Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε πολλές απίστευτες δηλώσεις στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών την περασμένη εβδομάδα. Σε 57 λεπτά, επιτέθηκε στον ίδιο τον ΟΗΕ –μεταξύ άλλων επειδή δεν του είχε αναθέσει ένα κατασκευαστικό συμβόλαιο πριν από 40 χρόνια–, ισχυρίστηκε ότι έθεσε τέλος σε επτά πολέμους και είπε στις ευρωπαϊκές χώρες ότι «θα πάνε κατά διαβόλου» λόγω της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Ωστόσο, τίποτε από όσα ανέφερε δεν ήταν πιο παράλογο από το παραλήρημά του περί της κλιματικής αλλαγής.
Αποκαλώντας την υπερθέρμανση του πλανήτη «τη μεγαλύτερη απάτη που έχει επινοηθεί ποτέ», προειδοποίησε το ακροατήριο: «Αν δεν ξεφύγετε από την απάτη της πράσινης ενέργειας, οι χώρες σας θα καταστραφούν». Αντ’ αυτού, τους προέτρεψε να ακολουθήσουν το παράδειγμα των ΗΠΑ. «Απαλλασσόμαστε από τις ψευδώς ονομαζόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Είναι ένα αστείο. Δεν λειτουργούν».
Αυτό που καθιστά την άρνηση του Τραμπ για την κλιματική αλλαγή τόσο σοκαριστική δεν είναι μόνον ότι έρχεται σε αντίθεση με το συντριπτικό βάρος της καθιερωμένης επιστημονικής γνώσης, αλλά και ότι εκδηλώνεται σε μια εποχή όπου τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται ολοένα και πιο συχνά, φονικά και δαπανηρά. Η απόρριψη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας φαίνεται να έρχεται σε άμεση αντίθεση με τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η κυβέρνηση Τραμπ σωστά θεωρεί ότι βρίσκεται σε έναν παγκόσμιο αγώνα δρόμου με την Κίνα για την τεχνολογική υπεροχή του 21ου αιώνα, με επίκεντρο την τεχνητή νοημοσύνη. Οι τεχνολογικοί κολοσσοί των ΗΠΑ αναμένεται να επενδύσουν το ιλιγγιώδες ποσό των 3 τρισ. δολαρίων τα επόμενα πέντε χρόνια σε κέντρα δεδομένων και άλλες υποδομές. Αυτή η επένδυση αποτελεί σήμερα την κινητήρια δύναμη της αμερικανικής οικονομίας και της χρηματιστηριακής αγοράς. Χωρίς αυτήν, πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν πως η Αμερική ίσως να είχε ήδη εισέλθει σε ύφεση.
Αυτό που καθιστά την άρνηση του Τραμπ για την κλιματική αλλαγή τόσο σοκαριστική δεν είναι μόνον ότι έρχεται σε αντίθεση με το συντριπτικό βάρος της καθιερωμένης επιστημονικής γνώσης, αλλά και ότι εκδηλώνεται σε μια εποχή όπου τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται ολοένα και πιο συχνά, φονικά και δαπανηρά. Η απόρριψη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας φαίνεται να έρχεται σε άμεση αντίθεση με τα αμερικανικά συμφέροντα.
Αυτή η επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης ωστόσο θα χρειαστεί τεράστιες ποσότητες ενέργειας και, χωρίς τις ανανεώσιμες πηγές, δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς από πού θα καλυφθούν. Το υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ προειδοποίησε νωρίτερα φέτος ότι η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας ήδη υπερβαίνει την προσφορά και ότι ο κίνδυνος διακοπών ρεύματος θα μπορούσε να αυξηθεί στο εκατονταπλάσιο έως το 2030. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν με διαφορά τον οικονομικότερο και ταχύτερο τρόπο κάλυψης αυτής της ενεργειακής ζήτησης. Πράγματι, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες πηγές ενέργειας των ΗΠΑ, καλύπτοντας σχεδόν το ένα πέμπτο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους.
Εξαιτίας του προϋπολογισμού της κυβέρνησης Τραμπ, όμως, που κατάργησε τα προγράμματα καθαρής ενέργειας της περιόδου Μπάιντεν, οι επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται να μειωθούν κατά 500 δισ. δολάρια. Εν τω μεταξύ, 11.000 ενεργειακά έργα παραμένουν σε εκκρεμότητα, αναμένοντας έγκριση από τις ρυθμιστικές αρχές. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ έχουν ήδη αυξηθεί κατά 10% φέτος, εν μέσω πίεσης της προσφοράς, παρότι οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου έχουν μειωθεί.
Η αλήθεια είναι ότι ο Τραμπ διαθέτει ελάχιστες αξιόλογες εναλλακτικές απέναντι στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Για τους αεριοστρόβιλους, ο χρόνος αναμονής φτάνει στα πέντε χρόνια. Η κατασκευή πυρηνικών σταθμών απαιτεί τουλάχιστον 15 χρόνια. Οι ΗΠΑ έχουν κατασκευάσει μόλις δύο αυτόν τον αιώνα και στερούνται εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Κάποιοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους στους μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες, όμως αυτή η τεχνολογία απέχει πιθανότατα αρκετά χρόνια από την εμπορική της αξιοποίηση, ενώ η πυρηνική σύντηξη –η άλλη μεγάλη ελπίδα της τεχνολογικής βιομηχανίας– ίσως να αργήσει κάποιες δεκαετίες.
Αντιθέτως, και κόντρα σε όσα υποστηρίζει ο Τραμπ, το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει υποχωρήσει δραστικά την τελευταία δεκαπενταετία, σε βαθμό που η καθαρή ενέργεια είναι πλέον σταθερά φθηνότερη από τις εναλλακτικές λύσεις ορυκτών καυσίμων. Σύμφωνα με μελέτη του ΟΗΕ που δημοσιεύθηκε φέτος, η ηλιακή ενέργεια κοστίζει σήμερα κατά μέσον όρο 41% λιγότερο από τις φθηνότερες επιλογές ορυκτών καυσίμων, ενώ τα χερσαία έργα αιολικής ενέργειας είναι κατά 53% φθηνότερα.
Η αγορά έχει αντιδράσει ανάλογα. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κάλυψαν το 92,5% της αύξησης της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας ηλεκτρικής ενέργειας το 2024. Πέρυσι, επενδύθηκαν 2 τρισ. δολάρια στην καθαρή ενέργεια, έναντι 800 δισ. στα ορυκτά καύσιμα. Κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, οι παγκόσμιες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έφτασαν το ιστορικό ρεκόρ των 386 δισ. δολαρίων, σημειώνοντας αύξηση κατά 10% σε σύγκριση με πέρυσι. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν πλέον το 40% του συνολικού παγκόσμιου εφοδιασμού ηλεκτρικής ενέργειας.
Φυσικά, μεγάλο μέρος αυτών των επενδύσεων προέρχεται από την Κίνα, η οποία σήμερα αντιπροσωπεύει το 74% όλων των παγκόσμιων έργων ηλιακής και αιολικής ενέργειας που βρίσκονται υπό κατασκευήν. Στο δωδεκάμηνο έως τον Ιούνιο, η Κίνα είχε εγκαταστήσει περισσότερη ηλιακή ενέργεια απ’ όση έχουν εγκαταστήσει οι ΗΠΑ σε ολόκληρη την ιστορία τους. Μόνο φέτος, η Κίνα έχει εγκαταστήσει διπλάσια ηλιακή ενέργεια από ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος συνολικά. Ταυτόχρονα, στην Κίνα κατασκευάζονται 27 πυρηνικοί αντιδραστήρες, από τους 150 που έχουν προγραμματιστεί έως το 2035.
Πράγματι, η Κίνα βρίσκεται σε τροχιά να εξελιχθεί στην πρώτη ηλεκτροπαραγωγική υπερδύναμη παγκοσμίως –γεγονός που της προσφέρει σοβαρό πλεονέκτημα έναντι των ΗΠΑ στον τεχνολογικό αγώνα δρόμου– και εξάγει την επανάσταση της καθαρής τεχνολογίας σε όλο τον κόσμο. Οι βιομηχανίες πράσινης τεχνολογίας έχουν επενδύσει το αστρονομικό ποσό των 250 δισ. δολαρίων στο εξωτερικό από το 2022 – περισσότερα απ’ όσα επένδυσαν οι ΗΠΑ στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών του Σχεδίου Μάρσαλ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνο το Πακιστάν εισήγαγε πέρυσι φωτοβολταϊκά πάνελ με ισχύ παραγωγής ίση με το μισό του υφιστάμενου ηλεκτρικού του δικτύου. Πολλές αφρικανικές χώρες καλύπτουν πλέον το χαμένο έδαφος.
Ισως ο φόβος πως η Αμερική έχει ήδη χάσει την επανάσταση της καθαρής τεχνολογίας, είναι αυτός που ωθεί τον Τραμπ να εκφοβίζει τους συμμάχους του, προκειμένου να εγκαταλείψουν τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Ή ίσως, ως ηγέτης της μεγαλύτερης παραγωγού ορυκτών καυσίμων στον κόσμο, θέλει απλώς να αγοράζουν περισσότερο αμερικανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Οπως κι αν έχει, οι προσπάθειες του Τραμπ δείχνουν καταδικασμένες σε αποτυχία. Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια στην Ευρώπη και διεθνώς, καθοδηγείται ολοένα και περισσότερο από την οικονομική λογική –και από την επιδίωξη ενεργειακής ανεξαρτησίας– και όχι από περιβαλλοντική ιδεολογία. Πολεμώντας αυτή την αλλαγή, ο Τραμπ διακινδυνεύει να αφήσει τις ΗΠΑ πίσω σε μία από τις σημαντικότερες μεταμορφώσεις της εποχής μας.
Oι προσπάθειες του Τραμπ δείχνουν καταδικασμένες σε αποτυχία. Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια στην Ευρώπη και διεθνώς καθοδηγείται ολοένα και περισσότερο από την οικονομική λογική –και από την επιδίωξη ενεργειακής ανεξαρτησίας– και όχι από περιβαλλοντική ιδεολογία. Πολεμώντας αυτή την αλλαγή, ο Τραμπ διακινδυνεύει να αφήσει τις ΗΠΑ πίσω σε μία από τις σημαντικότερες μεταμορφώσεις της εποχής μας.
Η μεγαλύτερη απάτη δεν είναι η κλιματική επιστήμη, είναι να προσποιείσαι ότι μπορείς να κερδίσεις τον τεχνολογικό αγώνα δρόμου του 21ου αιώνα με ένα ενεργειακό σύστημα του 20ού.
*Ο κ. Σάιμον Νίξον είναι ανεξάρτητος σχολιαστής και εκδότης του ενημερωτικού δελτίου Wealth of Nations στο Substack.

