Την καθοριστική σημασία του πληθωρισμού των υπηρεσιών στη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων επισημαίνει στο χθεσινό της Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων η Alpha Bank, τονίζοντας πως συνεισφέρει το 80% της ανόδου του Ενιαίου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Σύμφωνα με την ανάλυση (επικεφαλής οικονομολόγος Παναγιώτης Καπόπουλος), οι κυριότεροι παράγοντες που έχουν συμβάλει στον πληθωρισμό των υπηρεσιών και κατά συνέπεια στη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων είναι:
• Η ισχυρή ζήτηση και κυρίως η εξωτερική ζήτηση, λόγω του τουρισμού.
• Το γεγονός ότι η γενική αύξηση των αποδοχών είχε μεγαλύτερη επίδραση στις τιμές των υπηρεσιών, καθώς ο τομέας των υπηρεσιών είναι εντάσεως εργασίας σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με άλλους τομείς.
• Οι αυξήσεις στην έμμεση φορολογία στην εστίαση και τη διαμονή από τα μέσα της προηγούμενης χρονιάς. Το τελευταίο αφορά στην εφαρμογή κανονικού συντελεστή ΦΠΑ 24% στους σερβιριζόμενους καφέδες και άλλα ροφήματα, από 1.7.2024, καθώς και στην επιβολή τέλους ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση στα τουριστικά καταλύματα και στις αυξήσεις στα τέλη διαμονής παρεπιδημούντων σε ορισμένους δήμους.
Επιπροσθέτως, σημειώνει η ανάλυση της Alpha Bank, οι υπηρεσίες έχουν αυξημένη στάθμιση στον ελληνικό Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Συγκεκριμένα, αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 49% του δείκτη, το οποίο είναι το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. Ολες οι τιμές των υπηρεσιών καταγράφουν αύξηση από τις αρχές του 2025.
Τη μεγαλύτερη κατέγραψε η στέγαση με 8,1% το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου, ενώ ειδικά τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 10,6%. Ακολουθούν τα πακέτα διακοπών και παροχής καταλυμάτων, που αυξήθηκαν κατά 7,8%, οι υπηρεσίες αναψυχής και προσωπικής φροντίδας 5,9%, η οποία είναι και η κατηγορία με τη μεγαλύτερη στάθμιση στον δείκτη, ενώ μικρότερες αυξήσεις καταγράφηκαν στις μεταφορές (3,5%), στις διάφορες υπηρεσίες (2,8%) και στην επικοινωνία (2,1%).
Η ανάλυση επισημαίνει ότι ο δείκτης διαμορφώθηκε κατά μέσον όρο το 9μηνο του έτους στο 3%, έναντι μέσου όρου στην Ευρωζώνη 2,1%. Ετσι, παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2024, παρότι η μέτρηση του πληθωρισμού του Σεπτεμβρίου (1,8%) αποτελεί ένδειξη αποκλιμάκωσης. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, διαμορφώθηκε σε 3,9% στην Ελλάδα έναντι 2,4% στην Ευρωζώνη. «Η σημαντική διαφορά των δύο ποσοστών αντανακλά, σε κάποιον βαθμό, το θετικό παραγωγικό κενό της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή τις συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης, έναντι του αρνητικού παραγωγικού κενού της ευρωπαϊκής οικονομίας, δηλαδή τις συνθήκες υπερβάλλουσας προσφοράς», αναφέρει το δελτίο.
Η αναλογικά μεγαλύτερη αύξηση των τιμών των υπηρεσιών αντανακλάται, σύμφωνα με την ανάλυση, και στις προσδοκίες των επιχειρηματιών. Συγκεκριμένα, οι προσδοκίες στη βιομηχανία για την εξέλιξη των τιμών πώλησης των προϊόντων τους είναι σε όλη τη διάρκεια του έτους χαμηλότερες, με εξαίρεση τον Σεπτέμβριο, από τις αντίστοιχες πληθωριστικές προσδοκίες των επιχειρηματιών στον τομέα των υπηρεσιών.

