Πρόγραμμα «γέφυρα» του ∆ημοσίου για τους άνεργους μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται πολύ κοντά στη συνταξιοδότηση, παράλληλα με την προώθηση των υπόλοιπων ανέργων άνω των 55 ετών –που απέχουν περισσότερο από τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ενσήμων– στον ιδιωτικό τομέα, με εκπαίδευση, κίνητρα και φορολογικές παρεμβάσεις προτείνει ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΠΑΝΣΥΠΟ).
Μελέτη του συλλόγου εξετάζει τη μακροχρόνια ανεργία πολιτών άνω των 55 ετών ως ένα διαρκές και οξύ κοινωνικοοικονομικό ζήτημα, καθώς η ενίσχυση της απασχόλησης της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας θεωρείται ζωτικής σημασίας για την οικονομία, για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας και για την ευημερία των ατόμων.
Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία της ΔΥΠΑ (Σεπτέμβριος 2025), το 32% των ανέργων ανήκει στην ηλικιακή ομάδα άνω των 55 ετών, ενώ το 72% αυτών παραμένει μακροχρόνια άνεργο. Παράλληλα, επιδοτείται μόλις το 12,26% των ανέργων αυτής της κατηγορίας, αποκαλύπτοντας ένα σημαντικό κενό στην κοινωνική προστασία για μία ηλικιακή ομάδα που δυσκολεύεται ιδιαίτερα να επιστρέψει στην αγορά εργασίας.
Το πρόγραμμα ΔΥΠΑ 55+ παρέχει 12+12 μήνες επιχορηγούμενης απασχόλησης και επιδότηση έως το 75% του μισθολογικού κόστους.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο πρόγραμμα απασχόλησης της ΔΥΠΑ 55+, το οποίο σχεδιάστηκε εκ νέου, με στόχο την επανένταξη ανέργων μεγαλύτερης ηλικίας στη δημόσια απασχόληση και τη συμπλήρωση ενσήμων για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Το πρόγραμμα παρέχει 12+12 μήνες επιχορηγούμενης απασχόλησης και επιδότηση έως το 75% του μισθολογικού κόστους, με ανώτατο όριο τα 750 ευρώ τον μήνα. Και παρότι θεωρείται σημαντική η διάρκεια των συμβάσεων, συχνά δεν επαρκεί για τη θεμελίωση σύνταξης.
Η μελέτη του Πανελληνίου Συλλόγου εργαζομένων στη ΔΥΠΑ καταγράφει ως θετική την ενίσχυση της ενεργού γήρανσης και την κοινωνική συνοχή, την υποστήριξη λειτουργίας δημόσιων υπηρεσιών και δήμων και την αύξηση των εισφορών, περιορίζοντας την αδήλωτη και υποδηλωθείσα εργασία.
Αναδεικνύει όμως και σημαντικά κενά, καθώς εκτιμάται ότι ο επανασχεδιασμός και η εφαρμογή του δεν εξασφάλισαν σε πολλούς ωφελουμένους την επίτευξη του βασικού σκοπού του, τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ενσήμων για συνταξιοδότηση, και εντοπίζει συγκεκριμένα προβλήματα, όπως η απουσία προτεραιότητας στην επιλογή, ώστε να επιλέγονται όσοι έχουν ανάγκη μικρό χρονικό διάστημα απασχόλησης για σύνταξη, αλλά και η έλλειψη καταγραφής των πραγματικών αναγκών των φορέων του Δημοσίου για προσωπικό, με αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις να παρατηρείται αναντιστοιχία θέσεων και πραγματικών υπηρεσιακών απαιτήσεων.
Η μελέτη καταλήγει σε συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής, με αιχμή τη θεσμοθέτηση μοριοδότησης που θα λαμβάνει υπόψη τη συνταξιοδοτική απόσταση, την ηλικία αλλά και τη διάρκεια ανεργίας. Προτείνει επίσης την παράταση των συμβάσεων πέραν της διετούς επιχορήγησης, έως ότου θεμελιωθεί η σύνταξη.
Επιπροσθέτως, προτείνεται μια διττή προσέγγιση πολιτικής: από τη μία, υποστήριξη όσων βρίσκονται πολύ κοντά στη σύνταξη μέσω ενός προγράμματος «γέφυρα» του Δημοσίου επιχορηγούμενο από τη ΔΥΠΑ, και από την άλλη την ένταξη στην αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα με εκπαίδευση, κίνητρα και φορολογικές παρεμβάσεις για όσους απέχουν περισσότερο από τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ενσήμων για συνταξιοδότηση.
Αναλυτικά, η μελέτη ξεκαθαρίζει ότι οι άνεργοι 55+ δεν αποτελούν μια ενιαία κατηγορία, αλλά δύο ξεχωριστές ομάδες με διαφορετικές ανάγκες και πιθανότητες επανένταξης στην εργασία. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από όσους θέλουν έως 24 μήνες για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Για αυτήν την ομάδα, η λύση δεν είναι η επ’ αόριστον αναζήτηση εργασίας. Ο σκοπός είναι ξεκάθαρος: Να συμπληρώσουν τον ελάχιστο χρόνο ασφάλισης.
Μεταξύ, δε, των προτάσεων πολιτικής περιλαμβάνεται η παράταση της σύμβασης πέρα από τους 24 μήνες επιχορήγησης εφόσον χρειάζεται, και η χρηματοδότηση από το Δημόσιο σε υψηλά ποσοστά τα πρώτα έτη και μικρότερα τα επόμενα (π.χ. τρίτο έτος 50%, τέταρτο 60%).
Στη δεύτερη ομάδα ανήκουν άνεργοι που απέχουν πάνω από 24 μήνες από τη σύνταξη. Στόχος για αυτούς θα πρέπει να είναι η μόνιμη επανένταξή τους στην αγορά εργασίας.

