Αύξηση των εξαγωγών προϊόντων (εκτός πετρελαίου) σε πραγματικούς όρους κατά 2%, αντιστρέφοντας την πτώση κατά 0,8% του 2024, προβλέπει για φέτος η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.
Αν και κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο οι εξαγωγές ήταν αυξημένες κατά 3,9%, η επιδείνωση των εξαγωγικών επιδόσεων κατά το δεύτερο εξάμηνο εκτιμάται ότι θα περιορίσει συνολικά την ετήσια πρόβλεψη στο 2%.
Οπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Εθνικής (επικεφαλής οικονομολόγος Νίκος Μαγγίνας), κατά το α΄ εξάμηνο η Ελλάδα πέτυχε την 5η καλύτερη εξαγωγική επίδοση στην Ευρώπη, με κορυφαίες επιδόσεις σε πέντε από τους δέκα ευρείς κλάδους.
Μάλιστα, επισημαίνεται ότι δύο κλάδοι, τα μέταλλα και τα τρόφιμα, επιβεβαίωσαν ότι αποτελούν βασικούς εξαγωγικούς πυλώνες, σημειώνοντας αύξηση κατά 7% και 10% αντιστοίχως το α΄ εξάμηνο. Συνολικά, οι ελληνικές εξαγωγές κατέκτησαν μερίδιο 0,6% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, έναντι 0,4% το 2016, αύξηση που αντιπροσωπεύει 4,1 δισ. ευρώ επιπλέον εξαγωγές σε εννέα χρόνια.
Ωστόσο, το 2025, σύμφωνα με την ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο νέο τεύχος «Τάσεις του επιχειρείν» της τράπεζας, φαίνεται να εξελίσσεται σε έτος δύο ταχυτήτων. Κι αυτό λόγω της στρατηγικής αποθεματοποίησης που εφάρμοσαν οι εισαγωγικές επιχειρήσεις, πριν από την ανακοίνωση της εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε. – ΗΠΑ τον Ιούλιο, υπό τον φόβο ενός εμπορικού πολέμου, εξαιτίας της πολιτικής δασμών των ΗΠΑ, με επιπτώσεις στον πληθωρισμό και τις εφοδιαστικές αλυσίδες. Το α΄ εξάμηνο ευνοήθηκε από τη στρατηγική αυτή. Το β΄ εξάμηνο κινείται σε επίπεδα αντίστοιχα με την περυσινή περίοδο, καθώς η αποθεματοποίηση αντιστράφηκε στη συνέχεια. Κάτι που επιβεβαιώνουν τα πρώτα στοιχεία του γ΄ τριμήνου του έτους, τα οποία δείχνουν πτώση 1%, καθώς και η υποχώρηση του δείκτη εξαγωγικών παραγγελιών το β΄ εξάμηνο. «Αν και η συμφωνία αυτή είχε περιορισμένη άμεση επίδραση για την Ελλάδα», αναφέρει η ανάλυση, «αφαίρεσε σε μεγάλο βαθμό την αβεβαιότητα γύρω από το ενδεχόμενο ενός εκτεταμένου εμπορικού πολέμου και των συνεπακόλουθων επιπτώσεων σε όρους πληθωρισμού και διαταραχής εφοδιαστικών αλυσίδων. Υπό την οπτική αυτή εκτιμάται ότι λειτούργησε ως βασικός διαμορφωτής της βραχυπρόθεσμης μεταβλητότητας του έτους».
Σύμφωνα με τη μελέτη, η δυναμική της τελευταίας δεκαετίας δεν δείχνει να χάνει το καύσιμό της στην τρέχουσα συγκυρία. Αναλύοντας τους δύο δυναμικούς εξαγωγικούς κλάδους, επισημαίνει:
• Ως προς τα τρόφιμα, ξεχωρίζουν το ελαιόλαδο, που ανέβασε το μερίδιό του στο 10% από 7% των εξαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) και το γιαούρτι, που κάλυψε το 19% των ευρωπαϊκών εξαγωγών το α΄ εξάμηνο.
• Ως προς τα μέταλλα, εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα πλησιάσουν τα 6 δισ. ευρώ το 2025, συνεισφέροντας περίπου το 17% των ελληνικών εξαγωγών. «Ο κλάδος διατηρεί ισχυρό μερίδιο στις ευρωπαϊκές εξαγωγές σε όλο τον ορίζοντα της τελευταίας 15ετίας», αναφέρει η μελέτη.
«Το παράδειγμα των μετάλλων», συνεχίζει, «συνοψίζει κάτι βαθύτερο. Η Ελλάδα, αν και μικρή χώρα, αποδεικνύει ότι μπορεί να είναι ανταγωνιστική σε τομείς παγκόσμιας εμβέλειας. Κόντρα σε δασμούς έως και 50%, μεγάλες διακυμάνσεις ζήτησης και υψηλά ενεργειακά κόστη, τα ελληνικά μέταλλα καταφέρνουν να διατηρούν ετήσιες εξαγωγές της τάξης των 6 δισ. ευρώ την τελευταία πενταετία, τροφοδοτώντας στρατηγικές αγορές, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ε.Ε.».

