Επιβραδύνεται η ανάπτυξη των σούπερ μάρκετ

3' 13" χρόνος ανάγνωσης

Τα νέα καταστήματα και τα ειδικά τμήματα (βλέπε μανάβικα, κρεοπωλεία) σώζουν τις πωλήσεις των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, οι οποίες κινούνται μεν ανοδικά, πλην όμως με ρυθμό χαμηλότερο όχι μόνο των αρχικών προσδοκιών αλλά και αυτού που είχε επιτευχθεί πέρυσι. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών, η αύξηση των πωλήσεων των εταιρειών του κλάδου από την αρχή του χρόνου έως σήμερα δεν ξεπερνά κατά μέσον όρο το 6%, ποσοστό αύξησης που είναι χαμηλότερο κατά 2 μονάδες σε σχέση με εκείνο που είχαν επιτύχει την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Μία και μόνη εξήγηση δεν φαίνεται να υπάρχει και τελικώς η αιτία της ισχνής ανάπτυξης αναζητείται σε ένα συνδυασμό παραγόντων. Πρώτος και καλύτερος η συγκράτηση της αγοραστικής δύναμης που γίνεται ολοένα και πιο έντονη, αλλά και η συνεχής ενδυνάμωση των αλυσίδων discount. «Μερίδιο ευθύνης» φέρεται να έχουν και οι κατ’ εξακολούθηση προσφορές, κυρίως αυτές που αναφέρονται σε επιπλέον ποσότητα προϊόντος ή στη διάθεση ενός ακόμη είδους.

Πριν από τρία χρόνια, οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου των σούπερ μάρκετ δεν παρέλειπαν να αναφέρουν ότι «οι καταναλωτές εμφανίζονται μαζεμένοι και έχουν αρχίσει να περιορίζουν τις αγορές τους». Φάνταζε, δε, ως μάλλον υπερβολική εκτίμηση. Τώρα δεν μιλάμε για πρόβλεψη με δόση υπερβολής αλλά για μια πραγματικότητα. Οι καταναλωτές με την επίθεση που δέχεται το ούτως ή άλλως περιορισμένο εισόδημά τους από τις συνεχείς ανατιμήσεις σε υπηρεσίες και αγαθά, έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τις συνήθειές τους. Σε αντίθεση με το παρελθόν, έχουν ορθολογικοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τις αγορές τους μέσα από τα σούπερ μάρκετ, αποφεύγοντας να στοκάρουν στο σπίτι προϊόντα και αγοράζοντας κατά βάση μόνον ό,τι καταναλώνουν, αφού προηγουμένως το έχουν καταναλώσει.

«Φαίνεται ότι πλέον δεν πετιέται τίποτα. Διαφορετικά πώς να εξηγηθεί ότι βασικά είδη διατροφής όπως ρύζι, ζυμαρικά, όσπρια, παρουσιάζουν χαμηλούς ρυθμούς ζήτησης; Σίγουρα όχι γιατί σταμάτησαν να τα καταναλώνουν», λένε οι άνθρωποι των σούπερ μάρκετ.

Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι από την αρχή του χρόνου μέχρι σήμερα στα τυποποιημένα προϊόντα η αύξηση των πωλήσεων κινείται στα όρια του πληθωρισμού. Τα μόνα που αναπτύσσονται σε ποσοστό που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά και το 10% είναι τα νωπά προϊόντα, κυρίως κρέατα και οπωρολαχανικά. Μάλιστα, τα ειδικά αυτά τμήματα, όπως ονομάζονται, κάθε χρόνο αυξάνουν σταθερά τη δυναμική τους. Διόλου τυχαίο αφού οι τιμές στις λαϊκές, παραδείγματος χάριν, έχουν αυξηθεί ραγδαία.

Τη χαμηλή αύξηση στα τυποποιημένα προϊόντα οι άνθρωποι του χώρου την αποδίδουν και στις προσφορές που πραγματοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου για την τόνωση της ζήτησης και τη διατήρηση ή αύξηση των μεριδίων αγοράς των εταιρειών. Οταν μια εταιρεία ξεκινήσει προσφορές σε μια κατηγορία προϊόντων, ακολουθούν όπως είναι φυσικό και οι ανταγωνιστές. Οι πωλήσεις αυξάνονται όσο διαρκούν οι προσφορές και, όταν σταματούν, λογικό είναι να παγώνουν. Επίσης όταν οι προσφορές σχετίζονται με τη διάθεση ενός άλλου είδους (π.χ. σαμπουάν), τότε αυτομάτως επηρεάζονται οι πωλήσεις της κατηγορίας που ανήκει το «δώρο». Να σταματήσουν οι προσφορές; Δεν συμφέρει καμία εταιρεία, ειδικά στους σημερινούς δύσκολους καιρούς, και έτσι ο φαύλος κύκλος που έχει ανοίξει, ανατροφοδοτείται συνεχώς και δεν είναι λίγα τα παραδείγματα αγορών προϊόντων που κατά καιρούς κατέρρευσαν σε αξία από αυτήν την πρακτική. Υπολογίζεται ότι από τους 11.000 κωδικούς προϊόντων που διαθέτει ένα κλασικό σούπερ μάρκετ, περίπου οι 3.000 βρίσκονται σταθερά σε προσφορά. Στα μη τρόφιμα (καθαριστικά, απορρυπαντικά, καλλυντικά κ.ά.) σχεδόν τα μισά έχουν πάντα κάποιου είδους προσφορά.

Ταυτόχρονα, ακρίβεια και πενιχρό εισόδημα οδήγησαν τους καταναλωτές και σε άλλες επιλογές που ακούουν στο όνομα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα και discount καταστήματα. Και οι δυο έχουν το πλεονέκτημα της εξαιρετικά χαμηλής τιμής.

Τα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα που κατά βάση προσφέρουν οι αλυσίδες discount πωλούνται έναντι των επωνύμων έως και 40% φθηνότερα. Δεν είναι τυχαίο ότι μετά και την είσοδο της Lidl, το 1999, η αγορά του discount στην Ελλάδα ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ, τζίρος που αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω από τη δραστηριοποίηση της Tengelmann, η οποία αγοράζει μανιωδώς ακίνητα στη Βόρειο Ελλάδα και, όπως λένε οι φήμες, έχει «χτυπήσει» και αρκετά στελέχη της Lidl στην Ελλάδα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT