Αρθρο Ευάγγελου Σαλάχα στην «Κ»: Το χρήμα στην ψηφιακή εποχή

Αρθρο Ευάγγελου Σαλάχα στην «Κ»: Το χρήμα στην ψηφιακή εποχή

4' 23" χρόνος ανάγνωσης

Καθώς η τεχνολογική πρόοδος επιταχύνεται, ελάχιστοι τομείς μετασχηματίζονται τόσο ραγδαία όσο ο χρηματοπιστωτικός. Συγχρόνως με τις αποκεντρωμένες πλατφόρμες DeFi και τα κρυπτονομίσματα, εμφανίζονται τα ψηφιακά χρεόγραφα και τα σταθερά ψηφιακά νομίσματα (stablecoins), διαμορφώνοντας ένα νέο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό οικοσύστημα με αυξημένη ιδιωτικότητα και προηγμένη τεχνολογία. Οι κεντρικές τράπεζες καλούνται να ανταποκριθούν σε αυτή την πρόκληση, διασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητα των εθνικών τους νομισμάτων στις αγορές και την αποτελεσματική μετάδοση της νομισματικής πολιτικής ενσωματώνοντας την καινοτομία.

Στην αγορά των ψηφιακών νομισμάτων διακρίνονται δύο τάσεις: αφενός τα παραδοσιακά αποκεντρωμένα ψηφιακά μέσα συναλλαγών (κρυπτονομίσματα), όπως το bitcoin και το ethereum, που λειτουργούν δίχως τη μεσολάβηση κεντρικών αρχών και επιτρέπουν απευθείας συναλλαγές μεταξύ χρηστών, αφετέρου τα stablecoins, τα οποία διατηρούν σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, το ευρώ ή ακόμη και με εμπορεύματα, χάρη σε αντίστοιχα ρευστά αποθεματικά. Τα stablecoins προσφέρουν προβλέψιμη αξία, ταχύτερες και φθηνότερες συναλλαγές και εύκολη πρόσβαση σε ξένα νομίσματα, χωρίς τις έντονες διακυμάνσεις των παραδοσιακών κρυπτονομισμάτων.

Η αγορά των ψηφιακών νομισμάτων έχει εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια, με την κεφαλαιοποίησή τους να ξεπερνάει τα 3 τρισ. ευρώ με βάση τα στοιχεία του 2025 – εκ των οποίων τα 2 τρισ. αφορούν το bitcoin, αποκαλούμενο και «ψηφιακός χρυσός». Στους κύριους παράγοντες της ανόδου συγκαταλέγονται η είσοδος μεγάλων θεσμικών επενδυτών, όπως η Black Rock και η Fidelity, η ωρίμανση της τεχνολογίας blockchain και των πρωτοκόλλων DeFi, η συμμετοχή της γενιάς Z, που διαμορφώνει μια διαφορετική επενδυτική κουλτούρα και η σταδιακή θεσμική θωράκιση των αγορών ψηφιακών νομισμάτων.

Παράλληλα, στις ΗΠΑ, με την ψήφιση του νομοσχεδίου «Genius Act» στις 17 Ιουλίου 2025, θεσπίστηκε συγκεκριμένο πλαίσιο εποπτείας των stablecoins, με στόχο την ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης του δολαρίου στις διεθνείς αγορές. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση ο κανονισμός MiCA –ενσωματωμένος στην ελληνική νομοθεσία μέσω του ν. 5193/2025– ορίζει σαφείς κανόνες έκδοσης, διαφάνειας και εποπτείας τόσο για τους εκδότες stablecoins όσο και για τους παρόχους υπηρεσιών άλλων κρυπτοστοιχείων, επιχειρώντας να ενσωματώσει τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία στο επίσημο θεσμικό πλαίσιο.

Η ευρεία αποδοχή των stablecoins συνεπάγεται, ωστόσο, σημαντικές προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τη λειτουργία των τραπεζών. Καθώς οι τραπεζικές καταθέσεις μετατρέπονται σε stablecoins, οι προβλέψιμες τραπεζικές υποχρεώσεις μετασχηματίζονται σε μια ασταθή μορφή χρηματοδότησης, δεδομένου ότι τα stablecoins εξαργυρώνονται ανά πάσα στιγμή. Με αυτόν τον τρόπο η ρευστότητα των τραπεζών επιβαρύνεται και υπονομεύεται ο μηχανισμός μετατροπής καταθέσεων σε δάνεια, μέσω του οποίου τροφοδοτούν την πραγματική οικονομία. Επιπλέον, εφόσον δεν προβλέπεται υποχρεωτικά η ταυτοποίηση των κατόχων stablecoins, δυσχεραίνεται ο ακριβής υπολογισμός των ρευστών διαθεσίμων και των απαιτούμενων τραπεζικών αποθεματικών. Επίσης, η ταχεία και χαμηλού κόστους μετατροπή σε άλλα νομίσματα ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικές εκροές κεφαλαίων και φαινόμενα «ψηφιακής δολαριοποίησης», αποδυναμώνοντας τον ρόλο του εγχώριου νομίσματος (π.χ. ευρώ).

Η εκρηκτική ανάπτυξη των ψηφιακών νομισμάτων φέρνει το τραπεζικό σύστημα αντιμέτωπο με κρίσιμες αποφάσεις πολιτικής και σχεδιασμού.

Υπό αυτές τις συνθήκες τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών (CBDCs) αναδεικνύονται στρατηγική απάντηση στην άνοδο των ιδιωτικών stablecoins. Μέχρι τα μέσα του 2025 πάνω από 130 χώρες διερευνούν την ανάπτυξή τους, αναγνωρίζοντας τη δυναμική ενός κεντροποιημένου ψηφιακού νομίσματος και τη σημασία του στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των εθνικών τους νομισμάτων στις διεθνείς αγορές. Στις ΗΠΑ, ωστόσο, η προτεραιότητα παραμένει στα stablecoins, καθώς η Fed δεν προχωράει προς το παρόν στην έκδοση ενός «ψηφιακού δολαρίου». Αντιθέτως, η Κίνα έχει ήδη θέσει σε πιλοτική λειτουργία το ψηφιακό γουάν και συμμετέχει στην ανάπτυξη της πλατφόρμας mBridge, η οποία επιτρέπει διασυνοριακές CBDCs συναλλαγές χωρίς τραπεζική διαμεσολάβηση. Στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ αναμένεται να ολοκληρώσει τη φάση προετοιμασίας του «ψηφιακού ευρώ» τον προσεχή Οκτώβριο, στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτονομίας και μείωσης της εξάρτησης από το δολάριο εν μέσω γεωπολιτικών εντάσεων και μεταβολής της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Τα CBDCs, ως άνευ κινδύνου ψηφιακά μέσα που εκδίδουν οι κεντρικές τράπεζες, στοχεύουν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο νόμισμα και στην οικονομική ένταξη, παρέχοντας πρόσβαση σε ψηφιακά πορτοφόλια χωρίς τραπεζικό λογαριασμό και διευρύνοντας έτσι την εμβέλεια δράσης της νομισματικής πολιτικής. Σχεδιασμένα να συμπληρώνουν τα μετρητά, επιδιώκουν τη μείωση του κόστους, την αύξηση της διαφάνειας και την ενίσχυση της ασφάλειας των συναλλαγών. Με την ορθή εφαρμογή τους, βελτιώνουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής, επιτρέποντας ταχύτερη και πιο στοχευμένη παροχή ρευστότητας, ιδίως σε περιόδους κρίσεων. Επιπλέον, αναμένεται να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα του τραπεζικού τομέα, μειώνοντας τα έξοδα συναλλαγών και, ενδεχομένως, τα επιτόκια δανεισμού.

Ωστόσο, τα CBDCs εγείρουν κρίσιμα διλήμματα: η ανάγκη ιχνηλασιμότητας των συναλλαγών συγκρούεται με την προστασία της ιδιωτικότητας, θέτοντας ερωτήματα για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων· παράλληλα, απαιτούνται εξαιρετικά υψηλά πρότυπα κυβερνοασφάλειας, ώστε να μην υπονομευθεί η εμπιστοσύνη στο νόμισμα. Επιπλέον, η μεταφορά μεγάλων καταθέσεων σε CBDCs θα μπορούσε να μειώσει τη ρευστότητα των εμπορικών τραπεζών, ενώ η άμεση και ανέξοδη μετατροπή μεταξύ CBDCs και τραπεζικού χρήματος ενδέχεται να επιδεινώσει πιθανά προβλήματα ρευστότητας. Τέλος, εάν τα CBDCs προσφέρουν επιτόκιο, δύνανται να λειτουργήσουν ως επενδυτικό εργαλείο και να ανταγωνιστούν άμεσα τις καταθέσεις και άλλα τραπεζικά προϊόντα.

Συμπερασματικά, σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι όπου τα ιδιωτικά stablecoins διεκδικούν μερίδιο αγοράς και οι κεντρικές τράπεζες απαντούν με την ανάπτυξη των CBDCs, η μελλοντική μορφή των χρηματοπιστωτικών αγορών θα κριθεί από την ικανότητα  συνδυασμού της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της ενσωμάτωσης καινοτόμων συναλλαγών με τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο η υιοθέτηση κοινών προτύπων για τη διαλειτουργικότητα και την κανονιστική σύγκλιση θα καθορίσει αν τα ψηφιακά νομίσματα θα ενοποιήσουν ή θα κατακερματίσουν το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

*Ο δρ Ευάγγελος Σαλάχας είναι επίκουρος καθηγητής Χρηματοοικονομικής, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστήμιο Αιγαίου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT