Περί τα 29 δισ. ευρώ ή το 12% περίπου του ΑΕΠ θα χρειαστεί να επενδύσει η Ελλάδα σε μη ενεργειακές υποδομές μέσα στην επόμενη δεκαετία, και κυρίως σε οδικές, σιδηροδρομικές και λιμενικές υποδομές, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες που δημιουργούν, μεταξύ άλλων, το δημογραφικό, η κλιματική αλλαγή και η ψηφιοποίηση, εκτιμά η Allianz Research. Ενα ποσό δηλαδή λίγο μικρότερο από το σύνολο των πόρων που αναλογούν για την Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης (36 δισ. ευρώ) και λίγο μεγαλύτερο από το ΕΣΠΑ (26 δισ. ευρώ). Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ανάγκες επενδύσεων σε μη ενεργειακές υποδομές έως το 2035 υπολογίζονται στα 11,5 τρισ. δολάρια (ή στα 13,3 τρισ. ευρώ).
Οι μεγάλες αλλαγές
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Allianz, κατά την επόμενη δεκαετία η παγκόσμια οικονομία θα χρειαστεί να επενδύσει σχεδόν 3,5% του ΑΕΠ ετησίως σε κοινωνικές, μεταφορικές και ψηφιακές υποδομές (εκτός ενέργειας) που θα είναι ανθεκτικές στο μέλλον έναντι μεγάλων τάσεων, όπως η αστικοποίηση, η κλιματική αλλαγή, οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και η ψηφιοποίηση που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη. Πολλές ανεπτυγμένες χώρες, όπως τονίζει, βρίσκονται αντιμέτωπες και με την πρόκληση των παλαιών υποδομών, οι οποίες κατασκευάστηκαν στα μέσα του 20ού αιώνα και τώρα χρειάζονται ανανέωση ή αντικατάσταση. Για παράδειγμα, ένα σημαντικό ποσοστό των υποδομών της Ευρώπης κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της οικονομικής άνθησης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η γήρανση του πληθυσμού της Ιαπωνίας και της Δυτικής Ευρώπης μπορεί να οδηγήσει σε μια μικρή συγκράτηση της αύξησης της ζήτησης. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτές τις περιοχές υπάρχει πιεστική ανάγκη για σημαντικές επενδύσεις προκειμένου να διατηρηθούν και να εκσυγχρονιστούν οι υπάρχουσες υποδομές, επισημαίνει η Allianz. Αυτές οι επενδύσεις είναι απαραίτητες για την ενίσχυση των γεφυρών και την αντικατάσταση των απαρχαιωμένων αγωγών ύδρευσης, καθώς και για την προσαρμογή των υποδομών στις ανάγκες ενός γηράσκοντος πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων υγειονομικής περίθαλψης και των προσβάσιμων μεταφορών.
Η Allianz υπολογίζει πως μέχρι το 2040 ο παγκόσμιος πληθυσμός θα έχει αυξηθεί κατά 25%, με τον αστικό πληθυσμό να αυξάνεται κατά 46% καθώς οι άνθρωποι μεταναστεύουν όλο και περισσότερο στις πόλεις. Αυτή η ραγδαία αστικοποίηση ασκεί σημαντική πίεση στα υπάρχοντα δίκτυα, δημιουργώντας έτσι επείγουσα ζήτηση για επέκταση των υποδομών μεταφορών, στέγασης, ύδρευσης και ενέργειας στις αστικές περιοχές. Εως το 2050 μάλιστα εκτιμάται ότι το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού θα ζει σε αστικές περιοχές, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για αστικές υποδομές ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή.
Η βιομηχανία
Η ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας και ο επαναπατρισμός της βιομηχανικής δραστηριότητας αποτελούν επίσης βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην αυξημένη ζήτηση για υποδομές, όπως επισημαίνει ο οίκος. Οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι διαταραχές λόγω πανδημιών έχουν αποκαλύψει την ευθραυστότητα των εφοδιαστικών αλυσίδων, ωθώντας ΗΠΑ και Ευρώπη να εξετάσουν τον επαναπατρισμό κρίσιμων βιομηχανικών μονάδων. Αυτή η τάση οδηγεί στη ζήτηση για εγχώριες εγκαταστάσεις παραγωγής και σχετικές υποδομές logistics (αποθήκες, λιμάνια, σιδηρόδρομοι).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Allianz, οι ΗΠΑ χρειάζονται επενδύσεις άνω του 1 τρισ. δολ. κατά την επόμενη δεκαετία, με την πλειονότητα να διατίθεται για την ανάπτυξη οδικών υποδομών. Η Κίνα θα χρειαστεί συνολικά 1,5 τρισ. δολ., ενώ Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία πρέπει συλλογικά να επενδύσουν τουλάχιστον 0,5 τρισ. δολ. ή 0,58 τρισ. ευρώ. Οι παγκόσμιες επενδυτικές ανάγκες εκτιμώνται σε 11,5 τρισ. δολ.
Οσον αφορά την Ελλάδα, ο οίκος υπολογίζει πως έως το 2035 θα χρειαστούν επενδύσεις σχεδόν 25 δισ. δολ. ή 29 δισ. ευρώ σε υποδομές, με τη μεγαλύτερη ανάγκη να εντοπίζεται στις οδικές υποδομές (21,3 δισ. ευρώ), στα λιμάνια (3,7 δισ. ευρώ) καθώς και στις σιδηροδρομικές υποδομές (2,43 δισ. ευρώ), ενώ το υπόλοιπο ποσό αφορά αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες/ψηφιοποίηση και ύδρευση και αποχέτευση.

