Βελτίωση, μεγαλύτερη των προσδοκιών, εμφάνισε η επενδυτική εμπιστοσύνη στη γερμανική οικονομία, καθώς η σχεδιαζόμενη αύξηση των δημοσίων δαπανών αντισταθμίζει τους φόβους για τις επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών.
Ο δείκτης προσδοκιών του ινστιτούτου ZEW ενισχύθηκε στην τιμή 47,5 τον Ιούνιο, από 25,2 τον προηγούμενο μήνα. Πρόκειται για αύξηση πολύ μεγαλύτερη από ό,τι περίμεναν οι αναλυτές. Ανοδικά κινήθηκε και ο δείκτης τρεχουσών συνθηκών της έρευνας.
Η έρευνα «φαίνεται να ενισχύει την εκτίμηση ότι τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που ανακοίνωσε η νέα γερμανική κυβέρνηση μπορούν να δώσουν ώθηση στην οικονομία», δήλωσε ο πρόεδρος του ZEW, Ακίμ Βάμπαχ. «Σε συνδυασμό με τις πρόσφατες μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αυτό θα μπορούσε να τερματίσει την οικονομική στασιμότητα στη Γερμανία, η οποία διαρκεί σχεδόν τρία χρόνια».
Ενώ η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης εμφάνισε ανάπτυξη υψηλότερη των προβλέψεων στις αρχές του έτους, οι απόψεις για το κατά πόσον η τάση αυτή μπορεί να εξελιχθεί σε μια βιώσιμη ανάκαμψη διίστανται. Η πρόσφατη άνοδος του ΑΕΠ οφείλεται εν μέρει στις εμπροσθοβαρείς παραγγελίες ενόψει των αμερικανικών δασμών, όμως τόσο η ιδιωτική κατανάλωση όσο και οι επενδύσεις αυξήθηκαν επίσης.
Οι αναλυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg προβλέπουν ότι η χώρα θα επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2025 μετά δύο χρόνια συρρίκνωσης. Συγκεκριμένα, περιμένουν αύξηση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 0,2%, σε μια πιο αισιόδοξη προοπτική από τη στασιμότητα που ανέμεναν τελευταία οι περισσότεροι άλλοι αναλυτές.
Ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοάχιμ Νάγκελ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι η πρόσφατη αναθεώρηση προς τα πάνω των στοιχείων για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου θα μπορούσε να ωθήσει τη συνολική επίδοση του 2025 πάνω από το μηδέν. Μέχρι στιγμής, η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας αναμένει στασιμότητα.
Ο Νάγκελ προχώρησε περαιτέρω, λέγοντας ότι η Γερμανία θα μπορούσε να γίνει ένα success story εάν οι πολιτικοί αντιμετωπίσουν αποφασιστικά τα διαρθρωτικά της προβλήματα. Η Bundesbank προβλέπει ανάπτυξη 0,7% και 1,2% το 2026 και το 2027 αντίστοιχα, κυρίως χάρη στις υψηλότερες δαπάνες για την άμυνα και τις υποδομές.
Αλλοι είναι ακόμη πιο αισιόδοξοι. Το Ινστιτούτο Ifo αύξησε την περασμένη εβδομάδα την πρόβλεψή του κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες στο 1,5%, επικαλούμενο τις υψηλότερες δημοσιονομικές δαπάνες. Το IfW του Κιέλου αναμένει ανάπτυξη 1,6%.

