Ο πρόεδρος Τραμπ απέλυσε την επικεφαλής του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας μετά την απαισιόδοξη έκθεση για την απασχόληση. Η κίνηση αυτή έχει εγείρει ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία των οικονομικών δεδομένων στο μέλλον. Χθες ανακοίνωσε ότι θα προτείνει τον Ιτζέι Αντονι, οικονομολόγο στο συντηρητικό Heritage Foundation, για να ηγηθεί του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας. Ο δρ Αντονι έχει επικρίνει στο παρελθόν το γραφείο και έχει αμφισβητήσει τις εκθέσεις του. Ο διορισμός του υπογραμμίζει τις προσπάθειες του Τραμπ να τοποθετήσει συμμάχους του στον έλεγχο μιας βασικής υπηρεσίας δεδομένων σχετικά με τις προσλήψεις, τους μισθούς και τις τιμές της χώρας.
Οικονομολόγος με διδακτορικό, η ΜακΕντάρφερ ήταν δημόσιος υπάλληλος καριέρας και η απόλυσή της αντιμετωπίστηκε με οργή και θλίψη σε όλο το πολιτικό φάσμα. Απολύθηκε μετά τη δημοσιοποίηση νέων στοιχείων που δείχνουν ότι η αύξηση των θέσεων εργασίας ήταν πολύ ασθενέστερη από ό,τι είχε αναφερθεί προηγουμένως. Το γραφείο αναθεώρησε προς τα κάτω τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν τον Μάιο και τον Ιούνιο κατά 258.000, κάτι που προκάλεσε την οργή του Τραμπ.
Χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, ο πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι η δρ ΜακΕντάρφερ είχε «χειραγωγήσει» τα στοιχεία για να τον βλάψει πολιτικά. «Η οικονομία μας βρίσκεται σε άνθηση και ο Ιτζέι θα διασφαλίσει ότι οι αριθμοί που δημοσιεύονται είναι ειλικρινείς και ακριβείς», έγραψε στη συνέχεια στο Truth Social. Ο δρ Αντονι έχει προηγουμένως επαναλάβει ορισμένες από τις ανησυχίες του Τραμπ.
Ο οργανισμός αναθεωρεί συστηματικά τα στοιχεία για την αύξηση των θέσεων εργασίας καθώς προσπαθεί να βελτιώσει τα προκαταρκτικά δεδομένα που είναι συχνά ατελή. Ενώ οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν τέτοιες αναθεωρήσεις, ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του τις θεωρούν ένδειξη ότι τα δεδομένα χειραγωγούνται. Ολα αυτά συμβαίνουν σε μια στιγμή μεγάλης αβεβαιότητας για τη στατιστική υπηρεσία, η οποία βοηθάει στη χάραξη πολιτικής και αποτελεί δείκτη για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι οικονομολόγοι τόσο από την αριστερά όσο και από τη δεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος λένε ότι είναι κρίσιμο οι επικεφαλής της να θεωρούνται πολιτικά ουδέτεροι. Ο Ουίλιαμ Μπιτς, ο οποίος ηγήθηκε της Υπηρεσίας κατά την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, επαινέθηκε ευρέως για την μη κομματική του ηγεσία και καταδίκασε την απόλυση της ΜακΕντάρφερ. Ο οργανισμός έχει ήδη βιώσει αρκετές αποχωρήσεις. Απασχολούσε περίπου 2.300 άτομα τον Σεπτέμβριο του 2024, αλλά περίπου το ένα τρίτο των κορυφαίων θέσεων είναι πλέον κενές.
Αυτές οι αλλαγές, μαζί με έναν μειωμένο προϋπολογισμό, θα δυσκολέψουν επίσης τον δρα Αντονι να αντιμετωπίσει αυτό που οι οικονομολόγοι θεωρούν ως ένα εύλογο πρόβλημα: τη συρρίκνωση των ερευνών και τη μείωση των ποσοστών απόκρισης, κάτι που μπορεί να επιδεινώσει τις μεγάλες αναθεωρήσεις που ο Τραμπ ανέφερε ως λόγο για την απόλυση της δρος ΜακΕντάρφερ.

