Την περασμένη Παρασκευή, πριν ο Αμερικανός πρόεδρος ασχοληθεί με την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, έκανε μια ανάρτηση, που ανακοίνωνε την αύξηση των δασμών προς την Κίνα κατά 100%. Ακολούθησε κανονικό ξεπούλημα στα αμερικανικά χρηματιστήρια, χωρίς ποτέ να καταλάβει κανείς αν πρόκειται για απειλή, δέσμευση ή απόφαση. Εκτοτε το κλίμα δεν βελτιώθηκε. Το Πεκίνο απάντησε συσσωρεύοντας στρατηγικά αποθέματα σπάνιων γαιών, εκείνων των κρίσιμων πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται σε μπαταρίες, μικροτσίπ και οπλικά συστήματα. Το πρωί της Τρίτης, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ κατηγόρησε την Κίνα ότι προσπαθεί να βλάψει την παγκόσμια οικονομία, προκαλώντας ύφεση. Και όλα αυτά λίγες ημέρες πριν από τη συνάντηση Τραμπ – Σι στην Κορέα (29 Οκτωβρίου).
Τα πράγματα δεν πάνε καλά. Και κάπου εκεί ήρθε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στη φθινοπωρινή του έκθεση να προειδοποιήσει για τις σημερινές ομοιότητες με την εποχή της «φούσκας» των dot-com στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Το ΔΝΤ βλέπει κοινά σημεία της σημερινής υπεραισιοδοξίας των προοπτικών της τεχνητής νοημοσύνης, με τον ενθουσιασμό που είχε προκαλέσει η προοπτική του Διαδικτύου πριν από 25 και πλέον χρόνια. Και τότε όπως και τώρα, υπήρχε μια ταχύτατη ροή κεφαλαίων σε λίγες «πολλά υποσχόμενες» εταιρείες, που στην κρίση του 1999 αποδείχτηκε λάθος, καθώς ακόμα η τεχνολογία δεν είχε ωριμάσει.
Το ερώτημα είναι αν από το σκηνικό που διαμορφώνεται μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη η Ελλάδα; Δύσκολο. Τις τελευταίες ημέρες, σημαντικές επιχειρηματικές συμφωνίες σκάνε η μία πίσω από την άλλη. Η άφθονη παγκόσμια ρευστότητα μπαίνει και στη δική μας οικονομία. Αρκούν ωστόσο για να αποφύγουμε τους κραδασμούς; Η νέα έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου απαντάει εν μέρει. Βλέπει μια χώρα, την Ελλάδα, που αναπτύσσεται με ρυθμό γύρω στο 2%, ικανοποιητικός μεν, αλλά οφείλεται κυρίως στα ευρωπαϊκά κονδύλια, στον τουρισμό και σε μια δόση αναπτυξιακής επιμονής ύστερα από μια χαμένη δεκαετία. Κατά τα άλλα, δεν έχουμε αλλάξει. Η χώρα δεν έχει λύσει κανένα από τα χρόνια προβλήματά της: χαμηλή παραγωγικότητα, ασθενής βιομηχανία, εξαγωγές περιορισμένες σε λίγους τομείς, κρατική γραφειοκρατία.
Το ΔΝΤ, χωρίς να το φωνάζει, το υπονοεί καθαρά. Η Ελλάδα έχει πετύχει δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά όχι βιώσιμη ανάπτυξη. Το χρέος συνεχίζει να αποτελεί πρόβλημα που μπορεί να χτυπήσει αν τα επιτόκια κινηθούν αντίθετα ή αν οι ευρωπαϊκές ροές στερέψουν.
Η χώρα δείχνει να έχει συνηθίσει σε έναν ρυθμό επιβίωσης. Απλώς τώρα, η πίστα και ο βαθμός δυσκολίας έχουν αυξηθεί σημαντικά και αυτός ενδεχομένως δεν αρκεί…

