Αμετάβλητα αναμένεται να αφήσει η ΕΚΤ τα επιτόκια δανεισμού στη σημερινή συνεδρίαση, για πρώτη φορά μετά ένα χρόνο. Κανείς όμως δεν ξέρει αν η παύση αυτή θα διαρκέσει ή αν η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να μειώνει τα επιτόκια μετά το καλοκαίρι. Η κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ΕΚΤ θα εξαρτηθεί από το ύψος των αμερικανικών δασμών προς την Ε.Ε.
Τον Ιούνιο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στον στόχο της ΕΚΤ και παρότι οι οικονομολόγοι της τράπεζας προβλέπουν ότι θα υποχωρήσει κάτω από αυτό το επίπεδο το 2025, αναμένουν ότι θα ανακάμψει το 2027.
Για πολλούς αξιωματούχους αυτό σημαίνει ότι ολοκλήρωσαν επιτυχώς την αποστολή τους για επαναφορά του πληθωρισμού από την κορύφωση του περίπου 10% στα τέλη του 2022, αποφεύγοντας μια ύφεση. Μετά την όγδοη μείωση του επιτοκίου αναφοράς τον περασμένο μήνα, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι οι αξιωματούχοι βρίσκονται σε ένα καλό σημείο.
Ετσι, οι επενδυτές συμπέραναν ότι δεν υπάρχει λόγος περαιτέρω μείωσης από την ΕΚΤ αυτή την εβδομάδα. Βέβαια, η κεντρική τράπεζα αντιμετωπίζει ήδη δύο απειλές. Το πιο κρίσιμο θέμα είναι οι αναφορές του Τραμπ για αύξηση των δασμών σε μια ευρεία γκάμα εισαγωγών από την Ευρώπη στο 30%, από 10%. Αυτοί οι υψηλότεροι δασμοί προγραμματίζεται να τεθούν σε ισχύ την 1η Αυγούστου, αν και μπορεί να μειωθούν μέσω διαπραγματεύσεων. Πάντως, αν είναι υψηλότεροι από 10% είναι πιθανό να επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη και να εξασθενίσουν τον πληθωρισμό περισσότερο απ’ όσο προέβλεπε η ΕΚΤ.
Τώρα, όπως σχολιάζει και η Wall Street Journal, η ΕΚΤ δεν είναι λογικό να αλλάξει τη στάση της, καθώς δεν ξέρει ακόμα σε ποιο ύψος θα διαμορφωθούν οι δασμοί. «Αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα περιμένει να δει τι θα συμβεί πριν αντιδράσει και να “χωνέψει” τις ειδήσεις στις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου», έγραφαν πρόσφατα οι αναλυτές της HSBC σε σημείωμα.
Σήμερα η ΕΚΤ όχι μόνο αναμένεται να παραμείνει σταθερή στην πολιτική της, αλλά είναι πιθανό να αποφύγει να δώσει κατεύθυνση για τη μελλοντική προσέγγισή της στο κόστος δανεισμού, σύμφωνα με τους αναλυτές. «Με τόσο υψηλή αβεβαιότητα ενόψει της εφαρμογής των δασμών ΗΠΑ – Ε.Ε., δεν βγάζει νόημα η ΕΚΤ να κάνει κάποια τολμηρή δήλωση για τη μελλοντική πολιτική, καθώς μπορεί να αποδειχθεί ακατάλληλη εντός λίγων εβδομάδων, ακόμα και ημερών», τόνισαν σε σημείωμα οι αναλυτές της RBC Capital Markets.
Μία ακόμα πρόκληση είναι η δυναμική του ευρώ, το οποίο έχει ανέβει κατά περίπου 15% έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους. Πρόκειται μάλιστα για παράδοξο, καθώς συνήθως το νόμισμα μιας οικονομίας που απειλείται με υψηλότερους δασμούς εξασθενεί.
Ενα ισχυρότερο ευρώ μπορεί να προκαλέσει πτωτικές τάσεις στον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, μειώνοντας το κόστος των εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών. Ταυτόχρονα, ακριβαίνει τα ευρωπαϊκά προϊόντα στην αμερικανική αγορά. «Ο πιθανός αντίκτυπος μπορεί να είναι μόνο οριακός σε αυτό το σημείο, αλλά με το παγκόσμιο κλίμα να στρέφεται, όπως φαίνεται, προς ένα ασθενέστερο δολάριο και περαιτέρω άνοδο του ευρώ, οι ανησυχίες αναμένεται να αυξηθούν», είπε στη Wall Street Journal ο Ράιαν Τζαγιασαπούτρα, αναλυτής της Investec.
Αν οι δασμοί αυξηθούν από το 10% και το νόμισμα παραμείνει ισχυρό, ο πληθωρισμός μπορεί να πέσει κάτω από τον στόχο του 2% το 2026 και να παραμείνει χαμηλότερα και το 2027. Σε αυτό το σενάριο, η ΕΚΤ θα απαντήσει κατά πάσα πιθανότητα με περαιτέρω μείωση των επιτοκίων δανεισμού. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτή η απόφαση θα εξεταστεί στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου.

