Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά και σημαντικά βήματα στο μέτωπο της διαχείρισης χρέους και τώρα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να αναπτύξει την ακόμα ρηχή αγορά ομολόγων της, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της ρευστότητας, τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους και την ανθεκτικότητα της οικονομίας στα εξωτερικά σοκ, επισημαίνει η Scope Ratings.
Το ευνοϊκό προφίλ χρέους της Ελλάδας αποτελεί βασικό πιστωτικό πλεονέκτημα, αλλά χρειάζεται μικρότερη εξάρτηση από τον επίσημο δανεισμό και μεγαλύτερη συμμετοχή της αγοράς στη χρηματοδότηση, τονίζει ο οίκος, ώστε να αποτελέσει μία «κανονική» αγορά, υποστηρίζει. Η αύξηση του μεριδίου των διαπραγματεύσιμων τίτλων στο μείγμα δανεισμού της Ελλάδας, διατηρώντας παράλληλα τη δημοσιονομική πειθαρχία, θα ενίσχυε το πλαίσιο χρηματοδότησης του κράτους, ακόμη και αν αυτό συνεπάγεται εξάρτηση από μια δυνητικά πιο ασταθή βάση επενδυτών σε σύγκριση με τον επίσημο τομέα. Ενα υψηλότερο μερίδιο εμπορεύσιμων χρεογράφων στη σύνθεση του χρέους θα βοηθούσε επίσης στην εμβάθυνση των εγχώριων κεφαλαιαγορών, στη βελτίωση της πρόσβασης των τραπεζών και των επιχειρήσεων στην αγορά και θα έκανε το χρηματοπιστωτικό σύστημα πιο ευέλικτο. Μια πιο ρευστή καμπύλη αποδόσεων θα παρείχε ένα καλύτερο σημείο αναφοράς τιμολόγησης, διευκολύνοντας την πιο αποτελεσματική κατανομή κεφαλαίων σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία.
Το προφίλ του δημόσιου χρέους της Ελλάδας εξακολουθεί να διαμορφώνεται από την εξαιρετικά ευνοϊκή δομή του, με μέση διάρκεια 18,9 ετών, ενώ περίπου το 73% κατέχεται από τον επίσημο τομέα (EMS, EFSF κ.λπ.). Αυτή η δομή έχει ως αποτέλεσμα χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης, με τις πληρωμές τόκων να ανέρχονται σε μόλις 2,3% του ΑΕΠ.
Απαραίτητη η αύξηση των ομολόγων που διαθέτουν ιδιώτες επενδυτές, τονίζει σε έκθεσή του ο οίκος.
Ωστόσο, όπως τονίζει η Scope, το χρέος του επίσημου τομέα, αν και σταθερό και οικονομικά αποδοτικό, δεν είναι εμπορεύσιμο και περιορίζει τη ρευστότητα της δευτερογενούς αγοράς. Η αγορά κρατικών ομολόγων της Ελλάδας παραμένει επομένως σχετικά ρηχή, περιορίζοντας την ανακάλυψη τιμών και την ανάπτυξη μιας «σωστής» καμπύλης αποδόσεων.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση, για παράδειγμα, με το προφίλ χρέους της Ιταλίας, επισημαίνει ο οίκος, το οποίο αντανακλά την ισχυρή εγχώρια ζήτηση και παρέχει στην κυβέρνηση σημαντική ρευστότητα στη δευτερογενή αγορά. Το χρέος της Ιταλίας βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην αγορά, υποστηριζόμενο από μια μεγάλη, σταθερή και διαφοροποιημένη βάση εγχώριων επενδυτών και ένα ευρύ απόθεμα διαπραγματεύσιμων τίτλων. Στην Ελλάδα, οι θέσεις ιδιωτών εγχώριων επενδυτών σε κρατικά ομόλογα ήταν ιστορικά χαμηλότερες από ό,τι για την Ιταλία.
Αυτό υποδηλώνει ότι μια επιταχυνόμενη απόσυρση από την επίσημη στήριξη (π.χ. πρόωρες αποπληρωμές χρέους) θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης (rollover risk) εάν δεν συνοδεύεται από παράλληλη ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς ομολόγων, τονίζει ο οίκος.

