Αμετάβλητα διατήρησε τα επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για τρίτη συνεχή συνεδρίαση, όπως και αναμενόταν, καθώς η περίοδος χαμηλού πληθωρισμού και σταθερής ανάπτυξης συνεχίζεται, παρά τις αναταραχές που προκαλούνται από τις μεταβαλλόμενες εμπορικές σχέσεις και τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Από τη Φλωρεντία της Ιταλίας όπου και συνεδρίασε η ΕΚΤ, στην καθιερωμένη ετήσια μία συνάντησή της εκτός Φρανκφούρτης, η Κριστίν Λαγκάρντ επανέλαβε ότι η ΕΚΤ συνεχίζει να βρίσκεται σε «καλή θέση», κάτι που ενισχύεται και από την πορεία της οικονομίας στο γ΄ τρίμηνο, και οι όποιες αποφάσεις στη συνέχεια θα «φροντίσουν» ώστε αυτό να παραμείνει σε ισχύ.
Οπως πάντως τόνισε, οι κίνδυνοι στην ανάπτυξη έχουν μειωθεί χάρη σε τρεις εξελίξεις: την εμπορική συμφωνία Ε.Ε. – ΗΠΑ, την κατάπαυση του πυρός στη Μέση Ανατολή και την τελευταία πρόοδο στις εμπορικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ – Κίνας.
Σε σχέση με τον Σεπτέμβριο οι καθοδικοί κίνδυνοι για την οικονομία έχουν μειωθεί, εκτιμά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Πιο αναλυτικά, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ με ομόφωνη απόφαση διατήρησε σταθερά τα επιτόκια της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης, στο 2,00%, 2,15% και 2,40% αντιστοίχως.
Η ΕΚΤ έχει μειώσει τα επιτόκια κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες ή 200 μονάδες βάσης συνολικά το τελευταίο έτος και από τον Ιούνιο του 2024 έως τον φετινό Ιούνιο, αλλά έκτοτε βρίσκεται σε στάση αναμονής, καθιστώντας σαφές ότι δεν βιάζεται να αλλάξει πολιτική δεδομένου ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται στον στόχο, ένα ιδανικό σημείο που ούτε η Fed, ούτε η Τράπεζα της Αγγλίας, ούτε η Τράπεζα της Ιαπωνίας έχουν επιτύχει.
Οπως σημείωσε η Λαγκάρντ, η οικονομία εξακολούθησε να αναπτύσσεται παρά το αντίξοο παγκόσμιο περιβάλλον, με την ανάπτυξη στο γ΄ τρίμηνο να διαμορφώνεται στο 0,2%, ενώ η ισχυρή αγορά εργασίας, οι εύρωστοι ισολογισμοί του ιδιωτικού τομέα και οι προηγούμενες μειώσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές πηγές ανθεκτικότητας. Σε σχέση με τον Σεπτέμβριο οι καθοδικοί κίνδυνοι για την οικονομία έχουν μειωθεί, ωστόσο παραμένουμε σε περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας, κυρίως λόγω των συνεχιζόμενων παγκόσμιων εμπορικών διενέξεων και των γεωπολιτικών εντάσεων.
Η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά έναν κίνδυνο που δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί, όπως σημείωσε η Λαγκάρντ. Αυτός αφορά τις επιπτώσεις από ενδεχόμενες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού, έπειτα και από τις εξελίξεις με τις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ – Κίνας για τις σπάνιες γαίες, οι οποίες επηρεάζουν τον τομέα της ενέργειας και την αυτοκινητοβιομηχανία.
Οσον αφορά τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ στα επιτόκια, για μία ακόμη φορά δεν δόθηκε κάποιο «σήμα», με τη Λαγκάρντ να επαναλαμβάνει ότι η κεντρική τράπεζα θα ακολουθήσει μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και θα λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής.
Οι αγορές πάντως παρέμειναν στην άποψη ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα επιτόκια αμετάβλητα μέχρι το τέλος του έτους, ενώ «βλέπουν» με πιθανότητα 32% μία ακόμη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης το 2026.
«Υπάρχει μικρή διάθεση στο διοικητικό συμβούλιο να αλλάξει τα επιτόκια βραχυπρόθεσμα και συμφωνούμε με την τιμολόγηση της αγοράς ότι το επιτόκιο θα παραμείνει στο 2% τους επόμενους έξι μήνες περίπου. Πιστεύουμε όμως ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική το 2026, ενώ ο πληθωρισμός θα μειωθεί κάτω από τον στόχο του 2%», σχολιάζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics Τζακ Αλεν-Ρέινολντς, ο οποίος πάντως προβλέπει άλλες δύο μειώσεις επιτοκίων το επόμενο έτος.

