Περίπου έξι στους δέκα οικονομολόγους, μέλη του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων, κρίνουν θετικά τις δημοσιονομικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη φετινή Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, με αρκετούς ωστόσο να επισημαίνουν την ανάγκη για πιο τολμηρές πολιτικές υπέρ της ανάπτυξης.
Ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ παρουσίασε ένα πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων με διακηρυκτικό στόχο την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος και τη στήριξη της μεσαίας τάξης, των νέων και άλλων στοχευμένων κοινωνικών ομάδων.
Μεταξύ άλλων εξήγγειλε μειώσεις φορολογικών συντελεστών, ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση για οικογένειες με παιδιά, μηδενική φορολόγηση για νέους έως 25 ετών και εισοδήματα έως 20.000 ευρώ και μειωμένους συντελεστές για νέους έως 30 ετών, καθώς και σταδιακή απόσβεση της προσωπικής διαφοράς για τους συνταξιούχους του Δημοσίου.
Ακόμη, ανακοίνωσε τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 50% το 2026 και την πλήρη κατάργησή του το 2027 για οικισμούς έως 1.500 κατοίκους, καθώς και επεκτάσεις στο επίδομα θέρμανσης και σε ενισχύσεις χαμηλοσυνταξιούχων.
Σύμφωνα με την κυβερνητική επιχειρηματολογία, οι παρεμβάσεις αυτές είναι εφικτές ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής διαχείρισης των προηγούμενων ετών και συνθέτουν μια φορολογική μεταρρύθμιση μόνιμου χαρακτήρα, που αποσκοπεί στη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, στην τόνωση της κατανάλωσης και τη διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας μέσω υψηλότερης ανάπτυξης και αποτελεσματικότερης καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Στην Ερώτηση του Πάνελ για τον Σεπτέμβριο, που αφορούσε ακριβώς τη συνολική αξιολόγηση των εξαγγελιών αυτών, απάντησαν 17 Ελληνίδες και Ελληνες οικονομολόγοι. Από αυτούς, το 58% τις θεωρεί στη σωστή κατεύθυνση, το 12% στη λανθασμένη, ενώ το 29% τοποθετήθηκε μεταξύ των δύο αυτών επιλογών.
Τα ποσοστά αθροίζουν 99% λόγω στρογγυλοποίησης. Στα επεξηγηματικά σχόλια των απαντησάντων, που είναι πλήρως διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του ΚΕΦιΜ, υπογραμμίζεται κατ’ αρχάς το θετικό αποτέλεσμα που αναμένεται να έχουν οι μειώσεις της φορολογικής επιβάρυνσης στο διαθέσιμο εισόδημα και την καταναλωτική ισχύ των νοικοκυριών, εξέλιξη που θα επηρεάσει με τη σειρά της θετικά τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ.
Από την άλλη μεριά, έντονα αποτυπώνεται στα σχόλια η ανάγκη για τολμηρότερες πολιτικές υπέρ της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης, καθώς και η κριτική ότι η απόσβεση της προσωπικής διαφοράς εις βάθος διετίας παγιώνει μια άδικη προνομιακή αντιμετώπιση των συνταξιούχων του Δημοσίου, που είναι οι κατεξοχήν συνταξιούχοι με προσωπική διαφορά.

