Κάθε γενιά Αμερικανών πρέπει να έχει υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από την προηγούμενη. Αυτός είναι για τους Αμερικανούς ο ορισμός της οικονομικής «προόδου». Ωστόσο, για τη νεότερη γενιά, ίσως αποτελεί ψευδαίσθηση. Οι αυξημένες δαπάνες για την Υγεία, οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας και των δημοσίων δαπανών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης περιορίζουν τα διαθέσιμα εισοδήματα του μέλλοντος, τόσο τα ιδιωτικά όσο και τα δημόσια. Μήπως καταδικάζουμε τα παιδιά μας σε ένα χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο;
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το πώς μπορούν οι δαπάνες για την Υγεία να επηρεάσουν μελλοντικά το βιοτικό επίπεδο στις ΗΠΑ, το ερώτημα αυτό πρέπει να αποτελέσει κεντρικό θέμα του δημοσίου διαλόγου για τη μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας στις ΗΠΑ. Και όμως, το αγνοούμε. Μία άποψη είναι ότι η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας θα κάνει τις μελλοντικές γενιές Αμερικανών τόσο πολύ πλουσιότερες από τις προηγούμενες, ώστε να μην δημιουργηθεί σχετικό πρόβλημα. Το να παραπονούμεθα για την αυξημένη παροχή υπηρεσιών Υγείας είναι εγωιστικό. Πρόκειται για ισχυρό επιχείρημα, το οποίο είναι δυστυχώς λανθασμένο.
Δείτε τον πίνακα που παραθέτουμε. Αποτελεί ακτινογραφία της αμερικανικής οικονομίας από το 1980 και έως και το 2030, σύμφωνα με το Economy.com της Moody’s. Οι εκτιμήσεις βασίζονται στην προϋπόθεση του υπολογισμού της ύφεσης και της ανάκαμψης στην αναπτυξιακή τροχιά. Ιδανικά, τα στοιχεία αυτά φέρουν την ανάπτυξη ικανή να καλύψει το κόστος της παροχής αυξημένων υπηρεσιών Υγείας. Το παραγόμενο προϊόν της αμερικανικής οικονομίας ήταν το 2007 αξίας 13,3 τρισ. δολαρίων. Το 2030 αναμένεται να έχει αυξηθεί κατά το τεράστιο ποσοστό του 70%, φθάνοντας στα 22,6 τρισ. δολάρια. (Ολα τα ποσά αναφέρονται σε σταθερές τιμές του 2005). Πρόκειται ασφαλώς για ικανούς πόρους. Και όμως δεν είναι έτσι. Πρώτον, οι αναπτυξιακοί ρυθμοί του μέλλοντος αναμένεται να επιβραδυνθούν, γεγονός που θα αντικατοπτρίζει την επίδραση του γηράσκοντος πληθυσμού. Πολλοί εργαζόμενοι συνταξιοδοτούνται και το εργατικό δυναμικό δεν αυξάνεται σημαντικά. Από το 1980 μέχρι το 2007 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά μέσο όρο σε ποσοστό 3,1% ετησίως. Από το 2007 έως το 2030 προβλέπεται από τη Moody’s μία ετήσια αύξηση της τάξεως του 2,4%. Επίσης, πρέπει να προσαρμόσουμε τα στοιχεία στον πληθυσμό. Το 2007 υπήρχαν 302 εκατομμύρια Αμερικανοί. Το 2030 εκτιμάται ότι θα φτάνουν τα 375 εκατ. Ως αποτέλεσμα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα αυξάνεται με βραδύτερους ρυθμούς. Από 43.900 δολάρια το 2007 αναμένεται να φτάσει στα 60.600 το 2030. Πρόκειται για συνολική αύξηση της τάξεως του 38%, ήτοι κατά 1,4 ετησίως, μειωμένο από το τρέχον 2%. Εάν δεν ελεγχθούν, οι δαπάνες για την Υγεία θα «καταναλώσουν» ένα μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης του ΑΕΠ. Υποθηκεύουμε το μέλλον των παιδιών μας. Ειδικά, στην περίπτωση κατά την οποία επιβραδυνθούν οι αναπτυξιακοί ρυθμοί, λόγω αυξήσεων φόρων και μεγαλύτερων δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Μελέτη των Στίβεν Νάις και Σιλβέστερ Σίμπερ, της εταιρείας συμβούλων Watson Wyatt Worldwide, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι εάν δεν ανατραπούν οι τρέχουσες τάσεις, «θα ασκηθούν μελλοντικά υψηλές πιέσεις στους χαμηλούς μισθούς, ενώ τα υψηλότερα εισοδήματα θα αυξάνονται με πολύ βραδύτερους ρυθμούς. Οι επιπτώσεις αυτές θα εκδηλώνονται τουλάχιστον για μερικές δεκαετίες». Οι προθέσεις για τη μεταρρύθμιση είναι ασφαλώς καλές. Ομως, η μεταρρύθμιση θα έπρεπε να επικεντρωθεί πρωτίστως στην εξυγίανση του συστήματος Υγείας και στην εξοικονόμηση πόρων, και όχι στην αύξηση των σχετικών κονδυλίων. Αυτό που συμβαίνει είναι πράγματι μία «μεταρρύθμιση», σε καμία περίπτωση όμως δεν συνιστά και πρόοδο.
Μεταφορά πλούτου
Εάν δεν ελεγχθούν, οι δαπάνες για την Υγεία θα «καταναλώσουν» ένα μεγάλο μέρος της μελλοντικής αύξησης του ΑΕΠ. Η αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπολογίζεται ανάμεσα στο 2007 και το 2030 στα 16.700 δολάρια. Εάν οι δαπάνες για την Υγεία συνεχίσουν να αυξάνονται με τους προηγούμενους ρυθμούς, θα αυξηθούν από τα 7.100 δολάρια κατά κεφαλήν το 2007 στα 15.300 δολάρια το 2030. Η κατά 8.200 δολάρια αύξησή τους αντιστοιχεί σε άνω του 50% της προσδοκώμενης αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ήτοι των 16.700 δολαρίων. Τα στοιχεία έχουν υπολογισθεί βάσει των προηγουμένων της περιόδου 1975 – 2007, όταν οι δαπάνες για την Υγεία αυξάνονταν κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες ταχύτερα. Η πτώση του βιοτικού επιπέδου είναι πιθανή, ενώ η αύξηση των δαπανών για την Υγεία θα υπονομεύσει άλλες δημόσιες δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των κονδυλίων για την Παιδεία, την Εσωτερική Ασφάλεια, ή ακόμη και την Αμυνα. Ειδικά, στην περίπτωση κατά την οποία επιβραδυνθούν οι αναπτυξιακοί ρυθμοί, λόγω αυξήσεων φόρων και μεγαλύτερων δημοσίων ελλειμμάτων.
Ασφαλώς, η καλύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας βελτιώνει το βιοτικό επίπεδό μας. Ομως, οι δαπάνες για την Υγεία δεν αντιστοιχούν πάντα στις παρεχόμενες υπηρεσίες Υγείας. Η κατάσταση της υγείας μας συχνά συνδέεται με τις συνήθειές μας, ενώ είναι και θέμα τύχης.
Ουσιαστικά, βάσει των υπάρχοντων στατιστικών στοιχείων, οποιαδήποτε βελτίωση της πρόσβασης στις υπηρεσίες Υγείας αποτελεί μεταφορά «πλούτου» από τους νεότερους στους μεγαλύτερους.

