Παράδειγμα πρώτο. Λίγους μήνες μετά την κατασκευή αντιπλημμυρικού έργου παρουσιάστηκε πλημμύρα στην περιοχή που εξυπηρετεί, ενδεικτικό της απουσίας στάθμισης του κινδύνου ακραίων καιρικών φαινομένων κατά τον σχεδιασμό του.
Παράδειγμα δεύτερο. Σε κατασκευή πεζοδρόμου δεν σταθμίστηκε επαρκώς η επίπτωση της διέλευσης οχημάτων, με αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα να απαιτηθεί η ανακατασκευή του.
Παράδειγμα τρίτο. Τέσσερα χρόνια μετά την κατασκευή του, ΧΥΤΑ υπέστη καθίζηση και η λειτουργία του διεκόπη. Οπως προκύπτει, δεν είχαν εξεταστεί επαρκώς οι γεωλογικές συνθήκες της περιοχής.
Αυτές οι περιπτώσεις –και πολλές ακόμη– περιλαμβάνονται στο πόρισμα ελέγχου που πραγματοποίησε το Ελεγκτικό Συνέδριο για την πραγματοποίηση δημόσιων έργων στους δήμους και στις περιφέρειες. Οπως προκύπτει, υπάρχουν πολύ σοβαρές ελλείψεις ήδη από τον σχεδιασμό των έργων, που γίνεται χωρίς να εξεταστούν αναλυτικά οι επιπτώσεις τους, χωρίς επαρκή διαβούλευση, χωρίς να σταθμιστούν όλοι οι κίνδυνοι, χωρίς να προσδιορίζονται οι ανάγκες συντήρησης. Περαιτέρω τα έργα δεν επιθεωρούνται, ούτε συντηρούνται με βάση συγκεκριμένο προγραμματισμό, αλλά μόνο μετά από καταγγελίες και παράπονα. Ειδική μνεία γίνεται στα ολυμπιακά έργα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την παραχώρηση κτιρίου στο υπουργείο Ανάπτυξης για τη μεταστέγαση υπηρεσίας, η οποία έξι χρόνια μετά όχι μόνο δεν έχει μεταστεγαστεί, αλλά ούτε καν παραλάβει την εγκατάσταση.

Η έκθεση ελέγχου έχει θέμα «Εργα δημόσιων φορέων: Αντιμετωπίζονται ως επενδύσεις με ορίζοντα τον κύκλο ζωής τους ή ως βραχύβιες παρεμβάσεις χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό;». Ο έλεγχος πραγματοποιήθηκε σε 20 τεχνικές υπηρεσίες 18 δημοσίων φορέων (δήμων, περιφερειών, ΔΕΥΑ και λιμενικών ταμείων). Και σε 149 κατασκευαστικά έργα 45 φορέων, με συνολικό προϋπολογισμό 523 εκατ. ευρώ. Η έκθεση τεκμηριώνει αυτό που όλοι, λίγοι ή πολύ, φανταζόμαστε: ότι τα έργα γίνονται χωρίς επαρκή τεκμηρίωση (δηλαδή αποφασίζονται εν πολλοίς με πολιτικά κριτήρια) και δεν παρακολουθούνται συστηματικά.
Πιο συγκεκριμένα, κατά τον σχεδιασμό των έργων δεν αξιολογούται επαρκώς η σκοπιμότητα και η βιωσιμότητά τους, ούτε γίνεται ουσιαστική διαβούλευση με το κοινό. Περαιτέρω, δεν υφίσταται σύστημα διαχείρισης και αξιοποίησης για όλο τον κύκλο ζωής τους. Το πρόβλημα δεν είναι νομοθετικό, αλλά «πραγματικό», καθώς νομοθεσία υπάρχει, αλλά δεν εφαρμόζεται. «Ενδεικτικό της έλλειψης τεκμηρίωσης μακροπρόθεσμου σχεδιασμού είναι ότι ακόμη και στις λίγες περιπτώσεις όπου τεκμηριωνόταν η σκοπιμότητα του έργου, ο σχετικός προσδιορισμός βασιζόταν συχνά σε υφιστάμενα δεδομένα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πιθανή μελλοντική εξέλιξη. Για παράδειγμα, σε έργα κατασκευής κτιριακών υποδομών (όπως σχολικές μονάδες, νοσοκομειακή υποδομή) η θεμελίωση των αναγκών βασιζόταν στον σημερινό αριθμό εξυπηρετουμένων, χωρίς πρόβλεψη για μελλοντικές μεταβολές», αναφέρει η έκθεση.
Περαιτέρω, όταν σχεδιάζεται ένα έργο δεν εκτιμάται συστηματικά το κόστος λειτουργίας και συντήρησης, αλλά ούτε και η ικανότητα του φορέα ή της υπηρεσίας που θα έχει την ευθύνη του έργου να το διαχειριστεί σωστά. Τέλος, διαβούλευση με το κοινό δεν υφίσταται κατά το στάδιο σχεδιασμού των έργων, παρά μόνο κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση, «και επομένως δεν καλύπτει άλλες πτυχές των έργων, όπως η οικονομικότητα και η σκοπιμότητα».
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται έργο 2,5 εκατ. ευρώ για τη μετατροπή ξενοδοχειακής μονάδας σε μουσείο, εκθεσιακό χώρο και κέντρο φιλοξενίας. «Παρά την εκπόνηση μελέτης βιωσιμότητας δεν εκτιμήθηκαν με ακρίβεια οι ωφέλειες, το κόστος λειτουργίας και συντήρησης, οι εναλλακτικές λύσεις και οι κίνδυνοι. Κατά τη λειτουργία του έργου διαπιστώθηκε ότι δεν απέφερε τα αναμενόμενα οφέλη, προκαλώντας δημοσιονομικό κενό». Ως αποτέλεσμα, το έργο επανασχεδιάστηκε για άλλη χρήση.
Τα έργα γίνονται χωρίς επαρκή τεκμηρίωση (δηλαδή αποφασίζονται εν πολλοίς με πολιτικά κριτήρια) και δεν ελέγχονται συστηματικά.
Ολυμπιακές εγκαταστάσεις
Ειδική αναφορά κάνει η έκθεση στην αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Αναφέρεται στην απουσία οποιασδήποτε πρόβλεψης για τη μεταολυμπιακή αξιοποίησή τους και το πώς αυτή καθυστέρησε και λόγω των αλλεπάλληλων μεταβιβάσεων της αρμοδιότητας από τον έναν φορέα στον άλλον. Σημειώνει, δε, ότι 20 χρόνια μετά τους Αγώνες κάποια ακίνητα παραμένουν αναξιοποίητα, αναφέροντας διάφορα παραδείγματα: τον ολυμπιακό πόλο Φαλήρου (φαληρικός όρμος), στον οποίο η ανάπλαση είναι ακόμη ημιτελής, οκτώ χρόνια αφότου ξεκίνησε. Και το «κεντρικό κτίριο ιππασίας» στο Γουδί, που παραχωρήθηκε το 2019 στη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΚ) του ΥΠΑΝ και «παραμένει αναξιοποίητο από την υπηρεσία (…), ενώ δεν έχει παραληφθεί οριστικά από τη ΓΓΕΚ».
Στη νομοθεσία υφίστανται σημαντικά κενά για τη συντήρηση των έργων. Η δημιουργία Εθνικού Μητρώου Υποδομών στο Τεχνικό Επιμελητήριο με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης αξιολογείται ως σημαντικό βήμα, αλλά δεν έχει τεθεί σε λειτουργία (προβλέφθηκε το 2019). «Στη συντριπτική πλειονότητα των ελεγχθέντων φορέων δεν υφίσταται ολοκληρωμένη και τυποποιημένη διαδικασία προγραμματισμού των συντηρήσεων και κάλυψης των αναγκών λειτουργίας των έργων. Οι ανάγκες συντήρησης δεν καταγράφονται εκ των προτέρων με συστηματικό τρόπο, αλλά αντιμετωπίζονται αποσπασματικά, συνήθως κατόπιν επισημάνσεων και αναφορών προβλημάτων από πολίτες, χρήστες των υποδομών ή άλλους φορείς. Οι φορείς, δε, δεν διενεργούν τακτικές, προγραμματισμένες συντηρήσεις των παγίων τους, αλλά περιορίζονται σε αποσπασματικές συντηρήσεις και αποκατάσταση φθορών κατόπιν έκτακτων ελέγχων, συνήθως μετά από αναφορές προβλημάτων από χρήστες», αναφέρει η έκθεση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι φάκελοι 35 έργων δεν βρέθηκαν ποτέ – ενώ κάποιοι δήμοι (ο Δήμος Ρόδου και ο Δήμος Φιλοθέης – Ψυχικού) προσκόμισαν ελάχιστα ή και καθόλου στοιχεία στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Οι δρόμοι
Οσον αφορά την παρακολούθηση της κατάστασης των οδών, το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει ότι υπάρχει νομοθεσία (άρθρο 7 του ν. 3481/2006) σύμφωνα με την οποία οι δήμοι υποχρεούνται να ελέγχουν τουλάχιστον ανά δεκαπενθήμερο τις οδούς αρμοδιότητάς τους, να καταγράφουν συστηματικά τις βλάβες και να τις αποκαθιστούν εντός δεκαημέρου. «Στους περισσότερους ελεγχόμενους φορείς οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται καθόλου ή ακολουθούνται μόνο εν μέρει», αναφέρει η έκθεση.
Τι προτείνεται
Η ομάδα του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταλήγει στη διατύπωση συστάσεων τόσο για την ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου όσο και για τους ίδιους τους φορείς της αυτοδιοίκησης. Προτείνει μεταξύ άλλων να γίνει υποχρεωτική η εξέταση της σκοπιμότητας και βιωσιμότητας ενός έργου ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του, αλλά και η καθιέρωση μιας συμμετοχικής διαδικασίας διαβούλευσης πριν από τον προγραμματισμό των έργων.
Στους δήμους και στις περιφέρειες προτείνει τα… βασικά, δηλαδή να ψηφιοποιήσουν και να οργανώσουν τους φακέλους των έργων, να δημιουργήσουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης των έργων, και να προβαίνουν σε πολυετή προγραμματισμό των συντηρήσεων και των επιθεωρήσεων.

