Η δημοσιονομική παράλυση στις ΗΠΑ (shutdown) θα προκαλέσει τη διακοπή της λειτουργίας των μη απαραίτητων υπηρεσιών του ομοσπονδιακού κράτους, την αναστολή κάποιων δημόσιων υπηρεσιών και προβλήματα σε πολλούς τομείς, κυρίως στις μεταφορές.
Το προηγούμενο shutdown είχε σημειωθεί στις ΗΠΑ το 2018, στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ. Τότε είχε διαρκέσει 35 ημέρες.
Οι υπηρεσίες υπολειτουργούν
Οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι σε τομείς οι οποίοι θεωρούνται «βασικοί» θα συνεχίσουν να εργάζονται αλλά χωρίς να πληρώνονται. Αυτό αφορά κυρίως τους εν ενεργεία στρατιωτικούς, τις δυνάμεις ασφαλείας και ελέγχου των συνόρων, όπως και τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας. Το ίδιο ισχύει για τους εργαζομένους σε νοσοκομεία ή στη συντήρηση του δικτύου ηλεκτροδότησης.
Οι εργαζόμενοι σε «μη βασικούς» τομείς θα τεθούν σε αναγκαστική αργία και δεν θα πληρώνονται μέχρι να ψηφιστεί ο νέος προϋπολογισμός.
Αυτό σημαίνει ότι θα ανασταλεί εν μέρει ή εντελώς η λειτουργία κάποιων εθνικών πάρκων και μουσείων, πως θα χρειάζεται περισσότερος χρόνος στον έλεγχο στα αεροδρόμια, ότι θα μειωθούν οι έλεγχοι στα τρόφιμα και στο περιβάλλον, όπως και ότι θα υπάρξουν προβλήματα σε προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας, όπως το WIC που προορίζεται για γυναίκες και παιδιά που ζουν σε νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα.
Περίπου 750.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι θα τεθούν σε αναγκαστική αργία, σύμφωνα με εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) που δημοσιεύθηκε χθες, Τρίτη.
Πλήγμα στην οικονομία
Ακόμη μια συνέπεια του shutdown: θα καθυστερήσει η ανακοίνωση στατιστικών στοιχείων για την αμερικανική οικονομία, αυξάνοντας την αβεβαιότητα των αγορών.
Εξάλλου ο Τραμπ έχει απειλήσει ότι «πολλά καλά πράγματα μπορεί να προκύψουν από το “shutdown”, μπορούμε να ξεφορτωθούμε πολλά πράγματα που δεν θέλουμε και θα ήταν πράγματα των Δημοκρατικών». Από την πλευρά του ο διευθυντής προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, Ράσελ Βοτ, προειδοποίησε πρόσφατα ότι κάποιοι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι που θα τεθούν σε αναγκαστική αργία ενδέχεται να απολυθούν τελικά.
Το κόστος για την αμερικανική οικονομία μπορεί να είναι μεγάλο: σύμφωνα με την ασφαλιστική εταιρεία NationWide, κάθε εβδομάδα παράλυσης θα μπορούσε να μειώσει την ανάπτυξη κατά 0,2 ποσοστιαία μονάδα.
Απρόβλεπτη διάρκεια
Στην πραγματικότητα η δημοσιονομική παράλυση στις ΗΠΑ μπορεί να διαρκέσει όσο καιρό συνεχίζεται η αντιπαράθεση μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, εφόσον καμία πλευρά δεν κάνει συμβιβαστικές κινήσεις.
Ηδη έχουν αρχίσει οι αλληλοκατηγορίες, με τον Τραμπ να καταγγέλλει ότι οι Δημοκρατικοί «θέλουν να κλείσουν τα πάντα, εμείς δεν το θέλουμε».
Από την πλευρά τους, οι Δημοκρατικοί επικρίνουν τους Ρεπουμπλικανούς για έλλειψη διάθεσης διαπραγμάτευσης, ενώ ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ τόνισε ότι η στάση του κόμματός του «δεν είναι θέμα εγωισμού».
Λίγο περισσότερο από έναν χρόνο πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026, οι οποίες θα καθορίσουν ποιο κόμμα θα ελέγχει το Κογκρέσο τα δύο τελευταία χρόνια της θητείας Τραμπ, οι εκλογικοί υπολογισμοί ενδέχεται να επικρατήσουν της διάθεσης για συμβιβασμό.
Το μεγαλύτερο σε διάρκεια shutdown στην Ιστορία των ΗΠΑ (35 ημέρες), και το πιο πρόσφατο, ήταν τον Δεκέμβριο του 2018 επί προεδρίας Τραμπ. Κατά μέσο όρο, από το πρώτο shutdown το 1976, η δημοσιονομική παράλυση στη χώρα διαρκεί οκτώ ημέρες.
Οσο περισσότερο διαρκέσει, τόσο πιο εύθραυστη θα γίνει η αμερικανική οικονομία.
«Οι αγορές απεχθάνονται την αβεβαιότητα ακόμη περισσότερο και από τις κακές ειδήσεις», υπογράμμισε ο Στίβεν Ινες της εταιρείας SPI Asset Management.
Με πληροφορίες από AFP, ΑΠΕ – ΜΠΕ

