Στο Σίτι και στους διαδρόμους της βρετανικής Βουλής ακούγεται όλο και συχνότερα η φράση «ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης». Με τα τελευταία στοιχεία να δείχνουν αιφνιδιαστική συρρίκνωση της βρετανικής οικονομίας κατά 0,1% τον Σεπτέμβριο και τριμηνιαία ανάπτυξη μόλις 0,1%, αναδύεται ξανά το εξής ερώτημα: χάνει ξανά τη δυναμική της η οικονομία;
«Τα στοιχεία του ΑΕΠ επιβεβαιώνουν αυτό που έδειξαν τα πρόσφατα δεδομένα: η βρετανική οικονομία δυσκολεύεται να διατηρήσει το μομέντουμ όσο πλησιάζουμε στο τέλος του έτους», είπε η Λίντσεϊ Τζέιμς, αναλύτρια στην Quilter. «Η μηνιαία ανάπτυξη υποχώρησε κατά 0,1%, με το ποσοστό του Αυγούστου να υποβαθμίζεται σε στασιμότητα. Αυτό σχηματίζει την εικόνα μιας οικονομίας που ξεκίνησε το 2025 με φόρα, αλλά τώρα χάνει έντονα τη δυναμική, όσο η υπουργός Οικονομικών ετοιμάζεται για έναν κρίσιμο προϋπολογισμό», συμπλήρωσε.
Τα υψηλά κόστη δανεισμού και οι χρεώσεις ενέργειας πιέζουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ενώ τα γραφειοκρατικά εμπόδια του Brexit και οι συχνές αλλαγές στα μέτρα επιβαρύνουν τις επενδύσεις. Εκτός αυτού, η χαμηλότερη ζήτηση από την Ευρώπη και τα σοκ που έχουν προκαλέσει οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα έχουν ανεβάσει τα ναυτιλιακά και ασφαλιστικά κόστη, περιπλέκοντας το εμπόριο και αυξάνοντας τις ανησυχίες για τους αμερικανικούς δασμούς.
Στο μεταξύ, η βιομηχανική παραγωγή έπεσε σε ύφεση τον Σεπτέμβριο, εν μέρει εξαιτίας της κυβερνοεπίθεσης που σταμάτησε προσωρινά την παραγωγή της Jaguar και της Land Rover. Οι βιομηχανικές έρευνες δείχνουν περαιτέρω αδυναμία και ακόμα και ο κλάδος των υπηρεσιών, που ανέκαθεν έδινε ώθηση στην ανάπτυξη της Βρετανίας, υποβαθμίστηκε. Τέλος, το επιχειρηματικό κλίμα φαίνεται να επιδεινώνεται.
Οσοι χαρακτηρίζουν τη Βρετανία «μεγάλο ασθενή» επικαλούνται διάφορα στοιχεία: η ανάπτυξη του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε κάθε τρίμηνο φέτος, η ανεργία ανέβηκε στο 5% και οι επενδύσεις των επιχειρήσεων παραμένουν χαμηλές.
«Αν αφαιρέσεις την ανάπτυξη του πληθυσμού, η οικονομία πολύ απλά έμεινε στάσιμη το καλοκαίρι. Απέχει πολύ από την ανάκαμψη που απολάμβανε η χώρα στην αρχή του έτους, όταν πολλές εταιρείες έκαναν μαζική παραγωγή ενόψει των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ», σχολίασε η Ντάνι Χιούσον, επικεφαλής ανάλυσης στην AJ Bell.
Στο μεταξύ, η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη πρόκληση, να ισορροπήσει τους δημοσιονομικούς περιορισμούς με τις δεσμεύσεις της για ανάπτυξη, στον προϋπολογισμό που υποβάλλει στο τέλος του μήνα.
Παρότι ο πληθωρισμός έχει επιβραδυνθεί και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει από τα υψηλά του Ιανουαρίου, εξετάζεται ακόμα η προοπτική περαιτέρω αυξήσεων στη φορολογία των επιχειρήσεων.
Με τη σειρά της, η αβεβαιότητα για νέες φορολογικές αυξήσεις επιβαρύνει το επιχειρηματικό περιβάλλον, σπρώχνοντας την ανεργία σε υψηλότερα επίπεδα. Βέβαια, ο όρος «μεγάλος ασθενής» μπορεί να είναι υπερβολικός σε αυτή τη φάση. Η επιβράδυνση της Βρετανίας είναι αντίστοιχη της κατάστασης στην Ε.Ε., καθώς η γερμανική οικονομία αναπτύσσεται οριακά και η ιταλική οικονομία είναι στάσιμη. Επίσης, το ποσοστό ανεργίας στη Βρετανία παραμένει κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και ο πληθωρισμός –άλλοτε ο υψηλότερος στο G7– έχει επιβραδυνθεί με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι αναμενόταν.
Πάντως, αν η Ριβς δεν καταφέρει να αναζωπυρώσει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και να χαράξει μια σταθερή πορεία μεταξύ δημοσιονομικής σύνεσης και οικονομικών κινήτρων, ο όρος «μεγάλος ασθενής» ίσως πράγματι «κολλήσει» στην περίπτωση της Βρετανίας.

