Οι δημοσιονομικές επιδόσεις και η συνετή δημοσιονομική πολιτική αποτελούν τον κύριο παράγοντα που παρακολουθούν οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης, και αυτό έχει οδηγήσει σε μια εντυπωσιακή σύγκλιση στην Ευρωζώνη. Τα spreads των ομολόγων, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις, οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων έχουν όλα έρθει πιο κοντά, κλείνοντας το χάσμα που υπήρξε στο παρελθόν και το οποίο είχε οδηγήσει στον διαχωρισμό μεταξύ των χωρών του «πυρήνα» της Ευρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Φινλανδία, Αυστρία) και των χωρών της περιφέρειας (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία). Αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι πια τόσο διακριτός. Ακόμα και τα χρηματιστήρια του Νότου υπεραποδίδουν σημαντικά έναντι αυτών των μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης.
Ολα τα παραπάνω αποτελούν την πιο απτή απόδειξη ότι οι επενδυτές ανταμείβουν τη δημοσιονομική πειθαρχία. Και η σύγκλιση αυτή, η οποία έχει επιταχυνθεί από την περίοδο μετά την πανδημία –χάρη και στο Ταμείο Ανάκαμψης και στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαθέτει ένα εργαλείο αντιμετώπισης της όποιας «αταξίας» στην αγορά ομολόγων (TPI)–, αναμένεται να συνεχιστεί, όπως εκτιμούν οικονομολόγοι που μίλησαν στην «Κ».
Τα spreads των 10ετών ομολόγων στην Ευρωζώνη, δηλαδή η διαφορά του κόστους δανεισμού σε σχέση με τη Γερμανία, έχουν συνεχίσει να συρρικνώνονται και να συγκλίνουν φέτος, με το υψηλότερο spread να είναι κοντά στις 80 μονάδες βάσης (Γαλλία, Ιταλία), όταν κατά την COVID (καθώς και κατά το ξέσπασμα της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη το 2010) το υψηλότερο spread ήταν στο επίπεδο των 400 μ.β. (Ελλάδα, ακολουθούμενη από την Ιταλία στις 200 μ.β.).
«Η σύγκλιση των αποδόσεων των ομολόγων αντικατοπτρίζει τη διαρθρωτική αναδιάρθρωση που έχει λάβει χώρα στην Ευρωζώνη, με την κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης να μετατοπίζεται προς τον Νότο –χάρη στην υποστήριξη των κονδυλίων της Ε.Ε., αλλά και στη στροφή της κατανάλωσης προς τις υπηρεσίες και την ενεργειακή μετάβαση–, ενώ ταυτόχρονα μια τόσο ισχυρή ανάπτυξη λαμβάνει χώρα χωρίς καμία από τις ανισορροπίες που χαρακτήριζαν την περίοδο πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση», όπως σχολιάζει στην «Κ» ο οικονομολόγος της HSBC Φάμπιο Μπαλμπόνι. Οπως εξηγεί, οι χώρες της περιφέρειας διατηρούν ισχυρή δέσμευση στη δημοσιονομική πειθαρχία, έχοντας αποκαταστήσει τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, οδηγώντας σε ταχεία μείωση του χρέους (με μερική εξαίρεση την Ιταλία, λόγω της κληρονομιάς του Superbonus), η οποία αντικατοπτρίζεται στις αξιολογήσεις τους.
«Η σύγκλιση των spreads οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις γνήσιες μακροοικονομικές βελτιώσεις της περιφέρειας και στη βελτίωση των συνθηκών της αγοράς. Πιστεύουμε ότι και μακροπρόθεσμα τα spreads θα παραμείνουν πολύ χαμηλότερα από αυτά που παρατηρήθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια», σχολιάζει στην «Κ» και ο οικονομολόγος της Oxford Economics Πάολο Γκρινιάνι. Κατά την Oxford Economics, μάλιστα, η Γαλλία αναμένεται να είναι η μόνη χώρα στην Ευρωζώνη της οποίας τα δημοσιονομικά θα επιδεινωθούν σημαντικά μακροπρόθεσμα.
Οπως παρατηρεί η Citigroup, οι οίκοι αξιολόγησης είναι ιδιαίτερα «ενεργοί» φέτος, με τις κινήσεις τους να είναι οι περισσότερες που έχουμε δει από το 2018 (8 αναβαθμίσεις που αφορούν κυρίως Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία και 4 υποβαθμίσεις που αφορούν Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία και Φινλανδία). Αυτό έχει οδηγήσει στη σύγκλιση μεταξύ των χωρών του πυρήνα και της περιφέρειας, με τη χαμηλότερη αξιολόγηση της Γαλλίας (Α+) να αντιστοιχεί ήδη στην υψηλότερη αξιολόγηση για την Ισπανία και την Πορτογαλία. Κατά την αμερικανική τράπεζα, αυτή η σύγκλιση θα συνεχιστεί.
Σε αυτό συμφωνεί και ο Μπαλμπόνι της HSBC, εκτιμώντας πως θα μπορούσαμε έτσι να δούμε περαιτέρω σύγκλιση στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στο μέλλον. «Καθώς οι οίκοι αξιολόγησης συνεχίζουν να ανεβάζουν τις βαθμολογίες τους λόγω των βελτιωμένων οικονομικών και δημοσιονομικών προοπτικών της περιφέρειας, αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει στη διεύρυνση των βάσεων των επενδυτών αυτών των χωρών», όπως τονίζει. «Και με ακόμη πολλά κεφάλαια του NGEU να αναμένεται να εκταμιευτούν έως το τέλος του 2026 (και τα αμυντικά δάνεια SAFE στη συνέχεια), τα δάνεια της Ε.Ε. θα μπορούσαν να συμβάλουν περαιτέρω στη σύγκλιση των αποδόσεων των ομολόγων», όπως προσθέτει.
To story της δημοσιονομικής βελτίωσης της περιφέρειας αντικατοπτρίζεται και στα χρηματιστήρια. «Τα πιο καυτά μέρη για χρηματιστηριακές επενδύσεις βρίσκονται στην περιφέρεια της Ευρωζώνης», σχολιάζει ο Economist. Οι αποδόσεις τα λένε, εξάλλου, όλα: Το Χρηματιστήριο Αθηνών σημειώνει κέρδη 38% φέτος, ο ισπανικός ΙΒΕΧ 35,31%, ο ιταλικός FTSE MIB 24% και ο πορτογαλικός PSI 21%. Συγκριτικά, τα κέρδη για τον γερμανικό DAX διαμορφώνονται στο 18% και για τον CAC 40 του Παρισιού σε μόλις 6,7%.

