Η πολυαναμενόμενη προθεσμία της 9ης Ιουλίου για ενδεχόμενη επαναφορά των υψηλότερων δασμών που είχαν ανακοινωθεί αρχικά από τις ΗΠΑ στις 2 Απριλίου, τελικά δεν αποδείχθηκε σημαντική. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν προκάλεσε έκπληξη, καθώς ο αρχικός στόχος της κυβέρνησης Τραμπ για ταυτόχρονες διαπραγματεύσεις πολλαπλών εμπορικών συμφωνιών εντός χρονικού διαστήματος μόλις τριών μηνών θεωρήθηκε εξαρχής μη ρεαλιστικός. Η πρόσφατη εμπειρία άλλωστε έχει καταδείξει ότι η ολοκλήρωση μιας εμπορικής συμφωνίας απαιτεί κατά μέσον όρο περίπου 18 μήνες, ενώ η πλήρης εφαρμογή της μέσω των απαραίτητων νομικών διαδικασιών μπορεί να διαρκέσει 3 έως 4 χρόνια.
Με ελάχιστες συμφωνίες να έχουν συναφθεί έως την 9η Ιουλίου, ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε τη μετάθεση της προθεσμίας έως την 1η Αυγούστου, αποκλείοντας περαιτέρω αναβολή, παρά το γεγονός ότι είχε αφήσει ανοικτό αυτό το ενδεχόμενο σε προηγούμενες δηλώσεις του. Παράλληλα, απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές σε πληθώρα εμπορικών εταίρων αναφέροντας την πρόθεση επιβολής αυξημένων δασμών από την 1η Αυγούστου, ενώ ανακοίνωσε υψηλότερους δασμούς στις εισαγωγές χαλκού (50%) με ισχύ από τον επόμενο μήνα.
Η αντίδραση των αγορών ήταν ψύχραιμη, καθώς οι επενδυτές εκλαμβάνουν πιθανότατα την παράταση της προθεσμίας κατά τρεις εβδομάδες όχι ως τελική απόφαση, αλλά περισσότερο ως στρατηγικό μέσο πίεσης για την επίσπευση των διαπραγματεύσεων. Αλλωστε, σύμφωνα με δημοσιεύματα, οι συνομιλίες με βασικούς εμπορικούς εταίρους, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση, εξελίσσονται θετικά και βρίσκονται κοντά στην επίτευξη συμφωνίας. Ενδεικτικά, στον απόηχο των δηλώσεων του Αμερικανού προέδρου, ο χρηματιστηριακός δείκτης MSCI World κατέγραψε μικρές απώλειες της τάξεως του 0,8% περίπου, πριν ανακάμψει τις αμέσως επόμενες ημέρες επωφελούμενος και από θετικά στοιχεία των ΗΠΑ που περιόρισαν τις ανησυχίες για τις προοπτικές της οικονομίας.
Ωστόσο, η συνολική αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Οι μέχρι στιγμής ανακοινωθείσες εμπορικές συμφωνίες αποτελούν απλώς πλαίσια συμφωνιών και όχι οριστικές συμφωνίες, καθώς σημαντικές λεπτομέρειες παραμένουν υπό διαπραγμάτευση. Επιπλέον, οι εν εξελίξει έρευνες του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου (βάσει του άρθρου 232 του Trade Expansion Act του 1962) σχετικά με την πιθανή απειλή που ενδέχεται να συνιστούν οι εισαγωγές σε συγκεκριμένους τομείς για την εθνική ασφάλεια, δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί. Ως εκ τούτου, δεν αποκλείονται νέες αυξήσεις δασμών και σε άλλα στρατηγικής σημασίας αγαθά για τις ΗΠΑ. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι διακυμάνσεις στις αγορές το επόμενο διάστημα δεν μπορούν να αποκλειστούν. Ωστόσο, έπειτα από μήνες αντικρουόμενων πολιτικών ανακοινώσεων, οι αγορές δείχνουν να έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητά τους.
* EUROBANK RESEARCH

