Στην Ελλάδα υπάρχει μια παράδοση. Οταν το κράτος αποφασίσει να σοβαρευτεί, το κάνει πάντα με τρόπο… θεαματικό. Αυτή τη φορά η Επιθεώρηση Εργασίας βγήκε στη γύρα με drones, με bodycams (κάμερες για τους ελεγκτές), επιστράτευσε «κομάντος» και ανέπτυξε… business intelligence (σύστημα που αποκαλύπτει παραβάσεις στην εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας). Η δουλειά έγινε. Πάνω από 21.000 έλεγχοι έγιναν μέσα στο καλοκαίρι, επιβλήθηκαν πρόστιμα άνω των 11 εκατ. ευρώ και πιάστηκαν εκατοντάδες περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας που δεν πέρασαν απαρατήρητες.
Το κράτος δείχνει να έχει και μέσα και διάθεση να σπάσει τη βολική «σιωπή» γύρω από το μαύρο μεροκάματο στις τουριστικές περιοχές. Μόνο τον Μάρτιο και τον Ιούνιο εντοπίστηκαν πάνω από 2.400 παραβάσεις. Σαν να λέμε ένα γήπεδο γεμάτο με εργαζομένους που δεν υπήρχαν πουθενά δηλωμένοι. Μόνο που δούλευαν κανονικά. Και πολλές αδήλωτες υπερωρίες.
Οι περισσότερες παραβάσεις αφορούσαν τους πίνακες προσωπικού, στοιχείο που υποκρύπτει υπέρβαση, και μη νόμιμη καταγραφή των ωρών εργασίας. Τον Μάιο σχεδόν οι μισές από τις εργασιακές παραβάσεις αφορούσαν ζητήματα που σχετίζονται με το ωράριο εργασίας, υποκρύπτοντας μη καταγραφή υπερωριών, άρα και μη πληρωμή τους. Τον Ιούνιο η αυξητική πορεία των παραβάσεων συνεχίστηκε αμείωτη για τρίτο συνεχόμενο μήνα.
Εργασία που δεν καταγράφεται, εισφορές που δεν πληρώνονται, δικαιώματα που χάνονται.
Μια οικονομία-φάντασμα, που επιχειρείται να αποκτήσει υπόσταση. Εργασία που δεν καταγράφεται, εισφορές που δεν πληρώνονται, δικαιώματα που χάνονται. Ολα αυτά υπάρχουν χρόνια. Μεγάλο μέρος ειδικά της τουριστικής οικονομίας στηρίζεται σε αυτές τις πρακτικές. Απλώς η ηλεκτρονικοποίηση, η ψηφιακή κάρτα εργασίας και μια κινητοποίηση του μηχανισμού φέρνουν στο φως αυτό που όλοι υποψιάζονταν. Ή και γνώριζαν.
Και μην κοροϊδευόμαστε. Για πολλούς εργοδότες το πρόστιμο είναι απλώς «έξοδο» στη στήλη του Excel. Το πληρώνουν και συνεχίζουν. Για κάποιους εργαζομένους, πάλι, είναι «υποχρεωτικό» χαράτσι. Αν δεν δεχθούν την αδήλωτη υπερωρία, την επόμενη μέρα δεν θα έχουν δουλειά.
Το ερώτημα είναι άλλο: Μέχρι πού θέλει να το πάει η κυβέρνηση; Το «άσπρισμα» της αγοράς εργασίας γίνεται παράλληλα με το επιχειρούμενο «άσπρισμα» της οικονομίας. Η μείωση των «μαύρων» δείχνει να αποτελεί προτεραιότητα. Το κόστος όλων αυτών είναι οικονομία με επιχειρήσεις που είχαν μάθει αλλιώς και τώρα πρέπει να προσαρμοστούν. Κάποιες δεν θα αντέξουν. Σχεδόν όλες θα περάσουν το επιπλέον κόστος που προκύπτει –και το κάνουν ήδη– στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, διατηρώντας ένα διόλου αμελητέο επίπεδο πληθωρισμού. Οι αντιδράσεις από τις κοινωνικές τάξεις που πλήττονται θα αυξάνονται. Η κυβέρνηση θα τις αντέξει;

