Κορυφαία αγορά στην περιοχή των αναδυόμενων της Ευρώπης χαρακτηρίζει η Morgan Stanley την Ελλάδα, τονίζοντας πως διατηρεί θετική στάση για την ελληνική οικονομία καθώς και τις προοπτικές των ελληνικών μετοχών για το 2026.
«Η Ελλάδα είναι η αγορά που προτιμάμε στις αναδυόμενες αγορές της Ευρώπης, χάρη στο ευνοϊκό μακροοικονομικό σκηνικό και τις ελκυστικές αποτιμήσεις», υπογραμμίζει η Morgan Stanley, επισημαίνοντας πως φέτος σημειώνει την υψηλότερη απόδοση μεταξύ των αναδυόμενων αγορών, ενώ έχει τη δεύτερη καλύτερη απόδοση ανάμεσα σε όλες τις αγορές διεθνώς.
Παρά το γεγονός ότι δεν αναμένει επανάληψη αυτής της πολύ ισχυρής απόδοσης το 2026, οι αναλυτές της βλέπουν ότι οι θετικοί καταλύτες του 2025, όπως τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, η ανθεκτικότητα στις εμπορικές εντάσεις, η συμπίεση του κόστους ιδίων κεφαλαίων και η δυναμική της εταιρικής κερδοφορίας, θα συνεχίσουν να στηρίζουν την αγορά και την οικονομία.
H Morgan Stanley προκρίνει την έκθεση στην Ελλάδα κυρίως μέσω των τραπεζών, οι οποίες καταγράφουν άνοδο 106% από την αρχή του έτους έχοντας υπεραποδώσει έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών. Παράλληλα, εκτιμά πως το ισχυρότερο ευρώ θα υποστηρίξει την υπεραπόδοση της Ελλάδας και το 2026. Αναμένει ότι το ευρώ θα συνεχίσει να ενισχύεται έως την άνοιξη του 2026 φτάνοντας το 1,23 έναντι του δολαρίου, πριν υποχωρήσει στο 1,16 μέχρι το τέλος του έτους. Αυτό υποδηλώνει ότι οι ελληνικές μετοχές θα απολαύσουν ούριο άνεμο από την αγορά συναλλάγματος το πρώτο τρίμηνο του 2026.
H ισχυρή οικονομική ανάπτυξη υποστηριζόμενη από την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις, στηρίζουν το ελληνικό story και το 2026, επισημαίνει η Morgan Stanley. Οι οικονομολόγοι της προβλέπουν αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας στο 2% την περίοδο 2026-2027, σχεδόν διπλάσια από τον ρυθμό της Ευρωζώνης. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο Ταμείο Ανάκαμψης και παρόλο που η στήριξή του λήγει τον Δεκέμβριο του 2026, το επίπεδο επενδύσεων θα παραμείνει ισχυρό το 2027, όπως εκτιμά. Και αυτό γιατί, όπως παρατηρεί, υπάρχει χρονική υστέρηση μεταξύ της εκταμίευσης των κεφαλαίων και της αξιοποίησής τους, γεγονός που υποδηλώνει μια ισχυρή επενδυτική ροή ακόμη και μετά το 2026. Υπολογίζει ότι μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους μόνο το 56% των κεφαλαίων θα έχει απορροφηθεί.
Τέλος, η Morgan Stanley επισημαίνει πως η αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς στις ανεπτυγμένες αγορές ενέχει ρίσκο, ειδικά αυτή από την MSCI δεδομένου ότι το ενεργητικό των παθητικών funds που κινούνται στους δείκτες της είναι διπλάσιο από εκείνο αυτών που παρακολουθούν άλλους δείκτες (π.χ. FTSE). Τα ιστορικά προηγούμενα αναβαθμίσεων υποδηλώνουν ότι η ελληνική αγορά θα βρεθεί αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις, τονίζει. Η Ελλάδα βίωσε μια παρόμοια αναβάθμιση από την MSCI το 2001, μετά την οποία άρχισε να υποαποδίδει για σχεδόν ένα χρόνο. Αντίθετα, όταν η MSCI υποβάθμισε την Ελλάδα στις αναδυόμενες αγορές το 2013, οι ελληνικές μετοχές υπεραπέδωσαν. «Μια αναβάθμιση από την MSCI θα μετατόπιζε ουσιαστικά την Ελλάδα από ένα μεσαίου μεγέθους ψάρι που βρίσκεται μέσα σε μια μικρή λίμνη, σε ένα πολύ μικρότερο ψάρι που κολυμπάει μέσα στον ωκεανό», σημειώνει χαρακτηριστικά.

