Σημάδια κόπωσης διαπιστώνει το ΙΟΒΕ στην αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, με τον γενικό διευθυντή του, καθηγητή Νίκο Βέττα να χτυπά προειδοποιητικό καμπανάκι ότι υπάρχει κίνδυνος ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ να κινηθεί την επόμενη 5ετία σταδιακά προς το 1%.
Κεντρικό ερώτημα, όπως επισημαίνεται στην 3μηνιαία έκθεση του ιδρύματος, η οποία παρουσιάστηκε χθες, είναι «πώς θα μπορέσουν να ενισχυθούν οι επενδύσεις, ιδίως μετά τη λήξη της περιόδου του Ταμείου Ανάκαμψης». Την ίδια προτεραιότητα, δηλαδή την αύξηση των επενδύσεων, είχε θέσει προχθές στην ομιλία του, κατά την τελετή προς τιμήν του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Το ΙΟΒΕ αναθεώρησε ελαφρώς προς τα κάτω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος από το 2,2% στο 2,1%, ενώ για το 2026 προβλέπει ότι ο ρυθμός θα διατηρηθεί στο 2,2%. Ωστόσο, ο κ. Βέττας απαντώντας σε ερωτήματα στη συνέντευξη Τύπου, είπε ότι η θετική πορεία εξαντλείται αν δεν γίνουν παρεμβάσεις και συγκεκριμένα ανέφερε ότι πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή των επενδύσεων, των εξαγωγών και των αποταμιεύσεων και να μετατοπισθεί η παραγωγή προς υψηλότερης αξίας προϊόντα.
Για τις επενδύσεις, πάντως, η πρόβλεψη του ΙΟΒΕ είναι ότι θα αυξηθούν φέτος κατά 7,5% και το 2026 κατά 10%, προφανώς λόγω της κορύφωσης του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σ’ ένα πλαίσιο μεγάλων ανισορροπιών παγκοσμίως, η έκθεση επισημαίνει ότι «αποτελεί άμεση πρόκληση η ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας, με τρόπο που θα επιτρέψει τη διατηρήσιμη ανάπτυξή της μεσοπρόθεσμα, με ικανοποιητικά υψηλούς ρυθμούς».
Καμπανάκι χτύπησε η έκθεση και για το δημογραφικό, καθώς, όπως είπε ο κ. Βέττας, οι δημογραφικές εξελίξεις τρέχουν πιο γρήγορα από την αρχική πρόβλεψη. Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί στο μέλλον η πραγματοποίηση σημαντικών δαπανών για τη μακροχρόνια φροντίδα. «Ενδεχομένως θα χρειαστεί ένα δεύτερο ασφαλιστικό», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βέττας. Στην Ελλάδα σήμερα, σύμφωνα με το ειδικό κεφάλαιο για το θέμα στην έκθεση του ΙΟΒΕ, οι δαπάνες μακροχρόνιας φροντίδας είναι 0,1% του ΑΕΠ, έναντι μέσου όρου στην Ε.Ε.-27 1,7% του ΑΕΠ. Συνολικά, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη χαμηλότερη θέση.
«Αναδεικνύεται τρίπτυχο προτεραιοτήτων πολιτικής μέσα από την ενίσχυση της παραγωγικής δομής, τη μείωση της άτυπης οικονομίας και την άμβλυνση του δημογραφικού προβλήματος», τόνισε ο κ. Βέττας.
Σχετικά με τα μέτρα της ΔΕΘ, η έκθεση αναφέρει ότι κινούνται σε σωστή κατεύθυνση, αλλά χρειάζεται να συνεχιστούν. «Η χώρα μας», σημειώνει, «φορολογεί τα εισοδήματα εργασίας, από τα μεσαία και πάνω, σημαντικά υψηλότερα από τις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές, δημιουργώντας αντικίνητρα για συστηματική εργασία και τη δημιουργία υψηλής αξίας. Αυτό το κομβικό πρόβλημα στην οικονομία μας επιδεινώθηκε πρόσφατα με τον πληθωρισμό των ονομαστικών εισοδημάτων. Οι μειώσεις των φορολογικών συντελεστών αμβλύνουν το υφιστάμενο πρόβλημα στην πραγματική οικονομία. Εφόσον υπάρξει συνέχεια σε αυτή την κατεύθυνση, μπορεί να ανατραπούν τα στρεβλά κίνητρα που ωθούν σε χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας, ιδίως για νέους, γυναίκες και όσους επιλέγουν νωρίς τη συνταξιοδότηση, ή σε άτυπη εργασία, ακόμη και σε μετανάστευση στο εξωτερικό».

