Αρθρο του Βασίλειου Πανουσόπουλου στην «Κ»: Η οικονομική πολιτική στην Ιταλία

Αρθρο του Βασίλειου Πανουσόπουλου στην «Κ»: Η οικονομική πολιτική στην Ιταλία

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην πρόσφατη έκθεσή του για την ιταλική οικονομία (Ιούλιος 2025) αναγνώρισε τη σχετική «ανθεκτικότητα» της ιταλικής οικονομίας, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας

4' 22" χρόνος ανάγνωσης

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην πρόσφατη έκθεσή του για την ιταλική οικονομία (Ιούλιος 2025) αναγνώρισε τη σχετική «ανθεκτικότητα» της ιταλικής οικονομίας, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας. Οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ δεν δίστασαν να δηλώσουν την απροσδόκητη ικανοποίησή τους για την οικονομική και πολιτική σταθερότητα που επιδεικνύει η Ιταλία την τρέχουσα περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας. Ομως, είναι η παρούσα καλή μακροοικονομική επίδοση της Ιταλίας, μακροχρόνια βιώσιμη ή είναι το αποτέλεσμα απλά μιας επιτυχημένης βραχυχρόνιας μακροοικονομικής διαχείρισης, η οποία συνοδεύεται από τη γενναιόδωρη χρηματοοικονομική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης; Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο, αν όχι ειρωνικό, το γεγονός ότι το ΔΝΤ δανείζεται τον όρο «ανθεκτικότητα» (resilience) για να επαινέσει την ιταλική οικονομία. Υπενθυμίζουμε ότι η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προς την Ιταλία, μόνο από το πρόγραμμα «ανθεκτικότητας και ανάκαμψης», ξεπέρασε τα 150 δισ. ευρώ (174 δισ. δολάρια) την τριετία 2022-2025. Το 24% του ΑΕΠ, του συνολικού δημοσίου χρέους, παρακρατείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η Ιταλία είχε σημαντική πτώση της αξίας του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της (ΑΕΠ) την περίοδο 2009-2015 και την περίοδο 2020-2021 αλλά και μια αργόσυρτη πορεία οικονομικής «ανάκαμψης» τις επόμενες περιόδους 2016-2020 και από το 2022 μέχρι και σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 2025 καταφέρνει να εξισώσει την ονομαστική αξία του ΑΕΠ της στο επίπεδο που ήταν η αντίστοιχη ονομαστική του αξία το 2008. Πιο συγκεκριμένα, η ονομαστική αξία του ιταλικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) το 2025 υπολογίζεται να διαμορφωθεί στα 2,4 τρισ. δολάρια (2 τρισ. ευρώ), με το αντίστοιχο κατά κεφαλήν ονομαστικό ΑΕΠ να διαμορφώνεται στα 41.300 δολάρια (35.500 ευρώ). Η ανεργία διαμορφώνεται στο 6,7% του απασχολούμενου πληθυσμού. Η ετήσια πραγματική μεγέθυνση της οικονομίας μόλις που φθάνει στο 0,4% το 2025. Ο ετήσιος πληθωρισμός κυμαίνεται στο 1,9% (IMF Σεπτέμβριος 2025). Το τρέχον ετήσιο έλλειμμα στις διεθνείς συναλλαγές της είναι εντυπωσιακά χαμηλό, μόλις στο 0,9% του ΑΕΠ, υποδεικνύοντας πως η Ιταλία παραμένει μια ισχυρή εξαγωγική χώρα. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. Ομως τώρα το δημόσιο χρέος είναι στο 137% του ΑΕΠ της, το οποίο την κατατάσσει στη δεύτερη θέση με το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρώπη, μετά την Ελλάδα. (στοιχεία ΔΝΤ Οκτώβριος 2025).

Η Ιταλία προβλέπεται να καταφέρει να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμά της κάτω από το ευρωπαϊκό ανώτατο αποδεκτό όριο του 3% του ΑΕΠ το 2025 (2,9%), γεγονός που θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να εξέλθει από τη διαδικασία επιτήρησης της ιταλικής οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2026.

Μεσοπρόθεσμα οι κίνδυνοι για την ιταλική οικονομία προκαλούνται από τη γεωπολιτική ένταση, τη διεθνή οικονομική αβεβαιότητα λόγω διεθνών εμπορικών εντάσεων, του ενεργειακού κόστους, αλλά και τις πολιτικές ενεργειακής μετάβασης της Ε.Ε. Σε όλα αυτά προστίθεται και η πολιτικοοικονομική κρίση στη Γαλλία, η οποία επηρεάζει άμεσα τις τιμές στη διεθνή αγορά κρατικών ομολόγων.

Μακροπρόθεσμα η ανάπτυξη της Ιταλίας επηρεάζεται αρνητικά από τις δημογραφικές τάσεις της, τις ακαμψίες της ιταλικής αγοράς και της αγοράς εργασίας της, τη χαμηλή συνολική παραγωγικότητά της και την ελλιπή ενοποίηση της εθνικής αγοράς μεταξύ της Βόρειας Ιταλίας και της Νότιας Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αξία των συναλλαγών που πραγματοποιεί η Νότια Ιταλία με την Ελβετία είναι μεγαλύτερη από την αξία των συναλλαγών που πραγματοποιεί η Νότια Ιταλία με τη Βόρεια Ιταλία (στοιχεία ΔΝΤ – Ιούλιος 2025). Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η απασχόληση στο σύνολο του ενεργού ιταλικού πληθυσμού (ηλικίες από 16 έως 67 ετών) περιορίζεται στο 62%, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι στο 70% (ΟΟΣΑ 2025).

Η ανθεκτικότητα της ιταλικής οικονομίας και η βραδεία ανάκαμψή της ευνοήθηκαν από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και τις γενναίες χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε.

Συμπερασματικά: Η ανθεκτικότητα της ιταλικής οικονομίας και η βραδεία ανάκαμψής της ευνοήθηκαν από τη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και τις γενναίες χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε. την περίοδο 2020-2025. Αλλά η ασπίδα οικονομικής προστασίας από την Ε.Ε. και την ΕΚΤ δεν είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστεί. Παράλληλα με το πρόβλημα της χαμηλής παραγωγικότητας της οικονομίας, η ιταλική οικονομία συνεχίζει να παρουσιάζει διαχρονικά μεγάλες περιφερειακές ανισότητες και αδυναμία ενοποίησης της εθνικής αγοράς της. Είναι τουλάχιστον ειρωνικό το γεγονός ότι πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από δύο πρώην πρωθυπουργούς της Ιταλίας (τον Ε. Λέτα και τον Μ. Ντράγκι) να προτείνουν λύσεις για τα δύο βασικά προβλήματα της ευρωπαϊκής οικονομίας: α) την ενοποίηση της ευρωπαϊκής αγοράς και β) την αύξηση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας…

Η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι παρουσιάζει αξιοθαύμαστη σταθερότητα στην τριετή έως τώρα θητεία της. Ομως, το πολιτικό πρόβλημα της συγκρότησης πολυκομματικών κυβερνήσεων και της βιωσιμότητάς τους θα παραμένει η κύρια παράμετρος στη διαμόρφωση της απόδοσης της ιταλικής οικονομίας. Τα κόμματα που συγκροτούν την παρούσα κυβερνητική πλειοψηφία, όπως και στο παρελθόν, στηρίζουν την κυβέρνηση με προϋποθέσεις, θέτοντας σε διαρκή αμφισβήτηση την πενταετή, συνταγματικά κατοχυρωμένη, θητεία της (2022-2027).

Η πιθανότητα ανά πάσα στιγμή της «αιρεσιμότητας» της έκφρασης – ψήφου εμπιστοσύνης τους στην κυβέρνηση λειτουργεί ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την πολιτική ηγεσία. Αρκεί μια σημαντική ή ασήμαντη διαφωνία σε μια πολιτική για να πέσει η κυβέρνηση. Υπενθυμίζουμε ότι η πτώση της κυβέρνησης Ντράγκι (Ιούλιος 2022) προκλήθηκε με αφορμή την απόφαση της κυβέρνησης για την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με την καύση στερεών αποβλήτων στην ευρύτερη περιοχή της Ρώμης. Βέβαια, η υποκρυπτόμενη αιτία της πτώσης ήταν η δυσφορία πολλών κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων στη μη «ικανοποιητική» διανομή των ευρωπαϊκών κονδυλίων μεταξύ των ιταλικών περιφερειών.

*Ο κ. Βασίλειος Π. Πανουσόπουλος είναι οικονομολόγος, διεθνολόγος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT