Η διάθεση για ανάληψη κινδύνου ενισχύθηκε την εβδομάδα που διανύσαμε, με τον S&P 500 να ολοκληρώνει τη συνεδρίαση της Πέμπτης μόλις 0,2% χαμηλότερα από το νέο ιστορικά υψηλό επίπεδο της 8ης Οκτωβρίου. Οι ανησυχίες για τον ευάλωτο τομέα των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ περιορίστηκαν χάρη στα θετικά εταιρικά αποτελέσματα, ενώ οι επενδυτές αισιοδοξούν ότι η συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ με τον πρόεδρο της Κίνας την επόμενη εβδομάδα, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του APEC, θα συμβάλει σε σταδιακή αποκλιμάκωση της νέας εμπορικής έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Εντούτοις, η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, καθώς οι αγορές αντιμετωπίζουν τρεις κύριες εστίες πολιτικής αβεβαιότητας, όλες συνδεδεμένες με πολιτική δια-μάχη για ενδεχόμενη δημοσιονομική χαλάρωση.
Στην Ιαπωνία, η προοπτική φορολογικών ελαφρύνσεων ενισχύει τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους (~230% του ΑΕΠ, ένα από τα υψηλότερα παγκοσμίως). Στις ΗΠΑ, η αναστολή των λειτουργιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης συνεχίζεται για τρίτη εβδομάδα, καθιστώντας την τη δεύτερη μεγαλύτερη σε διάρκεια στην ιστορία της χώρας, με τους Δημοκρατικούς να επιμένουν στην ανατροπή περικοπών στο Medicaid και στην παράταση των επιδοτήσεων υγειονομικής περίθαλψης του Affordable Care Act που λήγουν στο τέλος του έτους. Στην Ευρώπη, η προσοχή επικεντρώνεται στη Γαλλία όπου, παρά τη μερική αποκλιμάκωση της πολιτικής αστάθειας μετά τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης μειοψηφίας και την απόρριψη των δύο προτάσεων μομφής από την Εθνοσυνέλευση, δεν διασφαλίζεται πολιτική σταθερότητα ούτε συνεχής δημοσιονομική εξυγίανση, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ έως το 2029 (από 5,4% που αναμένεται το 2025 και 4,7% που στοχεύει η κυβέρνηση το 2026). Η Εθνοσυνέλευση είναι κατακερματισμένη και οι διαφωνίες έντονες ακόμα και μέσα στα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση. Παράλληλα, η απόφαση του πρωθυπουργού για αναστολή της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του 2023 για μετά τις προεδρικές εκλογές του 2027 –μεταρρύθμιση-θεμέλιο για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, με προβλεπόμενη μείωση κρατικών δαπανών 10 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2030–, προκειμένου να εξασφαλίσει τη στήριξη του Σοσιαλιστικού Κόμματος, έχει εντείνει τις ανησυχίες για διατήρηση υψηλού ελλείμματος τα επόμενα χρόνια. Βασικό ζητούμενο για τη Γαλλία παραμένει η δημιουργία μιας σταθερής κυβέρνησης η οποία θα δεσμευτεί σε ουσιαστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αξιόπιστη και συνεκτική δημοσιονομική στρατηγική. Μέχρι να ικανοποιηθούν αυτές οι προϋποθέσεις, τόσο οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας όσο και η διαδικασία δημοσιονομικής σύσφιγξης θεωρείται ότι θα συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις.
*EUROBANK RESEARCH

