Αυξήσεις κοντά στο 4% με 5% στις εισφορές των περίπου 1,8 εκατ. μη μισθωτών, ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών που είναι ασφαλισμένοι στον ΕΦΚΑ, θα επιφέρει σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο νέος δείκτης εξέλιξης μισθών. Πρόκειται για τον δείκτη που καταρτίζει η Ελληνική Στατιστική Αρχή σε συνεργασία με το υπουργείο Εργασίας, προκειμένου το 2026 να υπολογιστούν οι αυξήσεις στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών αλλά και οι συντάξιμες αποδοχές για όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν.
Το νέο σύστημα επρόκειτο να εφαρμοστεί φέτος, αλλά αναβλήθηκε καθώς έγινε δεκτό το αίτημα των εκπροσώπων των ασφαλισμένων, να δημιουργηθεί ένας δείκτης αποκλειστικά για τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της εξέλιξης των μισθών οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, ώστε να είναι έτσι πιο αντιπροσωπευτικός. Οπως μάλιστα επισημαίνουν οι ειδικοί, θα οδηγήσει, μελλοντικά, σε μεγαλύτερες συντάξεις και άμεσα, από την αρχή του επόμενου έτους, σε υψηλότερες εισφορές. Και αυτό, γιατί μέχρι σήμερα η αναπροσαρμογή των εισφορών γινόταν με βάση την εξέλιξη του δείκτη τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός). Τα μηνιαία στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», βάσει των πρώτων εκτιμήσεων, δείχνουν μια αύξηση μισθών της τάξης του 5,5% με 6%, για το τρέχον έτος, ενώ και η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το 2025 η μέση αύξηση των μισθών θα είναι κοντά στο 5,5%, ενώ ο πληθωρισμός θα κλείσει, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις της ΤτΕ, πιθανότατα λίγο πάνω από 3%. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο δείκτης εξέλιξης των μισθών θα «κάψει» τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αυτοαπασχολούμενους και τους αγρότες, οι οποίοι θα δουν τις εισφορές τους να αυξάνονται σημαντικά υψηλότερα από τον προβλεπόμενο πληθωρισμό.
Οι αυξήσεις στις εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών, αλλά και οι συντάξιμες αποδοχές για όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν, θα υπολογιστούν βάσει του νέου δείκτη εξέλιξης μισθών, που καταρτίζει η Ελληνική Στατιστική Αρχή σε συνεργασία με το υπουργείο Εργασίας.
Εάν, για παράδειγμα, ο νέος δείκτης κλείσει στο 4%, οι κατώτατες εισφορές της πρώτης ασφαλιστικής κλάσης, που είναι άλλωστε και η επιλογή για σχεδόν οκτώ στους δέκα μη μισθωτούς, για κύρια ασφάλιση θα διαμορφωθούν από 180,58 ευρώ σήμερα, σε 187,80 ευρώ, ενώ εάν η αύξηση είναι της τάξης του 5%, θα ανέλθουν στα 189,61. Συνολικά, για κάποιον μη μισθωτό που πληρώνει και εισφορές υγείας και επικούρησης, οι εισφορές για την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία θα διαμορφωθούν από 244,65 ευρώ σήμερα, σε 254,44 ευρώ στην περίπτωση αύξησης 4% και 256,88 ευρώ εάν η αύξηση φτάσει στο 5%. Στην τρίτη ασφαλιστική κατηγορία, οι εισφορές θα διαμορφωθούν μεταξύ 365,91 και 369,43 ευρώ από 351,84 σήμερα, ενώ στην 6η ασφαλιστική κατηγορία, που επιλέγουν όλο και λιγότεροι ασφαλισμένοι, οι εισφορές από 659,39 ευρώ θα διαμορφωθούν σε 685,77 ή 692,36 ευρώ, για αυξήσεις 4% ή 5%, αντίστοιχα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η σύνταξη που θα λάβει κάποιος μετά 40 έτη ασφάλισης, έχοντας επιλέξει τα περισσότερα χρόνια ασφάλισής του την πρώτη, χαμηλή ασφαλιστική κατηγορία, δεν θα ξεπερνά τα 860 ευρώ. Η τρίτη κατηγορία (351,8 ευρώ) και η τέταρτη ασφαλιστική κατηγορία (422,9 ευρώ) είναι σύμφωνα με τους ειδικούς καλές επιλογές, καθώς οδηγούν σε σύνταξη πάνω από 1.085 ευρώ, ενώ η 6η ασφαλιστική κατηγορία (659 ευρώ) οδηγεί ύστερα από σαράντα έτη ασφάλισης σε σύνταξη κοντά στα 1.850 ευρώ.
Το νέο σύστημα επρόκειτο να εφαρμοστεί φέτος, αλλά αναβλήθηκε καθώς έγινε δεκτό το αίτημα των εκπροσώπων των ασφαλισμένων, να δημιουργηθεί ένας δείκτης αποκλειστικά για τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό της εξέλιξης των μισθών οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων.
Η επιλογή τους αυτή, βέβαια, καθορίζει και τα μελλοντικά τους εισοδήματα, από συντάξεις, με τους ειδικούς να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Αφενός, γιατί θα δημιουργηθεί μια μεγάλη ομάδα χαμηλοσυνταξιούχων, που θα επιζητούν επιδόματα και έκτακτες παροχές, αφετέρου, γιατί το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα είναι κατά βάσιν διανεμητικό, δηλαδή οι εισφορές των σημερινών εργαζομένων και απασχολουμένων χρησιμοποιούνται για να πληρωθούν οι συντάξεις των ήδη συνταξιούχων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ρωγμές σε ολόκληρο το ασφαλιστικό οικοδόμημα, εξαιτίας της χαμηλής εισπραξιμότητας που έχει ως αποτέλεσμα τα ακόμη χαμηλότερα έσοδα, από τους κλάδους των μη μισθωτών.

