Σε συμφωνία με τις προσδοκίες των αγορών, η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητα τα βασικά επιτόκιά της την Πέμπτη για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση. Εντούτοις, αν και στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ επανέλαβε ότι το διοικητικό συμβούλιο δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων και οι αποφάσεις του θα βασίζονται στις εκτιμήσεις για τις προοπτικές του πληθωρισμού και τους κινδύνους που τις περιβάλλουν, άφησε να εννοηθεί ότι ο τρέχων κύκλος μείωσης των επιτοκίων πιθανότατα έχει κλείσει.
Η πρόεδρος τόνισε ότι οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προοπτικές για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη εκτιμώνται πλέον πιο ισορροπημένοι, σε αντίθεση με τις δηλώσεις της στην προηγούμενη συνέντευξη Τύπου, τον Ιούλιο, ότι θεωρούνταν καθοδικοί. Σημαντικό ρόλο στην αλλαγή της εκτίμησης αυτής διαδραμάτισε η πρόσφατη εμπορική συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε.-«27» και των ΗΠΑ. Η πιθανότητα αντιποίνων από την Ευρώπη, ως αντίδραση στους υψηλότερους δασμούς –μια εξέλιξη που θα ενίσχυε τους κινδύνους για την οικονομία– έχει μειωθεί, καθώς και η αβεβαιότητα σχετικά με την εμπορική πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης. Επιπλέον, η ΕΚΤ εμφανίζεται πιο αισιόδοξη για τις προοπτικές της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω ενίσχυσης του πραγματικά διαθέσιμου εισοδήματος, της συνεχιζόμενης ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας (αναμένεται υποχώρηση του ποσοστού ανεργίας σε νέο ιστορικά χαμηλό 6% μέχρι το τέλος του 2027), καθώς και της εκτίμησης για μείωση των αποταμιεύσεων μεσοπρόθεσμα ως αποτέλεσμα της σταδιακής ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των νοικοκυριών στις γενικότερες οικονομικές συνθήκες (ποσοστό αποταμίευσης στο 15,4% το πρώτο τρίμηνο του 2025, κοντά σε υψηλό τεσσάρων ετών).
Στο μέτωπο του πληθωρισμού, η πρόεδρος ανέφερε ότι η αποπληθωριστική πορεία έχει τερματιστεί, χαρακτηρίζοντας την πτωτικά αναθεωρημένη εκτίμηση για τον κύριο δείκτη τιμών καταναλωτή από 2,0% σε 1,9% το 2027 (λόγω χρονικής υστέρησης με την οποία επιδρά συνήθως η συναλλαγματική ισοτιμία) ως «ελάχιστη απόκλιση» από τον στόχο. Επιπλέον, έκανε σαφές ότι μία τέτοια απόκλιση –εφόσον παραμένει ελάχιστη και δεν διαρκέσει πολύ– δεν είναι σημαντική για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής.
Η ΕΚΤ έχει πλέον θέσει ψηλά τον πήχυ για τυχόν περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Η προθεσμιακή αγορά, ωστόσο, εξακολουθεί να μην αποκλείει μια τέτοια κίνηση μεσοπρόθεσμα (προεξοφλεί πιθανότητα 65% για μείωση 25 μ.β. το πρώτο τρίμηνο του 2026).
*EUROBANK RESEARCH

