειρηματικό περιβάλλον, κάτι πολύ δύσκολο σε μια περιοχή που μόλις εξήλθε από έναν τέτοιο καταστροφικό πόλεμο, και τότε ακόμα το κόστος των εξορύξεων θα είναι τεράστιο.
«Υπήρχε μια αντίστοιχη διαμάχη πριν από 10 χρόνια για το Αφγανιστάν. Τότε έλεγαν πως το Αφγανιστάν είναι γεμάτο σπάνιες γαίες. Ηταν σωστό, αλλά δεν ήταν επικερδές να τις εξορύξεις, και έτσι δεν έγινε ποτέ. Είναι η ίδια περίπτωση με την Ουκρανία».
Κίνηση εντυπωσιασμού;
Σύμφωνα με τον κ. Κίρκεγκαρντ, η συμφωνία επιτρέπει στον Ντόναλντ Τραμπ να πει στους ψηφοφόρους ότι έκανε τους Ουκρανούς να πληρώσουν αυτά που έδωσε η διοίκηση Μπάιντεν, ακόμα και αν αυτό δεν είναι αλήθεια.
Ο πρώην Σουηδός πρωθυπουργός, Καρλ Μπιλντ, το περιέγραψε ακόμα πιο σκληρά όταν μιλώντας στο BBC είπε πως η «συμφωνία των ορυκτών» είναι σχεδιασμένη κυρίως για να «κρατήσει τον κ. Τραμπ χαρούμενο»: «Δεν θα δώσει πολλά χρήματα στις ΗΠΑ και δεν βλέπω να έχει κάποιο οικονομικό αποτέλεσμα για πολλά χρόνια».
Προσπαθώντας να δει κάποια χρόνια μετά, στον ίδιο τόνο, ο δημοσιογράφος του Reuters, Πιέρ Μπριανκόν, προέβλεψε: «Ο Ζελένσκι μπορεί επίσης να συμπεράνει ότι μια γενική συμφωνία που καλύπτει άγνωστα περιουσιακά στοιχεία με έσοδα χρονικά απομακρυσμένα μπορεί και να μη δεσμεύει πολύ το Κίεβο. Μέχρι να λειτουργήσουν τα ορυχεία, οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν έναν πιο φιλικό πρόεδρο. Η Ουκρανία θα μπορούσε στη συνέχεια να αναθεωρήσει τη σύμβαση ή να την διαλύσει εντελώς. Είναι μια διαπραγματευτική στρατηγική που μπορεί ακόμη και να θαυμάσει ο Τραμπ».
Κεντρική φωτογραφία: AP

