Η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) με επιστολή της προς την υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, ζητά να μην ανατεθεί σε ιδιωτικές εταιρείες η διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ΕΦΚΑ, καθώς και την απόσυρση της σχετικής διάταξης που το προβλέπει.
Η ΓΣΕΒΕΕ επισημαίνει ότι υπήρξε αιφνιδιασμός από την απόφαση της κυβέρνησης, καθώς δεν υπήρξε καμία προηγούμενη ενημέρωση και διαβούλευση.
Σύμφωνα με τη διάταξη που κατατέθηκε την 1η Απριλίου στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς, δίνεται στον ΕΦΚΑ η δυνατότητα να αναθέτει σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου υποστηρικτικές υπηρεσίες σχετικές με τη διαχείριση των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών. Οι ιδιώτες, σύμφωνα με την κυβερνητική διάταξη, θα μπορούν να προβούν σε εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου οφειλετών, αποτύπωση της πραγματικής οικονομικής κατάστασης των αξιώσεων του ΕΦΚΑ, έγκαιρη ανίχνευση καθυστερήσεων, αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας αλλά και σε σχεδιασμό στρατηγικών είσπραξης.
Στην επιστολή της προς την υπουργό Εργασίας, η ΓΣΕΒΕΕ σημειώνει:
«Με έκπληξη ενημερωθήκαμε για το περιεχόμενο του άρθρο 215 του κατατεθέντος για συζήτηση στην Βουλή νομοσχεδίου με τίτλο: Ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και άλλες διατάξεις. Το εν λόγω άρθρο, εν συντομία, προβλέπει ότι με απόφαση του Δ.Σ. του ΕΦΚΑ, μπορεί να ανατεθούν σε ιδιωτικές εταιρείες, υποστηρικτικές υπηρεσίες, σχετικές με τη διαχείριση ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών, το μητρώο οφειλετών, τον σχεδιασμό δράσεων για την ενίσχυση της εισπραξιμότητας του ΚΕΑΟ, απαγορεύοντας ρητά στις εταιρείες αυτές την είσπραξη οφειλών και τη λήψη αναγκαστικών μέτρων έναντι των οφειλετών».
Και υποστηρίζει ότι «παρ’ όλο που η γενικότερη διατύπωση του άρθρου είναι έτσι δομημένη ώστε να φαίνεται ανώδυνο, δεν μπορεί να κρύψει αυτό που πραγματικά θέλει να κάνει. Την είσοδο, με το γράμμα του νόμου, των εισπρακτικών εταιρειών στο πεδίο των ασφαλιστικών οφειλών. Και αυτό γίνεται με την πρόσβαση που αποκτούν, ιδιωτικές εταιρείες, στο μητρώο των οφειλετών, και κατ’ επέκταση τη δυνατότητα εκμετάλλευσης δεδομένων ή/και κατάχρησης ευαίσθητων πληροφοριών, με το αζημίωτο πάντα».
Η ΓΣΕΒΕΕ επισημαίνει ότι η μέχρι σήμερα εμπειρία από τη διαχείριση ληξιπρόθεσμων οφειλών ήταν οδυνηρή καθώς τόσο μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αλλά και αυτοαπασχολούμενοι και χιλιάδες άλλοι πολίτες, έχασαν τις επιχειρήσεις τους, τα σπίτια τους, τη ζωή τους από τη δράση τους. «Μόνο οργή προκαλούν τέτοιου είδους ρυθμίσεις», σημειώνει και υπογραμμίζει ότι η μεγέθυνση του ιδιωτικού χρέους, συμπεριλαμβανομένων και των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών ήταν αποτέλεσμα των ακραίων συνθηκών που δημιούργησε η μακρά περίοδος των αλλεπάλληλων κρίσεων.
«Το 40% των οφειλών είναι προσαυξήσεις»
Οσον αφορά τις οφειλές αυτές καθαυτές και με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύει το ΚΕΑΟ η ΓΣΕΒΕΕ σημειώνει τα εξής:
– Οι συνολικές οφειλές είναι περίπου 49,2 δισ. ευρώ. Από αυτές τα 29,8 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στην κύρια οφειλή και τα 19,6 δισ. ευρώ σε προσθετά τέλη και προσαυξήσεις. Δηλαδή, από τις συνολικές οφειλές, περίπου το 40%, είναι πρόσθετα τέλη και προσαυξήσεις.
– Η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών (73,44%) έχουν οφειλή έως 15.000 ευρώ. Το 92,2% των οφειλετών έχουν οφειλή έως 50.000 ευρώ. Από την άλλη μεριά 6.842 οφειλέτες ή το 0,3% των οφειλετών έχουν οφειλές πάνω από 500.000 ευρώ. Μάλιστα, οι οφειλές αυτών αντιστοιχούν στο 30% των συνολικών οφειλών. Αυτά τα στοιχεία βλέπουμε επανειλημμένως, και σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες και επάλληλες κρίσεις προτείνουμε επίμονα τη θεσμοθέτηση μιας γενναίας και ρεαλιστικής ρύθμισης των ασφαλιστικών οφειλών, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε αυτούς τους ανθρώπους να αποπληρώσουν τις οφειλές τους.
Η ΓΣΕΒΕΕ καλεί το ελληνικό κράτος «έμπρακτα να αναγνωρίσει ότι οι κρίσεις δεν βρήκαν τις επιχειρήσεις και τους πολίτες “ξώφαλτσα” και να προσφέρει ευκαιρίες στους δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που καταστράφηκαν να ανακάμψουν».
«Το ποτήρι έχει ξεχειλίσει. Ζητάμε δίκαιες και ανθρώπινες λύσεις. Ζητάμε το επίμαχο άρθρο άμεσα να αποσυρθεί», καταλήγει.

