Επιστολή προς τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα απέστειλε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Μιλένα Αποστολάκη, με θέμα τις χρεώσεις της Εθνικής Τράπεζας.
Η τομεάρχης του ΠΑΣΟΚ για θέματα τραπεζών κάνει λόγο για καταχρηστική πρακτική της τράπεζας αναφορικά με τη μετατροπή λογαριασμών απλού ταμιευτηρίου και απλού τρεχούμενου σε «λογαριασμούς προνομίων», επιβάλλοντας μηνιαία χρέωση 0,80 ευρώ.
«Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται με το σύστημα opt-out, δηλαδή με την εκ των προτέρων αποδοχή των νέων όρων εκ μέρους των καταναλωτών, εκτός εάν οι ίδιοι δηλώσουν εντός προθεσμίας 60 ημερών την αντίρρησή τους. Πρόκειται για πρακτική καταχρηστική, αντισυμβατική και αδιαφανή, καθώς οι όροι αυτοί θα έπρεπε να ισχύουν μόνο με τη ρητή έγγραφη συγκατάθεση του καταναλωτή και όχι να τεκμαίρεται η αποδοχή τους με την άπρακτη πάροδο προθεσμίας 60 ημερών», επισημαίνεται στην επιστολή.
«Η διοίκηση της Τράπεζας σκόπιμα παραβλέπει ότι πολλοί καταναλωτές αγνόησαν το μήνυμα καθώς δέχονται καθημερινά δεκάδες ενημερώσεις και παρ’ όλα αυτά αυτόματα και μονομερώς μετέτρεψε τον λογαριασμό τους σε λογαριασμό προνομίων χρεώνοντάς τους με 0,80 ευρώ έξτρα κάθε μήνα», προσθέτει.
Η κ. Αποστολάκη σημειώνει ότι έχει ήδη κατατεθεί επίκαιρη ερώτηση προς τον υπουργό Οικονομικών, χωρίς να υπάρξει καμία ουσιαστική απάντηση και ζητά από την Τράπεζα της Ελλάδος να διασφαλίσει την τήρηση των αρχών διαφάνειας και δικαιοσύνης στις τραπεζικές συναλλαγές, στο πλαίσιο των εποπτικών της αρμοδιοτήτων.
Ολη η επιστολή της Μιλένας Αποστολάκη
Αξιότιμε κύριε Διοικητά,
Με την παρούσα επιστολή επιθυμώ να θέσω υπ’ όψιν σας τη μονομερή τροποποίηση σύμβασης καταθετικών λογαριασμών που έχει προκύψει από την πλευρά της Εθνική Τράπεζας. Με επιστολές της η Εθνική Τράπεζα στις αρχές του καλοκαιριού ενημέρωσε τους πελάτες – καταθέτες της ότι οι λογαριασμοί τους, απλού ταμιευτηρίου ή απλού τρεχούμενου θα μετατραπούν αυτόματα σε «λογαριασμούς προνομίων», με μηνιαία χρέωση 0,80 ευρώ.
Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται με το σύστημα opt-out, δηλαδή με την εκ των προτέρων αποδοχή των νέων όρων εκ μέρους των καταναλωτών, εκτός εάν οι ίδιοι δηλώσουν εντός προθεσμίας 60 ημερών την αντίρρησή τους. Πρόκειται για πρακτική καταχρηστική, αντισυμβατική και αδιαφανή, καθώς οι όροι αυτοί θα έπρεπε να ισχύουν μόνο με τη ρητή έγγραφη συγκατάθεση του καταναλωτή και όχι να τεκμαίρεται η αποδοχή τους με την άπρακτη πάροδο προθεσμίας 60 ημερών.
Τα δε «προνόμια» που προβάλλει η Τράπεζα περιλαμβάνουν υπηρεσίες οι οποίες ήδη παρέχονται δωρεάν βάσει του νόμου 5167/2024, όπως οι πληρωμές λογαριασμών μέσω παγίων εντολών e-banking, η φόρτιση προπληρωμένων καρτών έως 100 ευρώ ημερησίως, οι μεταφορές χρημάτων μέσω IRIS Payments. Επίσης η παροχή πόντων στο πρόγραμμα επιβράβευσης «Go For More» κάθε μήνα για την κατοχή των λογαριασμών δεν συσχετιζόταν στο παρελθόν με πρόσθετη χρέωση. Ως εκ τούτου, τα υποτιθέμενα οφέλη δεν δικαιολογούν τη μηνιαία χρέωση.
Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη πρακτική επιβαρύνει άδικα και αδικαιολόγητα τους καταναλωτές, ιδίως τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και δημιουργεί σοβαρό ζήτημα προστασίας τους από καταχρηστικές συμπεριφορές. Η Διοίκηση της Τράπεζας σκόπιμα παραβλέπει ότι πολλοί καταναλωτές αγνόησαν το μήνυμα καθώς δέχονται καθημερινά δεκάδες ενημερώσεις και παρ’ όλα αυτά αυτόματα και μονομερώς μετέτρεψε τον λογαριασμό τους σε λογαριασμό προνομίων χρεώνοντάς τους με 0,80 ευρώ έξτρα κάθε μήνα.
Η ενέργεια αυτή, πέραν του ότι δημιουργεί τετελεσμένα εις βάρος των καταναλωτών, παραβιάζει τις ρητές διατάξεις του Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας, ο οποίος προβλέπει ότι σε περίπτωση μονομερούς τροποποίησης οποιουδήποτε όρου συνεργασίας με τον συναλλασσόμενο, οι τράπεζες οφείλουν να τον ενημερώνουν με τον ενδεδειγμένο κατά περίπτωση τρόπο. Είναι προφανές ότι η μονομερής επιβολή πρόσθετου βάρους δεν συνιστά ενδεδειγμένο τρόπο, αντιθέτως συνιστά έμμεσο και καταχρηστικό τρόπο με τον οποία εκβιάζεται η συγκατάθεση του καταναλωτή, η οποία κατά τεκμήριο δεν υφίσταται. Οι απροστάτευτοι και ανυποψίαστοι καταναλωτές έλαβαν ακόμη μια επιστολή μαζί με τις δεκάδες ενημερωτικές που λαμβάνουν κάθε χρόνο, με τη ρητή διαφορά ότι με την παραπάνω τους επιβαλλόταν μια έξτρα χρέωση για υπηρεσίες οι οποίες διά νόμου παρέχονται δωρεάν.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η ελληνική τραπεζική αγορά χαρακτηρίζεται από ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά. Ολιγάριθμες, μεγάλες τράπεζες ελέγχουν το μεγαλύτερο μερίδιο των συνολικών τραπεζικών συναλλαγών. Αυτή η δομή εγείρει εύλογες ανησυχίες για τις επιπτώσεις του περιορισμένου ανταγωνισμού και οδηγεί –όπως αποδεικνύεται– σε υψηλότερα κόστη, σε αδιαφανείς χρεώσεις και όρους, τόσο για τους πελάτες όσο και για τους δανειολήπτες.
Η ολιγοπωλιακή δομή του τραπεζικού συστήματος έχει αναδειχθεί και από εσάς σε σειρά παρεμβάσεών σας στις οποίες έχετε αναδείξει τις επιπτώσεις που προκαλούνται στην ελληνική οικονομία από τον ελλιπή ανταγωνισμό στο τραπεζικό σύστημα. Εχετε επιπλέον επισημάνει ότι οι Τράπεζες δεν πρέπει να παίρνουν υψηλές προμήθειες όταν οι πολίτες χρησιμοποιούν τις κάρτες τους.
Εχω ήδη καταθέσει επίκαιρη ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου με την οποία ζητούσα από την Κυβέρνηση να μας ενημερώσει αν προτίθεται να λάβει μέτρα για να αντιμετωπίσει τη συγκεκριμένη καταχρηστική πρακτική της Εθνικής Τράπεζας. Η ερώτηση συζητήθηκε στις 12/9/2025 χωρίς να λάβω καμία ουσιαστική απάντηση.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, καθίσταται επιβεβλημένη η παρέμβασή σας στο πλαίσιο των εποπτικών σας αρμοδιοτήτων, ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών. Με βάση το καταστατικό της Τράπεζας της Ελλάδος και ειδικότερα το άρθρο 55Α η εποπτεία που ασκεί η Τράπεζα της Ελλάδος αποβλέπει στη διαφάνεια των διαδικασιών και των όρων των συναλλαγών των υποκειμένων σε αυτή. Η μονομερής και καταχρηστική πρακτική της Εθνικής Τράπεζας, αντίκειται στη διαφάνεια των όρων των συναλλαγών και φυσικά δεν μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο για περαιτέρω επιβαρύνσεις σε βάρος των πολιτών.
Προσβλέπουμε στην αποτελεσματικότητα των ενεργειών σας, οι οποίες είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσουν παραδειγματικά, αποτρέποντας ανάλογες καταχρηστικές συμπεριφορές στο μέλλον.
Με εκτίμηση
Μιλένα Αποστολάκη
Τομεάρχης Οικονομίας

