Ταξιδεύοντας με τρένο στην κεντρική Ευρώπη, αντιλαμβάνεται κανείς τα προβλήματα του Δουνάβεως, της πλωτής οδού από την οποία μεταφερόταν παραδοσιακά μεγάλο μέρος βαρέων φορτίων της περιοχής. Μια δεκαετία αποκλεισμών έχει απομακρύνει την κίνηση από τον Δούναβη, μετατοπίζοντάς την προς τα σιδηροδρομικά δίκτυα.
Οι μεταφορές μέσω ποταμών διεκόπησαν για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’90 λόγω των πολέμων στη Γιουγκοσλαβία και των κυρώσεων εναντίον της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Τον Απρίλιο του 1999, οι δυνάμεις του NATO βομβάρδισαν τρεις γέφυρες στη βόρεια Σερβία αποκλείοντας τον ποταμό. H ποταμοπλοΐα δεν έχει ακόμη αποκατασταθεί πλήρως. Κατά συνέπεια, ο Δούναβης, που εκτείνεται σε μήκος 2.400 χιλιομέτων από τη Δυτική Γερμανία μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, έχασε το τρένο του οικονομικού εκσυγχρονισμού που γνώρισε η κεντροανατολική Ευρώπη στη μετακομμουνιστική εποχή. H κατάρρευση της βαριάς βιομηχανίας συνεισέφερε στη μείωση της κίνησης στον ποταμό.
Το 1998, το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν πλήρη αρχεία, η ετήσια κίνηση φορτίων στον Δούναβη είχε υποχωρήσει στα 30 εκατομμύρια τόννους ενώ το 1987 σημείωνε τα υψηλότερα επίπεδά της, στα 91 εκατομμύρια τόννους. Στον Ρήνο, την κύρια πλωτή οδό της Δυτικής Ευρώπης, χρησιμοποιείται το 72% της χωρητικότητας μεταφορών. H Επιτροπή του Δουνάβεως, η διοικητική αρχή που ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις στον ποταμό, εκτιμά ότι το αντίστοιχο ποσοστό για τον Δούναβη είναι μόλις 7%. Εχουν, πάντως, δρομολογηθεί ήδη προσπάθειες για να ανακτήσει ο Δούναβης τον ρόλο που είχε παλιά ως σημαντική πλωτή οδός για τη μεταφορά φορτίων. Μοχλός των προσπαθειών αυτών είναι μερικώς η επικείμενη επέκταση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η Ουγγαρία και η Σλοβακία θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2004 και θα ακολουθήσουν η Ρουμανία και η Βουλγαρία το 2007. H Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ήδη κατατάξει τον Δούναβη στους 10 διευρωπαϊκούς μεταφορικούς διαδρόμους που θα έχουν προτεραιότητα για χρηματοδότηση από τα ταμεία της. O ποταμός πρέπει, άλλωστε, να επωφεληθεί από τα ευρωπαϊκά προγράμματα για φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μεταφοράς.
Η βιομηχανία μεταφορών εκδηλώνει νέο ενδιαφέρον για τον ποταμό προεξοφλώντας αύξηση του εμπορίου μέσω Δουνάβεως μετά τη διεύρυνση. Στην κεντρική Ευρώπη οι μεταφορές μέσω ποταμών δεν έχουν τόσα προβλήματα ταχύτητας.
Σύμφωνα με τον Μάνφρεντ Σέιτζ, γενικό διευθυντή της κρατικής υπηρεσίας της Αυστρίας, που προωθεί τη χρήση του Δουνάβεως, οι εναλλακτικές οδικές ή σιδηροδρομικές μεταφορές δεν βρίσκονται σε ικανοποιητική κατάσταση. H κίνηση μέσω ποταμών αποφεύγει τους εκτεταμένους ελέγχους των συνόρων που καθυστερούν την κυκλοφορία μέσω οδικών αρτηριών και σιδηροδρόμων. «Από το Λιντζ μέχρι το Βελιγράδι διαρκεί κάτι περισσότερο από δύο ημέρες», τονίζει ο κ. Σέιτζ και προσθέτει ότι ακόμη και οδικώς το ταξίδι είναι αδύνατον να διαρκέσει λιγότερο από δύο ημέρες λόγω των συνόρων.
Η νέα τεχνολογία ενδέχεται να καταστήσει τον ποταμό πιο ελκυστικό. H Via Donau δοκιμάζει το Σύστημα Πληροφορικής του Δουνάβεως σ’ ένα τμήμα του κοντά στη Βιέννη, μήκους 31 χιλιομέτρων. Το εν λόγω σύστημα έχει στόχο να παρέχει στους ιδιοκτήτες των πλοίων πλήρη ενημέρωση για τη θέση των σκαφών, αλλά και για το αν τα φορτία τους ενδέχεται να είναι επικίνδυνα. H αυστριακή εταιρεία συστημάτων διανομής Industrie-Logistik-Linz ενσωματώνει τις μεταφορές μέσω του ποταμού στις αλυσίδες προσφοράς για τους πελάτες της. O διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ισχυρίζεται ότι συντονίζοντας τα πλωτά ταξίδια με τις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές, η εταιρεία του έπεισε έναν πελάτη να πραγματοποιήσει μέσω Δουνάβεως ένα μέρος της μεταφοράς εξαρτημάτων μηχανών.
Παραδοσιακά ο ποταμός χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά σιδήρου, χάλυβα, πετρελαίου αλλά και αγροτικών προϊόντων όπως το σιτάρι, που δεν είναι ευπαθή και δεν εξαρτώνται από τον χρόνο μεταφοράς τους. Ακόμη, πάντως, και οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του Δουνάβεως επισημαίνουν ότι θα χρειασθούν μεγάλες επενδύσεις για να βελτιωθούν οι συνθήκες ναυσιπλοΐας, τα λιμάνια και οι στόλοι. Το βάθος του νερού είναι, άλλωστε, συχνά ανεπαρκές για τα μεγάλα σκάφη και ορισμένα έργα προσκρούουν στη σθεναρή αντίσταση των περιβαλλοντολόγων.

