Οι επικεφαλής μεγάλων επενδυτικών τραπεζών προειδοποιούν ότι οι χρηματιστηριακές αγορές ενδέχεται να οδεύουν προς ισχυρή διόρθωση, υπογραμμίζοντας τις αυξανόμενες ανησυχίες για τις υπερβολικά υψηλές αποτιμήσεις, ακολουθώντας έτσι ανάλογα «καμπανάκια» που χτύπησαν τον προηγούμενο μήνα θεσμοί όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Federal Reserve και η Τράπεζα της Αγγλίας. Οι φόβοι και οι προειδοποιήσεις για «φούσκα» στις αγορές έρχονται, καθώς ο δείκτης-βαρόμετρο των διεθνών αγορών, ο αμερικανικός S&P 500, καταγράφει ισχυρά κέρδη από τον Απρίλιο και μετά το sell-off που προκάλεσε η «Ημέρα Απελευθέρωσης», σημειώνοντας επανειλημμένα ιστορικά υψηλά και ξυπνώντας μνήμες από την άνθηση του dot-com και την κατάρρευση που ακολούθησε. Ιστορικά υψηλά έχουν σημειώσει φέτος και ο ιαπωνικός Nikkei 225, ο Kospi και πολλοί ευρωπαϊκοί δείκτες, όπως ο FTSE 100.
Μπορεί οι αναλυτές των Morgan Stanley, Goldman Sachs και HSBC να απορρίπτουν τις εκτιμήσεις για σκάσιμο «φούσκας» στις αγορές προσεχώς, έστω κι αν επισημαίνουν τις «τεντωμένες» αποτιμήσεις σε πολλές από αυτές, ωστόσο οι επικεφαλής τους, οι οποίοι συναντήθηκαν στο Χονγκ Κονγκ μαζί με πάνω από 300 ηγέτες του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού κλάδου στο πλαίσιο του συνεδρίου Global Financial Leaders Investment Summit, μίλησαν ξεκάθαρα για το ισχυρό ενδεχόμενο ενός σοβαρού sell-off.
«Θα πρέπει να καλωσορίσουμε την πιθανότητα να υπάρξουν διορθώσεις 10% έως 15%, που δεν θα οφείλονται σε κάποιου είδους μακροοικονομικό σοκ», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Morgan Stanley, Τεντ Πικ. Οπως σημείωσε πάντως, συνιστούν υγιείς εξελίξεις και όχι σημάδια κρίσης.
Οι αγορές έχουν μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό αγνοήσει τις ανησυχίες για τον πληθωρισμό, τα αυξημένα επιτόκια, την αβεβαιότητα πολιτικής από τη μεταβαλλόμενη δυναμική του εμπορίου και το συνεχιζόμενο shutdown της κυβέρνησης των ΗΠΑ, που συνεχίζεται για πέμπτη εβδομάδα.
O CEO της HSBC, Τζορτζ Ελχεντέρι, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη μη βιώσιμη πορεία δαπανών της τεχνητής νοημοσύνης.
«Υπάρχουν πράγματα που θα αλλάξουν το κλίμα και θα δημιουργήσουν διορθώσεις ή θα αλλάξουν την προοπτική για την τροχιά ανάπτυξης και κανείς από εμάς δεν είναι αρκετά έξυπνος για να τα δει μέχρι να συμβούν πραγματικά», δήλωσε από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman, Ντέιβιντ Σόλομον. Οπως προέβλεψε, «είναι πιθανό να υπάρξει μια πτώση 10% έως 20% στις αγορές μετοχών κάποια στιγμή τους επόμενους 12 έως 24 μήνες», προσθέτοντας και αυτός ότι τέτοιου είδους διορθώσεις είναι φυσιολογικές. «Μια πτώση 10% έως 15% συμβαίνει συχνά, ακόμη και σε θετικούς κύκλους της αγοράς», όπως είπε.
Τα σχόλια των Σάλομον και Πικ απηχούν το μήνυμα που είχε στείλει τον προηγούμενο μήνα ο επικεφαλής της JPMorgan, Τζέιμι Ντάιμον, ο οποίος είχε προειδοποιήσει για αυξημένο κίνδυνο σημαντικής διόρθωσης στη χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ μέσα στους επόμενους έξι μήνες έως δύο χρόνια.
Από την πλευρά του και ο CEO της HSBC, Τζορτζ Ελχεντέρι, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη μη βιώσιμη πορεία δαπανών της τεχνητής νοημοσύνης, οι οποίες είναι ο κύριος λόγος πίσω από την επενδυτική της μανία γύρω από τις μετοχές του κλάδου. «Η κλίμακα των επενδύσεων θέτει ένα αίνιγμα για τις εταιρείες», δήλωσε στο κατάμεστο κοινό του συνεδρίου στο Χονγκ Κονγκ. «Ενώ η τεχνητή νοημοσύνη είναι απαραίτητη, τα τρέχοντα προφίλ εσόδων ενδέχεται να μη δικαιολογούν τόσο μεγάλες δαπάνες». Τα σχόλιά του έρχονται καθώς οι Alphabet, Meta, Microsoft και Amazon προετοιμάζονται συλλογικά να δαπανήσουν περισσότερα από 380 δισ. δολάρια σε υποδομές τεχνητής νοημοσύνης μόνο φέτος.
Για ένα άλλο επικίνδυνο «φαινόμενο» έκανε λόγο ο πρόεδρος της UBS, Κολμ Κέλεχερ, στο συνέδριο. Προειδοποίησε για «επικείμενο συστημικό κίνδυνο» από τις ιδιωτικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Ο Κέλεχερ κατηγόρησε τις ασφαλιστικές εταιρείες, ιδίως στις ΗΠΑ, ότι εμπλέκονται σε «αρμπιτράζ αξιολογήσεων», που θυμίζει πρακτικές που συνέβαλαν στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Τα σχόλιά του έρχονται έπειτα από έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών η οποία προειδοποιεί ότι οι αξιολογήσεις για τα ιδιωτικά πιστωτικά περιουσιακά στοιχεία που κατέχουν οι ασφαλιστικές εταιρείες των ΗΠΑ ενδέχεται να είναι διογκωμένες, εγείροντας ανησυχίες για πιθανή διαταραχή της αγοράς κατά τη διάρκεια περιόδων πίεσης.

