Πριν από ένα χρόνο, μια κοινή συσκευασία βουτύρου 250 γραμμαρίων οι Γερμανοί καταναλωτές την πλήρωναν 2,39 ευρώ. Ηταν η υψηλότερη τιμή που είχε καταγραφεί ποτέ. Η δημόσια δυσφορία, η αίσθηση ακρίβειας, ήταν έντονη. Εδώ και λίγες μέρες οι τιμές έχουν υποχωρήσει στο 1,59 ευρώ. Μια πτώση που ξεπερνάει το 33%. Ενα πακέτο βούτυρο, δηλαδή, κοστίζει όσο ένας καφές φίλτρου σε συνοικιακό καφέ του Βερολίνου. Και ξαφνικά, η είδηση πέρασε ως απόδειξη ότι «ο πληθωρισμός υποχωρεί», ότι «οι τιμές επιστρέφουν σε κανονικότητα». Σαν να έδειξε το βούτυρο τον δρόμο της σωτηρίας από την ακρίβεια.
Για την ακρίβεια, η ιστορία του γερμανικού βουτύρου έκρυβε μια άσκηση του τρόπου λειτουργίας της αγοράς. Οταν οι πρώτες ύλες ακριβαίνουν, η αγορά ανεβάζει την τιμή. Οταν πέφτουν, η αγορά, εφόσον παραμένει ανταγωνιστική, τη ρίχνει. Εν προκειμένω στη Γερμανία δύο εκπτωτικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ άρχισαν να μειώνουν συνεχώς τις τιμές του βουτύρου τις τελευταίες εβδομάδες, προσπαθώντας να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους. Ο μεταξύ τους ανταγωνισμός παρέσυρε και τις υπόλοιπες αλυσίδες και όλα τα ομοειδή προϊόντα, ακόμα και τα πιο ακριβά. Η τιμή του βιολογικού βουτύρου μειώθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη κατά 50 λεπτά. Ηταν η μοναδική λύση για να μπορέσει και αυτό να σταθεί στην αγορά.
Για να αρχίσει η πτώση των τιμών, όμως, έπρεπε να υποχωρήσουν πρώτα οι αιτίες που επηρέαζαν τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση.
Πρώτα από όλα έπρεπε να μειωθεί το κόστος των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή γάλακτος και βουτύρου –π.χ. ζωοτροφές, ενέργεια, μεταφορικά–, που πλέον έχουν υποχωρήσει σε ικανοποιητικά επίπεδα. Αυτό επιτρέπει στα εργοστάσια και στα σούπερ μάρκετ να μειώσουν τις τιμές προς τους καταναλωτές.
Τη σκυτάλη στη συνέχεια πήρε η αγορά. Οταν οι τιμές μένουν για μεγάλα διαστήματα υψηλές, συνήθως οι καταναλωτές μειώνουν τις αγορές, αυξάνεται η αδιάθετη παραγωγή, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει μια διόρθωση προς τα κάτω.
Τα υπόλοιπα είναι θέμα ανταγωνιστικής αγοράς. Οταν μια μεγάλη αλυσίδα μειώνει τις τιμές για να κερδίσει μερίδια, συνήθως ακολουθούν και οι άλλες για να μη χάσουν πελάτες. Αυτή η ανταγωνιστική πίεση συμβάλλει σε πιο καθολική μείωση των τιμών.
Το ερώτημα είναι εύλογο: Γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο στην Ελλάδα; Γιατί εδώ, όταν ανεβαίνει η τιμή, όλοι σηκώνουν τα χέρια ψηλά, αλλά όταν πέφτει, κανείς δεν βιάζεται να την κατεβάσει στο ράφι.
Στη Γερμανία ο ανταγωνισμός μεταξύ αλυσίδων λειτουργεί ως φρένο στην αισχροκέρδεια, αλλά υπάρχει και ένα κράτος που περιορίζει ρυθμιστικά εμπόδια και καταναλωτές που απέχουν από αγορές όταν ξεφεύγουν οι τιμές…

