Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν εξαιρετικά δύσκολο, για να μην πει κανείς αδύνατο, μια μικρομεσαία επιχείρηση της περιφέρειας να τοποθετήσει τα προϊόντα της στα μεγάλα σούπερ μάρκετ. Τα εμπόδια πολλά με πρώτο και καλύτερο το κόστος, που για τα οικονομικά δεδομένα των επιχειρήσεων αυτών, ήταν απίστευτα υψηλό και ως εκ τούτου απαγορευτικό. Σήμερα, η εικόνα έχει διαφοροποιηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Οι καταναλωτές συναντούν στα ράφια αρκετών καταστημάτων σούπερ μάρκετ «τοπικά» προϊόντα, τα οποία μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις διεκδικούν αξιόλογα μερίδια από την πίτα της αθηναϊκής αγοράς. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της εταιρείας γάλακτος «Ολυμπος», σχετικά άγνωστης μέχρι πριν από ενάμιση χρόνο στο ευρύ κοινό που κατάφερε να βρεθεί δίπλα στους μεγάλους της αγοράς, πραγματοποιώντας ικανοποιητικές πωλήσεις. Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών IRI, η εν λόγω εταιρεία μέσα σε έξι μήνες κατάφερε να πάρει μερίδιο 1,2% στην αγορά της γιαούρτης.
Τι άλλαξε ξαφνικά; H στρατηγική αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Στο πλαίσιο διαφοροποίησης από τον ανταγωνισμό κάποιες εταιρείες του κλάδου αποφάσισαν να ανοίξουν την πόρτα τους στους μικρούς ή να τους δώσουν περισσότερο χώρο. Με ευνοϊκούς όρους όπως είναι φυσικό, που στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν περιλαμβάνουν «εισιτήριο εισόδου». Το κόστος, δηλαδή, που καλούνται να καταβάλουν οι προμηθεύτριες εταιρείες στα σούπερ μάρκερ για την τοποθέτηση των προϊόντων τους στα ράφια και στα ψυγεία τους. Ράφια και ψυγεία έχουν πεπερασμένο μέγεθος και η προσφορά των προϊοντων μεγάλη…
Η στρατηγική από τη μία και από την άλλη η ευαισθητοποίηση που φαίνεται ότι έχουν αρχίσει να επιδεικνύουν οι καταναλωτές απέναντι στα προϊοντα μικρών παραγωγών. Μια προτίμηση που είναι εδραιωμένη εδώ και χρόνια σε ό,τι αφορά στα τυροκομικά, έκανε αισθητή την παρουσία της στον τομέα του κρασιού και επεκτείνεται σιγά-σιγά και σε άλλες κατηγορίες τροφίμων. Βεβαίως, η εικόνα εμφανίζει σημάδια διαφοροποίησης όσον αφορά στην Αττική, διότι οι μικροί παραγωγοί είναι κυρίαρχοι στις τοπικές αγορές όπου δραστηριοποιούνται, όπως χαρακτηριστικά θα πει ο διευθύνων σύμβουλος της METPO κ. Αρ. Παντελιάδης. «Ετσι λοιπόν», προσθέτει, «ήταν και είναι αδιανόητο για τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ που έχουν παρουσία και στην επαρχία να μη φιλοξενούν τα κατά τόπους δημοφιλή προϊόντα».
Η πρώτη, ίσως, αλυσίδα που έδωσε χώρο στα ράφια της στα τοπικά προϊόντα και εξακολουθεί να δίνει ιδιαίτερη έμφαση είναι η Αλφα-Βητα Βασιλόπουλος. Τα συναντά κανείς σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες τροφίμων και οι κωδικοί τους φθάνουν σε τριψήφια νούμερα. Μόνο στα τυροκομικά υπολογίζεται ότι διατίθενται περισσότεροι από 400 κωδικοί προϊόντων. «Ανακαλύψαμε πολλούς μικρούς που στη συνέχεια έγιναν μεγάλοι. Πέρα από τη διαφοροποίηση που επιθυμούμε να επιτύχουμε ως αλυσίδα, ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να αφήσουμε στην άκρη την παράδοση», θα πει ο γενικός διευθυντής της εταιρείας κ. Κων/νος Μαχαίρας, προσθέτοντας ότι η Αλφα-Βητα έχει δημιουργήσει ενα μεγάλο επιτελείο ανθρώπων «που γυρνούν σε όλη την Ελλάδα προκειμένου να εντοπίσουν την καλύτερη δυνατή πρόταση για τον καταναλωτή». Σε αρκετές περιπτώσεις, δε, η παραγωγή των προϊόντων γίνεται με συγκεκριμένες προδιαγραφές αποκλειστικά για την αλυσίδα. Επειδή όμως μιλάμε για μικρούς παραγωγούς με περιορισμένη δυναμικότητα παραγωγής, αυτό σημαίνει ότι τα προϊόντα δεν διατίθενται στις ίδιες ποσότητες και σε όλα τα καταστήματα της αλυσίδας, προσθέτει ο κ. Μαχαίρας. «Παράλληλα, και αφού είναι στην πολιτική μας να στηρίζουμε τα τοπικά προϊόντα, αυτό σημαίνει ότι εξασφαλίζουμε στις επιχειρήσεις ευνοϊκότατους όρους συνεργασίας. Προτιμάμε ένα κομμάτι του τζίρου να «δουλεύει» μόνο με το μικτό κέρδος του καταστήματος», διευκρινίζει. Και, φυσικά, ο εμπλουτισμός της γκάμας ή η συνέχεια της παρουσίας ενός προϊόντος στο ράφι εξαρτάται από την κινητικότητα που εμφανίζει και την αποδοχή που έχει από τον καταναλωτή. Πάντως, τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά για την Αλφα-Βήτα Βασιλόπουλος. «Τα μερίδια που καταλαμβάνουν τα τοπικά προϊόντα ανα κατηγορία δεν είναι αμελητέα και πολλές περιπτώσεις φθάνουν σε διψήφια νούμερα. Στην αγορά του φρέσκου γάλακτος, παραδείγματος χάριν, τα τοπικά γάλατα κατέχουν στην αλυσίδα μερίδιο αγοράς της τάξης του 15%», καταλήγει.

