Το 5ο Παγκόσμιο Συνέδριο Αναδυόμενων Αγορών της Standard & Poor’s, που πραγματοποιήθηκε στις 2 Οκτωβρίου στο Λονδίνο, ανέδειξε τις μεταβαλλόμενες ισορροπίες στον διεθνή οικονομικό χάρτη και τις επιπτώσεις τους στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Οικονομολόγοι και επενδυτές συμφώνησαν ότι οι αναδυόμενες αγορές καλούνται να λειτουργήσουν σε ένα περιβάλλον έντονης γεωπολιτικής και εμπορικής αναταραχής, όπου οι στρατηγικές αποφάσεις Κίνας και ΗΠΑ καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις επενδυτικές προοπτικές. Η Κίνα συνεχίζει να ενισχύει τον ρόλο της ως γεωοικονομικός παράγοντας, ενισχύοντας τη χρήση τοπικών νομισμάτων στο διεθνές εμπόριο, προωθώντας εναλλακτικά συστήματα πληρωμών και αυξάνοντας τις εξαγωγές προς τον παγκόσμιο νότο. Η συμμετοχή της στους BRICS και η σταδιακή διαφοροποίηση από την κυριαρχία του δολαρίου υποδηλώνουν μια αναδιαμόρφωση της διεθνούς χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής, με επιπτώσεις στις στρατηγικές κεφαλαίων και την αξιολόγηση κινδύνων. Αντιστοίχως επιδραστική, αν και η οικονομία της είναι μικρότερης κλίμακας, εκλαμβάνεται και η Ρωσία, καθώς παραμένει παράγοντας γεωπολιτικής και ενεργειακής επιρροής, με τις αποφάσεις της να επηρεάζουν εμπορικές σχέσεις και επενδυτικές στρατηγικές σε ευρύτερη κλίμακα. Ενα βασικό θέμα του συνεδρίου αποτέλεσε ο κατακερματισμός του παγκόσμιου εμπορίου, που επιταχύνεται από τις πολιτικές δασμών και τη στρατηγική αποσύνδεση των υφιστάμενων εφοδιαστικών αλυσίδων.
Οι ομιλητές χαρακτήρισαν τους δασμούς ως «μέσα πολιτικής μόχλευσης», επισημαίνοντας ότι η νέα εμπορική στάση των ΗΠΑ έχει οδηγήσει σε σημαντική μεταφορά παραγωγής, μεταξύ άλλων αναπτυσσόμενων χωρών, στο Μεξικό (nearshoring) και στο Βιετνάμ (friendshoring). Αναδιατάξεις όπως οι ανωτέρω διαμορφώνουν ένα «νέο εμπορικό δόγμα», όπου οι χώρες διαφοροποιούν τους εμπορικούς τους εταίρους, μειώνοντας την εξάρτησή τους από συγκεκριμένες αγορές, ενισχύοντας ταυτόχρονα το γεωστρατηγικό τους προφίλ. Οι αναδυόμενες αγορές συναντούν εμπόδια στην αξιοποίηση των ευκαιριών που προκύπτουν απ’ την εν λόγω διαμορφούμενη συγκυρία. Περιορισμοί στην ενέργεια, ελλιπείς υποδομές, δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα και περιορισμένη πρόσβαση σε ψηφιακές υποδομές περιορίζουν την απορρόφηση επενδύσεων και την ενσωμάτωση στις νέες αλυσίδες παραγωγής. Η επέκταση της παγκόσμιας υποδομής δεδομένων –αξίας άνω των 600 δισ. δολαρίων την τελευταία πενταετία– συγκεντρώνει κεφάλαια κυρίως στις προηγμένες οικονομίες, επιδεικνύοντας την υστέρηση των αναδυόμενων στην ψηφιακή οικονομία. Στο ως άνω διαμορφούμενο πλαίσιο, οι αναδυόμενες αγορές βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σημείο ισορροπίας: από τη μια έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από τη διαφοροποίηση των εμπορικών δικτύων, από την άλλη αντιμετωπίζουν δομικούς περιορισμούς που περιορίζουν την πλήρη αξιοποίηση αυτών των ευκαιριών.
*EUROBANK RESEARCH

